- Η Θεοδώρα Σιάρκου εξομολογήθηκε τις αγωνίες της λόγω του επαγγέλματος του συζύγου της ως δύτη.
- Η ηθοποιός έχει δύο παιδιά, 17 και 14 ετών, και περιέγραψε τη στοχοπροσήλωση του γιου της.
- Μοιράστηκε τη μοναδική εμπειρία της ως προθιέρεια στην Ολυμπιακή Φλόγα το 2006.
- Η τελετή αφής της Φλόγας αποτελεί για την ίδια μια βαθιά πνευματική και ανατριχιαστική εμπειρία.
Η γνωστή ηθοποιός Θεοδώρα Σιάρκου βρέθηκε καλεσμένη στην εκπομπή «Νωρίς Νωρίς» της Τρίτης, όπου μίλησε για την προσωπική και επαγγελματική της ζωή. Η ίδια εξομολογήθηκε τις μεγάλες αγωνίες που βιώνει εδώ και 20 χρόνια λόγω του επικίνδυνου επαγγέλματος του συζύγου της, ο οποίος είναι δύτης. Παράλληλα, μοιράστηκε λεπτομέρειες για την οικογένειά της και την μοναδική εμπειρία της ως προθιέρεια στην Ολυμπιακή Φλόγα.
Η συνέντευξη της Θεοδώρας Σιάρκου έρχεται να αναδείξει την συχνά αθέατη πλευρά της ζωής των καλλιτεχνών, όπου πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας κρύβονται προσωπικές αγωνίες και οικογενειακές προκλήσεις. Η ειλικρινής της εξομολόγηση για το επάγγελμα του συζύγου της και την ανατροφή των παιδιών της, προσφέρει μια πιο ανθρώπινη και relatable εικόνα, μακριά από το glamorous στερεότυπο.
Η αγωνία για το επάγγελμα του συζύγου και η οικογενειακή ζωή
Η Θεοδώρα Σιάρκου, μιλώντας στην εκπομπή «Νωρίς Νωρίς» σήμερα, αποκάλυψε ότι ο σύζυγός της ασχολείται με την ελεύθερη κατάδυση με μπουκάλες και οτιδήποτε έχει σχέση με τον βυθό. «Είμαστε 20 χρόνια μαζί. Δηλαδή, εντάξει, έχω φάει πολλές φρίκες, πολλές αγωνίες, αλλά από ένα σημείο και μετά το παίρνεις απόφαση. Λες: “αυτό έχω, αυτό είναι. χορεύουμε με αυτό”», παραδέχτηκε η ηθοποιός, τονίζοντας την ψυχική δύναμη που απαιτείται για να διαχειριστεί μια τέτοια κατάσταση.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στα δύο της παιδιά, έναν 17χρονο γιο και μία 14χρονη κόρη, τη Σοφία. Περιέγραψε τον γιο της ως στοχοπροσηλωμένο, ο οποίος θέλει να γίνει μηχανολόγος μηχανικός και έχει ως στόχο το Πολυτεχνείο. «Είναι συνεπής με τα διαβάσματά του, με τα φροντιστήρια του, με όλα του. Βρίσκει και το χρόνο του να ζει», ανέφερε χαρακτηριστικά. Μάλιστα, αποκάλυψε πως έχουν «περίεργα» χόμπι, καθώς κάθε Κυριακή πηγαίνει με τον πατέρα του στην πίστα στη Σταμάτα για να τρέξουν με τηλεκατευθυνόμενα αυτοκινητάκια, δείχνοντας μια ιδιαίτερη σχέση πατέρα-γιου. Η ηθοποιός υπογράμμισε επίσης τη σημασία της ψυχραιμίας και της αγάπης στην αντιμετώπιση της εφηβείας των παιδιών.
Η εμπειρία της ως προθιέρεια στην Ολυμπιακή Φλόγα
Ένα άλλο σημαντικό κομμάτι της συνέντευξης ήταν η αναφορά της Θεοδώρας Σιάρκου στην εμπειρία της ως προθιέρεια στην Ολυμπιακή Φλόγα. «Το 2006 ήμουν προθιέρεια στους Ολυμπιακούς αγώνες. 20 χρόνια πριν», δήλωσε, προσθέτοντας ότι τότε εργαζόταν στην Πάτρα, στο ΔΗΠΕΘΕ. Η ίδια χαρακτήρισε αυτή την εμπειρία ως «ζωής» και «απερίγραπτη». Η επιλογή της έγινε χάρη σε μια καθηγήτρια της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, η οποία ήταν υπεύθυνη για την τελετή αφής και επέλεγε μαθήτριες με «αρχαιοελληνικό ανάστημα» και «ιδιαίτερη ομορφιά».
Η ύψιστη τιμή και η πνευματική διάσταση της τελετής
Η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας, η οποία έγινε τον Νοέμβριο του 2005 για τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2006, περιγράφηκε από τη Σιάρκου ως «ύψιστη τιμή». Η ηθοποιός τόνισε τη βαθιά πνευματική διάσταση της τελετής: «Είναι οι ενέργειες εκείνη τη στιγμή που ανάβεις τη φλόγα, νομίζεις ότι πραγματικά συνωμοτεί το σύμπαν». Η προσευχή στον Απόλλωνα, με την ευχή «να ανάψει τη φλόγα για να ενωθούν όλοι οι λαοί της γης και να δώσει έμπνευση στους αθλητές να αγωνιστούν με ευγενή άμιλλα», είναι κάτι «πέρα από σένα, πέρα από το ανθρώπινο», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Αυτή η διάσταση της τελετής, σε συνδυασμό με τον επιβλητικό χώρο της Ολυμπίας, δημιουργεί μια ανατριχιαστική και μοναδική αίσθηση, όπως σημειώνουν συχνά οι αναλυτές πολιτιστικών γεγονότων.
Οι δηλώσεις της Θεοδώρας Σιάρκου προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα μιας καλλιτέχνιδας που έχει βιώσει τόσο την επαγγελματική καταξίωση όσο και τις προσωπικές προκλήσεις, διατηρώντας πάντα την αισιοδοξία και την αγάπη για τη ζωή και την οικογένειά της. Η ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής αποτελεί άλλωστε ένα διαρκές ζητούμενο για πολλούς δημόσιους ανθρώπους, όπως έχει φανεί και από άλλες πρόσφατες εξομολογήσεις καλλιτεχνών.