- Το 2025 καταγράφηκε η μικρότερη αύξηση αιολικής παραγωγής των τελευταίων 20 ετών.
- Η αλλαγή πολιτικής στις ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ πάγωσε τις επενδύσεις.
- Κορυφαίες εταιρείες όπως η Orsted και η Mitsubishi αναδιπλώνονται ή αποσύρονται.
- Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε μόλις κατά 7% έναντι του αναμενόμενου 14%.
Το 2025 εξελίχθηκε σε μια απρόσμενη χρονιά κρίσης για την παγκόσμια αγορά αιολικής ενέργειας, με τις επενδύσεις να «παγώνουν» εξαιτίας της πολιτικής μεταστροφής στις ΗΠΑ και της χαμηλής παραγωγής στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ember, ο ρυθμός ανάπτυξης της παραγωγής περιορίστηκε στο 7%, έναντι του ιστορικού μέσου όρου του 14%, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη στον κλάδο ως βασικό πυλώνα της πράσινης μετάβασης.
| Δείκτης | Επίδοση 2025 |
|---|---|
| Παγκόσμια Παραγωγή (Ember) | 2.158 TWh |
| Ρυθμός Αύξησης 2025 | 7% |
| Μέσος Ρυθμός 2015-2024 | 14% |
| Μερίδιο Ασίας στην Παραγωγή | 45% |
| Κύριες Αγορές σε Στασιμότητα | Γερμανία, Δανία, ΗΠΑ |
Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια μιας δεκαετούς περιόδου (2015-2024) όπου οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποτελούσαν το επίκεντρο των διεθνών αγορών. Τεχνικά, η πρόκληση το 2025 δεν εντοπίζεται μόνο στη χρηματοδότηση, αλλά και στην απροσδόκητα χαμηλή απόδοση των υφιστάμενων υποδομών, γεγονός που αναγκάζει τις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν τον σχεδιασμό των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς η ενεργειακή ασφάλεια τίθεται ξανά σε αμφισβήτηση.
Η πολιτική ανατροπή στις ΗΠΑ και το παγκόσμιο «ντόμινο»
Καθοριστικό ρόλο στην τρέχουσα κρίση έπαιξε η αιφνίδια μεταστροφή της ενεργειακής πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε σε πλήρη αναστροφή της στήριξης προς τις ΑΠΕ, ακυρώνοντας επιδοτήσεις και επισπεύδοντας την κατάργηση φοροαπαλλαγών. Αυτή η κίνηση δημιούργησε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας, οδηγώντας σε αναστολή μεγάλων έργων και επηρεάζοντας άμεσα την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, η οποία εμφανίζει ήδη σημάδια κόπωσης.
Στην Ευρώπη, και ειδικότερα στη Γερμανία και τη Δανία, η ανταπόκριση στις τελευταίες δημοπρασίες για νέα αιολικά έργα ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Κορυφαίοι παίκτες του κλάδου, όπως η Orsted και η Vestas, αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε επιχειρηματικές αναδιπλώσεις, ενώ στην Ιαπωνία η Mitsubishi απέσυρε τα υπεράκτια σχέδιά της λόγω της ραγδαίας αύξησης του κόστους των υλικών και της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Τα δεδομένα της Ember: Χαμηλές πτήσεις στην παραγωγή
Η χαμηλότερη του αναμενόμενου απόδοση των υφιστάμενων πάρκων έπληξε σοβαρά τη φήμη του κλάδου. Σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης Ember, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά τους πρώτους δέκα μήνες του 2025 ανήλθε στις 2.158 τεραβατώρες. Παρά το ιστορικό υψηλό, η αύξηση του 7% είναι η μικρότερη των τελευταίων δύο δεκαετιών, γεγονός που αποδίδεται στις δυσμενείς μετεωρολογικές συνθήκες και την τεχνική κόπωση των παλαιότερων μονάδων.
Νομικοί κύκλοι και αναλυτές της αγοράς επισημαίνουν ότι η ασφάλεια δικαίου των επενδύσεων έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα. Η αγορά φαίνεται να προεξοφλεί μια περίοδο στασιμότητας, καθώς οι αυστηρότεροι κανονισμοί και η απώλεια κινήτρων καθιστούν τα νέα έργα οικονομικά ασύμφορα. Αυτή η «επενδυτική απεργία» αναμένεται να επηρεάσει τις τιμές του ρεύματος μεσοπρόθεσμα, καθώς η προσφορά πράσινης ενέργειας δεν ακολουθεί τη ζήτηση.
Η επόμενη μέρα και οι προοπτικές ανάκαμψης
Παρά το δυσμενές κλίμα, η βιομηχανία αναζητά διεξόδους για το 2026. Η σταδιακή ανάκαμψη θα μπορούσε να προέλθει από τη βελτίωση των κινήτρων στις δημοπρασίες και την αναδιοργάνωση των εφοδιαστικών αλυσίδων. Η παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια παραμένει σε υψηλά επίπεδα, και η ανάγκη για απανθρακοποίηση ίσως αναγκάσει τις κυβερνήσεις να επαναφέρουν τα υποστηρικτικά πλαίσια για να αποφύγουν μια γενικευμένη ενεργειακή κρίση.
Τι πρέπει να προσέξουν οι επενδυτές ενέργειας
- Παρακολουθήστε τις αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο των ΗΠΑ και της ΕΕ για τυχόν νέα κίνητρα.
- Αξιολογήστε την τεχνική κατάσταση και την απόδοση των υφιστάμενων χαρτοφυλακίων ΑΠΕ.
- Δώστε έμφαση σε εταιρείες με διαφοροποιημένες εφοδιαστικές αλυσίδες για μείωση του ρίσκου.
- Ενημερωθείτε για τις νέες τεχνολογίες αποθήκευσης που μπορούν να αντισταθμίσουν τη χαμηλή παραγωγή.