- Οι απευθείας αναθέσεις στο Δημόσιο αυξήθηκαν κατά 21% σε δύο χρόνια, φτάνοντας τις 224.000.
- Το υπουργείο Ανάπτυξης εξέδωσε εγκύκλιο για να περιορίσει την καταχρηστική χρήση τους.
- Θεσπίζονται όρια 30.000€ (ή 60.000€) και απαγορεύεται η τεχνητή κατάτμηση συμβάσεων.
- Απαιτείται έρευνα αγοράς και τεκμηρίωση της επιλογής του οικονομικού φορέα.
- Η μη τήρηση προθεσμιών καθιστά την ανάθεση παράνομη και τη σύμβαση άκυρη.
Ο αριθμός των απευθείας αναθέσεων στο Δημόσιο έχει σημειώσει εκρηκτική αύξηση της τάξης του 21% μέσα σε δύο χρόνια, φτάνοντας τις πάνω από 224.000 σήμερα από 184.757 το 2023. Αντιδρώντας σε αυτόν τον καταιγιστικό ρυθμό, το υπουργείο Ανάπτυξης εξέδωσε πρόσφατα εγκύκλιο, επιχειρώντας να βάλει φρένο στην καταχρηστική εφαρμογή της διαδικασίας και να διασφαλίσει τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια μιας τάσης που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, όπου η ανάγκη για ταχύτητα και ευελιξία, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, έχει οδηγήσει σε διευρυμένη χρήση εξαιρετικών διαδικασιών. Ωστόσο, η κατακόρυφη άνοδος των απευθείας αναθέσεων εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια των διαδικασιών, καθιστώντας επιτακτική την παρέμβαση των αρμόδιων αρχών.
Ο καταιγιστικός ρυθμός των απευθείας αναθέσεων
Τα στοιχεία από το Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ) είναι αποκαλυπτικά, καθώς καταγράφουν μια αύξηση περίπου 39.200 απευθείας αναθέσεων μέσα σε μόλις δύο χρόνια. Συγκεκριμένα, από 184.757 αναθέσεις το 2023, ο αριθμός εκτοξεύθηκε σε πάνω από 224.000 σήμερα, μεταφραζόμενος σε μια συνολική άνοδο της τάξης του 21%. Αυτό σημαίνει ότι, κατά μέσο όρο, διενεργούνται περισσότερες από 640 απευθείας αναθέσεις ημερησίως, ένας ρυθμός που υπογραμμίζει την ανάγκη για άμεση κυβερνητική παρέμβαση με αυστηρότερες οδηγίες και σαφείς διευκρινίσεις.
Οι οδηγίες του υπουργείου Ανάπτυξης
Στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η ανεξέλεγκτη αυτή τάση, το υπουργείο Ανάπτυξης εξέδωσε μια σημαντική εγκύκλιο προς όλες τις αναθέτουσες αρχές. Η εγκύκλιος, η οποία κοινοποιήθηκε στην εκπνοή του έτους, στοχεύει στην αποσαφήνιση του θεσμικού πλαισίου και στην αποτροπή πρακτικών που αλλοιώνουν τον εξαιρετικό χαρακτήρα της απευθείας ανάθεσης. Στο κείμενό της, διευκρινίζεται ρητά ότι η απευθείας ανάθεση αποτελεί μια εξαιρετική διαδικασία, η οποία επιτρέπεται μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται καταχρηστικά ως υποκατάστατο των διαγωνιστικών διαδικασιών. Αυτή η παρέμβαση έρχεται να ενισχύσει τη νομιμότητα και τη διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις, ένα πάγιο αίτημα για τη διαδικασία επιλογής σε δημόσιους φορείς.
Τα όρια και οι απαγορεύσεις
Η εγκύκλιος του υπουργείου Ανάπτυξης υπενθυμίζει επίσης τα ανώτατα όρια για τις απευθείας αναθέσεις. Συγκεκριμένα, το όριο ανέρχεται στις 30.000 ευρώ χωρίς ΦΠΑ, ενώ για ορισμένες κατηγορίες συμβάσεων υπηρεσιών, καθώς και για έργα τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, το όριο μπορεί να φτάσει τις 60.000 ευρώ υπό προϋποθέσεις. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ορθή εκτίμηση της αξίας της σύμβασης και στην υποχρέωση διενέργειας έρευνας αγοράς πριν από την αποστολή πρόσκλησης σε οικονομικό φορέα. Επιπλέον, ξεκαθαρίζεται ότι απαγορεύεται ρητά η τεχνητή κατάτμηση συμβάσεων με σκοπό την αποφυγή των προβλεπόμενων διαδικασιών, πρακτική που αντίκειται στο πνεύμα του νόμου. Ακόμη, τονίζεται η ανάγκη για επαρκή τεκμηρίωση της επιλογής, ακόμη και όταν απευθύνεται πρόσκληση σε έναν μόνο οικονομικό φορέα.
Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η εν λόγω εγκύκλιος αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της διαφάνειας και της λογοδοσίας στο Δημόσιο. Ωστόσο, υπογραμμίζουν ότι η αποτελεσματικότητά της θα κριθεί στην πράξη, από την αυστηρή εφαρμογή των προβλεπόμενων διατάξεων και την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης. Η διαρκής παρακολούθηση και οι τακτικοί έλεγχοι θεωρούνται απαραίτητα για να διασφαλιστεί ότι οι απευθείας αναθέσεις θα παραμείνουν πράγματι μια εξαιρετική διαδικασία.
Τι αναμένεται στη συνέχεια
Η παρέμβαση του υπουργείου Ανάπτυξης έρχεται σε μια κρίσιμη συγκυρία, καθώς η διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις αποτελεί ζητούμενο τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η εγκύκλιος θέτει τις βάσεις για μια πιο ορθολογική και νόμιμη χρήση των απευθείας αναθέσεων, με στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και την αποφυγή καταχρηστικών πρακτικών. Η τήρηση των προβλεπόμενων προθεσμιών, όπως η απαίτηση για τουλάχιστον πέντε ημέρες μεταξύ δημοσίευσης πρόσκλησης και ανάρτησης απόφασης ανάθεσης, είναι ζωτικής σημασίας, καθώς σε αντίθετη περίπτωση η ανάθεση καθίσταται παράνομη και η σύμβαση αυτοδικαίως άκυρη. Η κυβέρνηση αναμένεται να παρακολουθήσει στενά την εφαρμογή των νέων οδηγιών, προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητά τους.
🛡️ Το παρόν άρθρο έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα και δεν υποκαθιστά την επίσημη νομική ή φοροτεχνική συμβουλή