- Το Κρεμλίνο δηλώνει πρόοδο στις ειρηνευτικές συνομιλίες με τις ΗΠΑ για την Ουκρανία.
- Ο Πούτιν αποδέχθηκε μέρος του αμερικανικού σχεδίου, αλλά απαιτεί τον πλήρη έλεγχο του Ντονμπάς.
- Η Ουκρανία εκφράζει φόβους για δυσμενείς όρους από πιθανή συμφωνία Τραμπ-Πούτιν.
- Η Ρωσία είναι έτοιμη για στρατιωτική δράση αν η διπλωματία αποτύχει.
- Οι συνομιλίες της Τρίτης μεταξύ Πούτιν και απεσταλμένων των ΗΠΑ διήρκεσαν πέντε ώρες.
Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες σημειώνουν πρόοδο στις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία, εκφράζοντας την ετοιμότητα της Μόσχας να συνεχίσει τη συνεργασία με την τρέχουσα αμερικανική ομάδα. Αυτή η εξέλιξη έρχεται μετά τις πεντάωρες διαπραγματεύσεις του Προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν με απεσταλμένους των ΗΠΑ νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, αν και η Ουκρανία εκφράζει φόβους για μια συμφωνία που θα της επιβάλει δυσμενείς όρους.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται ως συνέχεια μιας σειράς εντατικών διπλωματικών προσπαθειών που κορυφώθηκαν με τις πρόσφατες συνομιλίες στη Μόσχα, οι οποίες αποσκοπούν στην εξεύρεση λύσης για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Το παρασκήνιο της υπόθεσης περιλαμβάνει την ενεργό εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών, με τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να επιδιώκει την επίτευξη μιας συμφωνίας, παρά τις συνεχιζόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις και την αδιάλλακτη στάση της Ρωσίας.
Οι ενθαρρυντικές δηλώσεις του Κρεμλίνου
Όπως μεταδίδει το Reuters, το Κρεμλίνο δήλωσε την Παρασκευή ότι η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες σημειώνουν πρόοδο στις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία. Ο σύμβουλος του Κρεμλίνου, Γιούρι Ουσάκοφ, ο οποίος συμμετείχε στις συνομιλίες της Τρίτης, ανέφερε στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Zvezda ότι «σημειώνουμε πρόοδο στις κύριες διαπραγματεύσεις που αφορούν τον πρόεδρό μας». Αυτή η δήλωση χαρακτηρίστηκε ως ενθαρρυντική, με τη Μόσχα να εκφράζει την ετοιμότητά της να συνεχίσει να εργάζεται με την τρέχουσα αμερικανική ομάδα. Η ρωσική κρατική υπηρεσία ειδήσεων RIA επικαλέστηκε τον Ουσάκοφ, ο οποίος δήλωσε ότι το Κρεμλίνο αναμένει την «αντίδραση των Αμερικανών συναδέλφων» στις συνομιλίες που διεξήχθησαν.
Οι μαραθώνιες συνομιλίες και οι όροι της Ρωσίας
Ο Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε πεντάωρες συνομιλίες με δύο απεσταλμένους των ΗΠΑ το βράδυ της Τρίτης, κατά τις οποίες, σύμφωνα με το Κρεμλίνο, αποδέχθηκε ορισμένα στοιχεία ενός ειρηνευτικού σχεδίου που συνέταξαν οι ΗΠΑ, αλλά απέρριψε άλλα. Το Κρεμλίνο είχε ανακοινώσει νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι ο Πούτιν ήταν έτοιμος για περαιτέρω συνομιλίες. Ωστόσο, ο Πούτιν επανέλαβε στη συνέχεια την απαίτηση της Ρωσίας για πλήρη έλεγχο επί της περιοχής του Ντονμπάς στην Ουκρανία, δηλώνοντας ότι η Μόσχα θα καταλάβει την περιοχή με τη βία εάν τα ουκρανικά στρατεύματα δεν αποχωρήσουν. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, οι προσπάθειες του οποίου να τερματίσει τον πόλεμο δεν έχουν οδηγήσει μέχρι στιγμής σε κάποια σημαντική εξέλιξη, χαρακτήρισε τη συνάντηση αυτής της εβδομάδας ως «αρκετά καλή», αλλά τόνισε ότι ο δρόμος μπροστά παραμένει ασαφής.
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η ετοιμότητα του Κρεμλίνου για περαιτέρω εμπλοκή, παρά τις αμετάβλητες απαιτήσεις του για τον Ντονμπάς, υποδηλώνει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ διπλωματίας και στρατιωτικής πίεσης. Η αγορά και οι διεθνείς σχέσεις παρακολουθούν στενά αυτές τις εξελίξεις, καθώς οποιαδήποτε συμφωνία θα μπορούσε να έχει ευρύτερες γεωπολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις, επηρεάζοντας την σταθερότητα στην Ανατολική Ευρώπη και τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας.
Οι ανησυχίες του Κιέβου και η απάντηση της Ουκρανίας
Η Ουκρανία, από την πλευρά της, ζητά άμεση κατάπαυση του πυρός και κατηγορεί τον Πούτιν ότι προσποιείται ενδιαφέρον για ειρηνευτικές συνομιλίες ενώ συνεχίζει τον πόλεμο. Ταυτόχρονα, το Κίεβο εκφράζει φόβους ότι ο Τραμπ και ο Πούτιν θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα την αναγκάσει να αποδεχθεί βαθιά δυσμενείς όρους και θα την αφήσει ευάλωτη σε μια νέα επίθεση από τη Ρωσία στο μέλλον. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας δήλωσε την Πέμπτη ότι η χώρα του επιθυμεί «πραγματική ειρήνη, όχι κατευνασμό» με τη Ρωσία.
Η επόμενη μέρα των διαπραγματεύσεων
Η Ρωσία δηλώνει ότι είναι σοβαρή στην αναζήτηση ενός τέλους στον πόλεμο, αλλά θα επιτύχει τους στόχους της με στρατιωτικά μέσα εάν δεν μπορεί να τους επιτύχει μέσω της διπλωματίας. Αυτή η διπλή προσέγγιση, που συνδυάζει τις συνομιλίες με την απειλή χρήσης βίας, περιπλέκει περαιτέρω την κατάσταση και καθιστά την έκβαση των διαπραγματεύσεων εξαιρετικά αβέβαιη. Η διεθνής κοινότητα αναμένει με αγωνία την επόμενη κίνηση τόσο από την Ουάσιγκτον όσο και από τη Μόσχα, καθώς οι επιπτώσεις μιας πιθανής συμφωνίας ή της συνέχισης των συγκρούσεων θα είναι εκτεταμένες.