- Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε 2% το τρίτο τρίμηνο του 2025, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
- Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν εντυπωσιακά κατά 12,8% σε ετήσια βάση.
- Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σημείωσαν άνοδο 1,7%, ενώ οι εισαγωγές μειώθηκαν.
- Η καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε 2,1% ετησίως, αλλά το κόστος ζωής παραμένει πρόκληση.
- Η ανοδική πορεία χρειάζεται προσεκτική ερμηνεία λόγω αβέβαιων εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων.
Η ελληνική οικονομία κατέγραψε ανάπτυξη 2% σε ετήσια βάση κατά το τρίτο τρίμηνο του 2025, σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ. Η άνοδος αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, οι οποίες ενισχύθηκαν κατά 12,8% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας ενισχυμένη κινητικότητα σε κλάδους όπως η κτηματαγορά.
Η πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά το τρίτο τρίμηνο του 2025 έρχεται να επιβεβαιώσει μια συνεχιζόμενη ανοδική πορεία, η οποία όμως απαιτεί προσεκτική ερμηνεία λόγω των αβέβαιων εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων. Αυτή η εξέλιξη αποτελεί συνέχεια των προσπαθειών για οικονομική σταθεροποίηση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από ποικίλες προκλήσεις.
Ανάλυση της ανάπτυξης και των παραγόντων
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 0,6% σε τριμηνιαίο επίπεδο σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2025. Σε ετήσια βάση, η ανάπτυξη έφτασε το 2%, ποσοστό που υποδηλώνει ανθεκτικότητα αλλά και την ανάγκη για διαρκή παρακολούθηση. Η άνοδος των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου αναδεικνύεται ως ο βασικός μοχλός αυτής της ανάπτυξης, με σημαντική συμβολή στην οικονομική δραστηριότητα.
Νομικοί και οικονομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η ενισχυμένη κινητικότητα σε κλάδους όπως η κτηματαγορά, η οποία συνδέεται άμεσα με την αύξηση των επενδύσεων, αποτελεί θετικό σημάδι για την οικονομία. Ωστόσο, υπάρχει προβληματισμός σχετικά με το κατά πόσο αυτή η δυναμική μπορεί να διατηρηθεί αμείωτη στα επόμενα τρίμηνα, δεδομένων των παγκόσμιων οικονομικών αναταράξεων και των εγχώριων πιέσεων. Η διατήρηση της επενδυτικής εμπιστοσύνης κρίνεται ζωτικής σημασίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Επενδύσεις, εξαγωγές και εισαγωγές
Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου κατέγραψαν εντυπωσιακή αύξηση 3,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ η ετήσια αύξηση ανήλθε σε 12,8%. Αυτή η εξέλιξη σηματοδοτεί μια σημαντική ώθηση στην οικονομία, με την αγορά ακινήτων να αποτελεί έναν από τους κύριους αποδέκτες. Παράλληλα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 0,2% τριμηνιαία και κατά 1,7% σε ετήσια βάση. Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών παρουσίασαν αύξηση 1,1%, ενώ οι υπηρεσίες υποχώρησαν οριακά κατά 0,4%, υποδεικνύοντας διαφοροποίηση στις επιμέρους τάσεις.
Ταυτόχρονα, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 1,6% σε τριμηνιαίο επίπεδο, με τις εισαγωγές αγαθών να υποχωρούν 2,3%. Αυτή η μείωση επηρεάζει θετικά το εμπορικό ισοζύγιο, αλλά ενδέχεται να υποδηλώνει και προσαρμογές στην εγχώρια ζήτηση. Η συνολική εικόνα των εξωτερικών συναλλαγών δείχνει μια προσπάθεια εξισορρόπησης, με τις εξαγωγές να διατηρούν μια θετική δυναμική παρά τις προκλήσεις.
Κατανάλωση και προκλήσεις
Στο πεδίο της κατανάλωσης, η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη σημείωσε αύξηση 0,6% τριμηνιαία και 2,1% σε ετήσια βάση. Παρότι η αύξηση αυτή είναι ενθαρρυντική, παραμένει κρίσιμο να αξιολογηθεί το κατά πόσο τα νοικοκυριά μπορούν να διατηρήσουν αυτούς τους ρυθμούς δαπάνης. Το κόστος ζωής εξακολουθεί να ασκεί σημαντικές πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει την καταναλωτική συμπεριφορά στο μέλλον. Η υποχώρηση της ανεργίας στο 8,2% το ίδιο τρίμηνο, αν και θετική, δεν αναιρεί τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν πολλά νοικοκυριά.
Η επόμενη μέρα για την οικονομία
Η ελληνική οικονομία επιδεικνύει σημάδια ανθεκτικότητας και ανάπτυξης, με τις επενδύσεις να αποτελούν τον κύριο πυλώνα. Ωστόσο, η αβεβαιότητα των εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων, καθώς και οι πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, απαιτούν συνεχή επαγρύπνηση. Η διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής θα εξαρτηθεί από την ικανότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και την εφαρμογή πολιτικών που θα ενισχύουν τόσο την παραγωγικότητα όσο και την κοινωνική συνοχή.