- Συσσωρευμένο έλλειμμα 800 εκατ. ευρώ απειλεί την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
- Οι προμηθευτές αναγκάζονται να χρηματοδοτούν το σύστημα, επιβαρυνόμενοι με 40 εκατ. ευρώ ετησίως.
- Η κυβέρνηση αποκλείει αυξήσεις χρεώσεων στους καταναλωτές, καθιστώντας δύσκολη τη λύση.
- Η ΡΑΑΕΥ καλείται να προτείνει μέτρα έως το τέλος του έτους, με περιορισμένες επιλογές.
Η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αντιμετωπίζει ένα συνολικό χρηματοδοτικό κενό που προσεγγίζει τα 800 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω των ελλειμμάτων στους Ειδικούς Λογαριασμούς Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας (ΥΚΩ) και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Η κατάσταση αυτή απειλεί τη σταθερότητα του συστήματος, καθώς οι προμηθευτές αναγκάζονται να καλύπτουν το κενό, ενώ η κυβέρνηση αποκλείει άμεσες αυξήσεις χρεώσεων στους καταναλωτές.
Η συσσώρευση σημαντικών ελλειμμάτων στους ειδικούς λογαριασμούς που διαχειρίζονται τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας (ΥΚΩ) και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) αποτελεί ένα χρόνιο πρόβλημα που πλέον έχει λάβει διαστάσεις απειλής για την εύρυθμη λειτουργία της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια μιας σειράς αλληλένδετων ζητημάτων, τα οποία, παρά τις επανειλημμένες πιέσεις από τους φορείς της αγοράς και την ανάγκη προστασίας των καταναλωτών, παραμένουν άλυτα επί χρόνια, δημιουργώντας ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και στρεβλώσεων.
Το διογκούμενο χρηματοδοτικό κενό
Το συνολικό χρηματοδοτικό κενό στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προσεγγίζει πλέον τα 800 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, ο Ειδικός Λογαριασμός ΥΚΩ εμφάνισε έλλειμμα 290 εκατ. ευρώ το 2023, το οποίο εκτινάχθηκε στα 630 εκατ. ευρώ το 2024. Η κάλυψη των δαπανών για την ηλεκτροδότηση των νησιών και για το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (ΚΟΤ) παραμένει υψηλή, ενώ ο μηχανισμός είσπραξης των χρεώσεων από τους καταναλωτές είναι ανεπαρκής. Παράλληλα, στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), το έλλειμμα κινείται στα 300 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω των χαμηλών χονδρεμπορικών τιμών που αυξάνουν τις απαιτούμενες αποζημιώσεις προς τους παραγωγούς ΑΠΕ, χωρίς να επαρκούν οι σταθερές εισροές.
Οι επιπτώσεις στους προμηθευτές και η απουσία κρατικής στήριξης
Η απουσία πρόβλεψης κονδυλίου στον κρατικό προϋπολογισμό του 2025 για την κάλυψη μέρους των ελλειμμάτων, αφήνει τη λύση της κρατικής χρηματοδότησης σε εκκρεμότητα. Αυτή η υποχρηματοδότηση έχει μεταφερθεί στους προμηθευτές, οι οποίοι καταγγέλλουν ότι οι μηνιαίες αποδόσεις ΥΚΩ που λαμβάνουν είναι μειωμένες έως και 60%. Ως συνέπεια, οι εταιρείες αναγκάζονται να «δανείζουν» το σύστημα με κεφάλαια κίνησης, επωμιζόμενες ένα χρηματοοικονομικό κόστος περίπου 40 εκατ. ευρώ ετησίως, γεγονός που αποσταθεροποιεί τις εταιρείες και ασκεί πίεση στα τιμολόγια. Ενώ η αγορά αναμένει εξελίξεις στα τιμολόγια ρεύματος, η κατάσταση αυτή επιδεινώνει την αβεβαιότητα.
Αυτό που ανησυχεί τους αναλυτές είναι η αλυσιδωτή αντίδραση που μπορεί να προκληθεί στην αγορά. Η συνεχιζόμενη επιβάρυνση των προμηθευτών δημιουργεί κίνδυνο για τη βιωσιμότητα μικρότερων παικτών και μπορεί να οδηγήσει σε συγκέντρωση της αγοράς, μειώνοντας τον ανταγωνισμό. Η έλλειψη σαφούς στρατηγικής από την πλευρά της πολιτείας, παρά την έγκριση του ελληνικού προϋπολογισμού, εντείνει την αβεβαιότητα για το μέλλον του ενεργειακού τομέα.
Οι λόγοι της αδράνειας και οι πολιτικές προεκτάσεις
Η μη επίλυση των προβλημάτων οφείλεται σε τρεις βασικούς λόγους. Πρώτον, οι αναγκαίες παρεμβάσεις έχουν άμεσο πολιτικό κόστος, καθώς οποιαδήποτε αύξηση χρεώσεων στους λογαριασμούς ρεύματος βρίσκεται εκτός της κυβερνητικής ατζέντας. Δεύτερον, η έλλειψη πρόβλεψης στον κρατικό προϋπολογισμό περιορίζει δραστικά τα περιθώρια χρηματοδότησης. Τρίτον, η αγορά λειτουργεί ήδη υπό καθεστώς στρεβλώσεων, με τους προμηθευτές να χρηματοδοτούν υποχρεωτικά τα ελλείμματα, υπονομεύοντας τη βιωσιμότητα του συστήματος.
Οι προκλήσεις για τη ΡΑΑΕΥ και η επόμενη μέρα
Μέσα σε αυτό το πιεστικό περιβάλλον, η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) οφείλει έως το τέλος του έτους να προτείνει μέτρα για τον μηδενισμό των ελλειμμάτων. Ωστόσο, οι διαθέσιμες επιλογές είναι περιορισμένες και συγκρούονται είτε με την κυβερνητική δέσμευση για σταθερούς λογαριασμούς είτε με τις αντιδράσεις της αγοράς. Το σενάριο μεταφοράς μεγαλύτερου ποσοστού από τα έσοδα των δημοπρασιών CO₂ προς τον ΕΛΑΠΕ βρίσκεται στο τραπέζι, αλλά απαιτεί ανακατανομή πόρων από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.