- Ελλάδα στην πεντάδα ΟΟΣΑ σε έμμεση φορολογία.
- ΦΠΑ και ΕΦΚ κυρίαρχοι, επιβαρύνουν κόστος ζωής.
- Αύξηση φορολογικού βάρους 7,4 μονάδες 2010-2024.
- Υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, χαμηλός φόρος εισοδήματος.
Η Ελλάδα συγκαταλέγεται πλέον στην πρώτη πεντάδα των χωρών του ΟΟΣΑ με τα υψηλότερα ποσοστά έμμεσης φορολογίας, καθώς το 2023 οι έμμεσοι φόροι αντιστοιχούσαν στο 40,1% των συνολικών δημοσίων εσόδων. Αυτή η υπεροχή του ΦΠΑ και των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης εντείνει τις πιέσεις στο κόστος ζωής, επιβαρύνοντας δυσανάλογα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Αυτή η διαπίστωση έρχεται ως συνέχεια μιας μακροχρόνιας τάσης, όπου η ελληνική οικονομία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους έμμεσους φόρους για την ενίσχυση των κρατικών εσόδων. Το παρασκήνιο της υπόθεσης αποκαλύπτει μια δομική αδυναμία του φορολογικού συστήματος να κατανείμει δίκαια το βάρος, μετατοπίζοντάς το προς την κατανάλωση και, κατ’ επέκταση, προς τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Η κυριαρχία των έμμεσων φόρων και ο αντίκτυπος
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατέχει την πέμπτη θέση διεθνώς όσον αφορά την εξάρτηση από την έμμεση φορολογία. Το 2023, οι έμμεσοι φόροι αποτελούσαν το 40,1% των συνολικών δημοσίων εσόδων, ένα ποσοστό που ξεπερνά κατά σχεδόν εννέα μονάδες τον μέσο όρο του Οργανισμού, ο οποίος διαμορφώνεται στο 31,2%. Η υπεροχή του ΦΠΑ και των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα φορολογικά έσοδα είναι αδιαμφισβήτητη, οδηγώντας σε σημαντικές εισπράξεις για το κράτος.
Ωστόσο, αυτή η εξάρτηση εντείνει τις πιέσεις στο κόστος ζωής, συντηρώντας την ακρίβεια και επιβαρύνοντας δυσανάλογα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, ιδιαίτερα των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων. Για το 2024, οι έμμεσοι φόροι αναμένεται να διαμορφωθούν στο 39,8% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας τόσο το 38,9% του 2023 όσο και τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (34,1%). Η Ελλάδα καταλαμβάνει επίσης τη 10η θέση μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα συνολικά φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, γεγονός που υποδηλώνει ένα γενικότερο υψηλό φορολογικό βάρος.
Η σύνθεση των φορολογικών εσόδων και οι επιπτώσεις
Η χώρα παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλή εξάρτηση από τη φορολογία κατανάλωσης, αντλώντας το 40,7% των συνολικών φορολογικών εσόδων από τον ΦΠΑ (22,5%) και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης (18,2%), έναντι μέσου όρου ΟΟΣΑ 31,3%. Παράλληλα, οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης αντιστοιχούν στο 28,8% των φορολογικών εσόδων, ένα επίπεδο από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και άνω του μέσου όρου του ΟΟΣΑ (25,5%). Αυτό επιβαρύνει αισθητά το κόστος εργασίας.
Αντίθετα, η συμμετοχή του φόρου εισοδήματος είναι χαμηλότερη από τον διεθνή μέσο όρο, καθώς αντιστοιχεί στο 15,5% των συνολικών εσόδων, τη στιγμή που ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ αγγίζει το 23,7%. Ενδεικτικά, χώρες όπως η Δανία και η Σουηδία εμφανίζουν πολύ υψηλότερα επίπεδα συμμετοχής του φόρου εισοδήματος, 57,2% και 26,9% αντίστοιχα. Αυτό που ανησυχεί τους αναλυτές είναι η δυσανάλογη επιβάρυνση των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, καθώς οι έμμεσοι φόροι, εξ ορισμού, δεν λαμβάνουν υπόψη την οικονομική δυνατότητα του φορολογούμενου, οδηγώντας σε διεύρυνση των ανισοτήτων.
Διαχρονική αύξηση και διεθνής σύγκριση
Τα συνολικά φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα, τα οποία υπερβαίνουν το 38% του ΑΕΠ, τοποθετούν τη χώρα πάνω από μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες όπως η Γερμανία (38,0%), η Ισπανία (36,7%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (34,4%). Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει επίσης ότι η χώρα εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη φορολογία μισθωτών και συνταξιούχων, με τα έσοδα από ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους να παραμένουν αναλογικά χαμηλότερα σε σχέση με άλλες χώρες.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η διαχρονική αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης. Από το 2010 έως το 2024, ο λόγος φόρων προς ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 7,4 ποσοστιαίες μονάδες, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα την τρίτη χώρα με τη μεγαλύτερη άνοδο μεταξύ όλων των μελών του ΟΟΣΑ, μετά τη Σλοβακία και την Ιαπωνία. Αυτή η διόγκωση των έμμεσων φόρων αναμένεται να συνεχιστεί, όπως έχει επισημανθεί και σε πρόσφατες εκθέσεις, μεταφέροντας μεγαλύτερο φορολογικό βάρος στην κατανάλωση.
Οι αντιδράσεις και τα επόμενα βήματα
Η συνεχιζόμενη εξάρτηση από την έμμεση φορολογία και οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές δημιουργούν ένα περιβάλλον φορολογικής ασφυξίας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση, παρά τις προσπάθειες για μείωση κάποιων φορολογικών βαρών, αντιμετωπίζει την πρόκληση να αναδιαρθρώσει το φορολογικό σύστημα ώστε να γίνει πιο δίκαιο και να ενισχύσει την ανάπτυξη χωρίς να επιβαρύνει δυσανάλογα τους πολίτες. Η διατήρηση των φορολογικών εσόδων, όπως φάνηκε και από την υπέρβαση των στόχων στον προϋπολογισμό, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κατανάλωση, η οποία ωστόσο επιβαρύνεται από τους υψηλούς έμμεσους φόρους.
🛡️ Το παρόν άρθρο έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα και δεν υποκαθιστά την επίσημη νομική ή φοροτεχνική συμβουλή