- Αμετάβλητα παρέμειναν τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ στη σημερινή συνεδρίαση.
- Ανοδική αναθεώρηση της ανάπτυξης στο 1,4% για το 2025 λόγω εγχώριας ζήτησης.
- Ο πληθωρισμός αναμένεται να προσεγγίσει τον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα.
- Η ΕΚΤ διατηρεί στάση αναμονής αξιολογώντας τα δεδομένα ανά συνεδρίαση.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να διατηρήσει αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια κατά τη σημερινή της συνεδρίαση, επιβεβαιώνοντας την πορεία προς τον στόχο του 2% για τον πληθωρισμό. Παράλληλα, οι εμπειρογνώμονες προχώρησαν σε αισιόδοξη αναθεώρηση των προβλέψεων για τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης, ο οποίος αναμένεται να φτάσει το 1,4% το 2025.
Η σημερινή απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αποτελεί ένα κρίσιμο ορόσημο στη νομισματική πολιτική της γηραιάς ηπείρου, καθώς έρχεται σε μια περίοδο όπου οι αγορές αναζητούν σαφήνεια για το τέλος του κύκλου των υψηλών επιτοκίων. Το παρασκήνιο της υπόθεσης συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια εξισορρόπησης μεταξύ της ανάσχεσης των τιμών και της στήριξης μιας οικονομίας που δείχνει σημάδια ανθεκτικότητας παρά τις διεθνείς προκλήσεις.
Οι νέες προβλέψεις για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη
Σύμφωνα με τις επικαιροποιημένες προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, ο γενικός πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 2,1% το 2025, υποχωρώντας στο 1,9% το 2026 και στο 1,8% το 2027. Παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα εμφάνισε διακυμάνσεις το προηγούμενο διάστημα, η ΕΚΤ παραμένει προσηλωμένη στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, ο οποίος αναμένεται να επιτευχθεί πλήρως το 2028.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανοδική αναθεώρηση της ανάπτυξης για τη ζώνη του ευρώ. Ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται πλέον στο 1,4% για το 2025 και στο 1,2% για το 2026, ενισχυμένος από την τόνωση της εγχώριας ζήτησης. Οι εκτιμήσεις αυτές έρχονται να συμπληρώσουν την εικόνα που έχουν διαμορφώσει διεθνείς οίκοι, όπως η Scope Ratings για την ελληνική οικονομία, υποδηλώνοντας μια γενικότερη σταθεροποίηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Τα επίπεδα των επιτοκίων και η στρατηγική της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο διατήρησε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 2,00%, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης στο 2,15% και το επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 2,40%. Σε αντίθεση με τη διεθνή τάση, όπου πρόσφατα η Fed μείωσε τα επιτόκια για να στηρίξει την αγορά εργασίας, η ΕΚΤ επιλέγει μια πιο συντηρητική στάση, αξιολογώντας τα δεδομένα από συνεδρίαση σε συνεδρίαση.
Αυτό που ανησυχεί τους αναλυτές και τους οικονομικούς κύκλους είναι η επιμονή του πληθωρισμού στον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος φαίνεται να αποκλιμακώνεται με βραδύτερο ρυθμό από τον αναμενόμενο. Η αγορά φαίνεται να προεξοφλεί μια περίοδο αναμονής, καθώς η κεντρική τράπεζα υπογραμμίζει ότι οι μελλοντικές αποφάσεις θα εξαρτηθούν από τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και τον βαθμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής στην πραγματική οικονομία.
Η επόμενη μέρα και τα εργαλεία προστασίας
Παράλληλα με τα επιτόκια, η ΕΚΤ συνεχίζει τη μείωση των χαρτοφυλακίων των προγραμμάτων APP και PEPP με προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα σταματά τις επανεπενδύσεις κεφαλαίων. Ωστόσο, το Transmission Protection Instrument (TPI) παραμένει ενεργό και διαθέσιμο για την αντιμετώπιση τυχόν άτακτων εξελίξεων στις αγορές που θα μπορούσαν να απειλήσουν τη συνοχή της ζώνης του ευρώ.
Η σταθερότητα των τιμών παραμένει η απόλυτη προτεραιότητα, με την ΕΚΤ να δηλώνει έτοιμη να προσαρμόσει όλα τα διαθέσιμα μέσα εντός της εντολής της. Οι επόμενοι μήνες θεωρούνται καθοριστικοί, καθώς η ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης θα δοκιμάσει την αντοχή των πληθωριστικών πιέσεων, καθορίζοντας το αν και πότε θα υπάρξει περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Τι να προσέξετε στις οικονομικές σας αποφάσεις
- Αξιολογήστε τα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, καθώς η σταθεροποίηση των επιτοκίων της ΕΚΤ σημαίνει ότι δεν αναμένονται άμεσες μειώσεις στο κόστος δανεισμού.
- Εξετάστε τις αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων, οι οποίες παραμένουν ελκυστικές όσο τα επιτόκια διατηρούνται σε αυτά τα επίπεδα.
- Παρακολουθήστε τον πληθωρισμό στις υπηρεσίες, καθώς επηρεάζει άμεσα το κόστος ζωής και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.