- Η ρωσική οικονομία επιβραδύνεται το 2025 λόγω έλλειψης εργατικών χεριών.
- Οι στρατιωτικές δαπάνες ξεπερνούν το 7% του ΑΕΠ, πιέζοντας την κοινωνική πολιτική.
- Ο πληθωρισμός παραμένει σταθερά πάνω από τον στόχο της Κεντρικής Τράπεζας.
- Η Μόσχα εξαντλεί τα ρευστά αποθέματα του Εθνικού Ταμείου Ευημερίας.
- Οι μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν αρνητικές λόγω διεθνούς απομόνωσης.
Παρά την απρόσμενη ανθεκτικότητα που επέδειξε η ρωσική οικονομία μετά την εισβολή στην Ουκρανία, νέα δεδομένα από το ινστιτούτο Bruegel αποκαλύπτουν σοβαρά σημάδια κόπωσης. Η στρατιωτική κινητοποίηση και οι δυτικές κυρώσεις έχουν δημιουργήσει δομικές πιέσεις, με τον πληθωρισμό να παραμένει εκτός ελέγχου και τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού να περιορίζουν την παραγωγική δυναμικότητα της χώρας.
| Οικονομικός Δείκτης | Κατάσταση / Ποσοστό (2025) |
|---|---|
| Στρατιωτικές Δαπάνες | Πάνω από 7% του ΑΕΠ |
| Ανεργία | Ιστορικό χαμηλό (ελλείψεις προσωπικού) |
| Πληθωρισμός | Σταθερά πάνω από τον στόχο |
| Κύρια Πηγή Χρηματοδότησης | Εσωτερικός δανεισμός & Ταμείο Ευημερίας |
| Αναπτυξιακή Τάση | Αισθητή επιβράδυνση |
Η αντοχή της Μόσχας απέναντι στους διεθνείς περιορισμούς δεν ήταν τυχαία, καθώς το ρωσικό κράτος είχε ξεκινήσει την προετοιμασία για ένα καθεστώς κυρώσεων ήδη από το 2014. Αυτή η στρατηγική θωράκισης, σε συνδυασμό με την προσαρμοστικότητα των επιχειρήσεων, επέτρεψε στη χώρα να καταγράψει ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά το 2023 και το 2024, διαψεύδοντας τις αρχικές προβλέψεις για άμεση κατάρρευση της ρωσικής αγοράς.
Η επιβράδυνση της ανάπτυξης και οι πληθωριστικές πιέσεις
Από τις αρχές του 2025, η ρωσική οικονομία άρχισε να προσκρούει σε ανυπέρβλητα εμπόδια που περιορίζουν τη δυναμική της. Η έντονη πιστωτική επέκταση προς την πολεμική βιομηχανία τροφοδότησε την ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονα εκτίναξε τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο της Κεντρικής Τράπεζας. Παράλληλα, η δημογραφική συρρίκνωση και η μετανάστευση εξειδικευμένου προσωπικού έχουν οδηγήσει την ανεργία σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, γεγονός που υποδηλώνει ασφυκτική έλλειψη εργατικών χεριών και όχι μια υγιή κατάσταση στην απασχόληση.
Η μεταβολή των δημόσιων δαπανών και το Εθνικό Ταμείο Ευημερίας
Η σύνθεση του κρατικού προϋπολογισμού έχει υποστεί ριζικό μετασχηματισμό, με τις στρατιωτικές δαπάνες να απορροφούν πλέον περισσότερο από το 7% του ΑΕΠ. Αυτή η στροφή έχει ως αποτέλεσμα τον δραστικό περιορισμό των κονδυλίων για την εκπαίδευση, την κοινωνική πολιτική και τις περιφέρειες. Αν και το δημόσιο χρέος παραμένει χαμηλό σε διεθνή σύγκριση, η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει μεγάλο μέρος των ρευστών αποθεμάτων του Εθνικού Ταμείου Ευημερίας και στηρίζεται ολοένα περισσότερο στον εσωτερικό δανεισμό για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων.
Οι κίνδυνοι των «ημι-δημοσιονομικών» πρακτικών
Οικονομικοί αναλυτές και κύκλοι της αγοράς εκφράζουν έντονη ανησυχία για τις λεγόμενες «ημι-δημοσιονομικές» πρακτικές που υιοθετούν οι κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες. Σύμφωνα με την τρέχουσα οικονομική ανάλυση, η διοχέτευση πιστώσεων σε κρίσιμους πολεμικούς τομείς χωρίς αυτές να αποτυπώνονται πλήρως στον προϋπολογισμό δημιουργεί συστημικούς κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα. Αυτή η τεχνητή ενίσχυση της πολεμικής οικονομίας μπορεί να αποδίδει βραχυπρόθεσμα, αλλά αυξάνει την πιθανότητα μελλοντικής κρίσης στα δημόσια οικονομικά της χώρας.
Οι προοπτικές της ρωσικής οικονομίας υπό το βάρος της απομόνωσης
Η διεθνής απομόνωση και η εξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες παραμένουν οι «αχίλλειες πτέρνες» της Μόσχας. Παρά την ικανότητα των αρχών να διαχειρίζονται κρίσεις σε συνθήκες αυξημένου πολιτικού ελέγχου, η δημογραφική γήρανση και τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα αναμένεται να συρρικνώσουν την αναπτυξιακή δυναμική τα επόμενα χρόνια. Το περιθώριο χρηματοδότησης της πολεμικής προσπάθειας δεν είναι απεριόριστο και η σταδιακή συρρίκνωση των πόρων φαίνεται πλέον ως μια αναπόφευκτη πραγματικότητα για το Κρεμλίνο.