- Ο Χρήστος Ράμμος κατέθεσε για εμπόδια της ΕΥΠ στους ελέγχους υποκλοπών.
- Η ΑΔΑΕ δεν είχε πλήρη πρόσβαση στους φακέλους της ΕΥΠ για τους λόγους άρσης απορρήτου.
- Η γνωμοδότηση Ντογιάκου περιόρισε τις αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ για ελέγχους εθνικής ασφάλειας.
- Οι έλεγχοι της ΑΔΑΕ στο ΚΕΤΥΑΚ ήταν ελλιπείς και βασίστηκαν σε «καλοπιστία».
- Θεσμικά εμπόδια και άρνηση συνεργασίας εμπόδισαν ολοκληρωμένη έρευνα στις υποκλοπές.
Με την κατάθεση του πρώην προέδρου της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), Χρήστου Ράμμου, συνεχίστηκε σήμερα στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας η δίκη για το σκάνδαλο των παράνομων παρακολουθήσεων μέσω του λογισμικού Predator. Ο κ. Ράμμος περιέγραψε συστηματικά εμπόδια και άρνηση συνεργασίας από την ΕΥΠ, τονίζοντας ότι η Αρχή δεν έλαβε ποτέ τους πλήρεις φακέλους που ζήτησε για τους λόγους άρσης του απορρήτου.
Η υπόθεση των παράνομων παρακολουθήσεων, που συγκλονίζει το δημόσιο βίο, βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο με τη συνέχιση της ακροαματικής διαδικασίας. Το πλαίσιο των ελέγχων των ανεξάρτητων αρχών σε κρατικές υπηρεσίες αποτελεί ένα κρίσιμο σημείο για τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, ειδικά σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας και προστασίας προσωπικών δεδομένων, αναδεικνύοντας την πολυπλοκότητα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί.
Η κατάθεση του Χρήστου Ράμμου στο δικαστήριο
Ο Χρήστος Ράμμος, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της ΑΔΑΕ για έξι χρόνια, μέχρι τον Ιούνιο του 2025, περιέγραψε τους ελέγχους της Αρχής στην ΕΥΠ ως «κενό γράμμα». Όπως κατέθεσε, η ΑΔΑΕ είχε τη δυνατότητα να ελέγξει μόνο τις διατάξεις άρσης απορρήτου, χωρίς όμως να της δοθεί ποτέ πρόσβαση στους φακέλους που αφορούσαν τους λόγους για αυτές τις άρσεις. Ο κ. Ράμμος αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην καταγγελία του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη τον Αύγουστο του 2020, όπου διαπιστώθηκε διάταξη άρσης του απορρήτου του, αλλά η Αρχή δεν μπόρεσε να ενημερώσει τον ίδιο λόγω αλλαγής του νόμου.
Η διαδικασία ελέγχου χαρακτηρίστηκε από τον μάρτυρα ως δύσκολη και υποστελεχωμένη. Επεσήμανε ότι η ΑΔΑΕ δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει αιφνιδιαστικούς ελέγχους στην ΕΥΠ, καθώς απαιτούνταν η παρουσία του διοικητή της υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να χάνεται το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την έλλειψη ηλεκτρονικού αρχείου για τις διατάξεις παρακολούθησης, καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολο τον εντοπισμό και την αξιολόγηση των σχετικών εγγράφων.
Εμπόδια και άρνηση συνεργασίας από την ΕΥΠ
Ο πρώην πρόεδρος της ΑΔΑΕ υπογράμμισε την άρνηση της ΕΥΠ να παραδώσει τους πλήρεις φακέλους, παρά τα επανειλημμένα αιτήματα. Όπως ανέφερε, η Αρχή επισκέφθηκε την ΕΥΠ 3-4 φορές ζητώντας τους φακέλους, λαμβάνοντας κάθε φορά αρνητική απάντηση με διάφορες δικαιολογίες, όπως «άλλαξε η διοίκηση» ή «έχουμε κάνει ελέγχους και είναι όλα νόμιμα». Αυτή η συμπεριφορά, κατά τον κ. Ράμμο, οδήγησε σε μια αίσθηση έλλειψης εμπιστοσύνης από την πλευρά της ΕΥΠ προς την ΑΔΑΕ.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στους ελέγχους στο Κέντρο Τεχνολογικής Υποστήριξης, Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΚΕΤΥΑΚ), όπου το τοπίο παρέμεινε «θολό». Ο μάρτυρας δήλωσε ότι η Αρχή ήλεγξε όσα της έδειξαν, βασιζόμενη σε «καλοπιστία», χωρίς να έχει πλήρη εικόνα για την ύπαρξη επιπλέον κτιρίων ή εξοπλισμού. Μάλιστα, σε ερώτηση του εισαγγελέα για την πιθανότητα ύπαρξης δεύτερου κτιρίου, ο κ. Ράμμος απάντησε ότι δεν μπήκαν και δεν το συζήτησαν, ενώ δεν ελέγχθηκαν υπολογιστές που δεν ήταν συνδεδεμένοι στο διαδίκτυο αλλά επικοινωνούσαν με την ΕΥΠ. Αυτή η κατάσταση, όπως επισημαίνουν νομικοί κύκλοι, δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την πληρότητα και την αποτελεσματικότητα των διενεργηθέντων ελέγχων.
Ο ρόλος της γνωμοδότησης Ντογιάκου και οι αντιδράσεις
Στο «μικροσκόπιο» της έδρας μπήκε και η γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρου Ντογιάκου, η οποία ανέφερε ότι η ΑΔΑΕ δεν είχε αρμοδιότητα να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών για παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας. Ο κ. Ράμμος χαρακτήρισε τη γνωμοδότηση αυτή ως «λάθος» και «παρέμβαση στην Αρχή», τονίζοντας ότι στερούσε από την ΑΔΑΕ τη δυνατότητα ελέγχου σε κρίσιμες περιπτώσεις. Η γνωμοδότηση αυτή προκάλεσε «ταλάντευση» στην Ολομέλεια της ΑΔΑΕ και οδήγησε σε αντιδράσεις σε εισηγήσεις του κ. Ράμμου.
Ο πρώην πρόεδρος της ΑΔΑΕ αναφέρθηκε επίσης στην στοχοποίησή του, με εκφράσεις όπως «delivery boy του ΣΥΡΙΖΑ» ή «προδότης», τις οποίες χαρακτήρισε «δολοφονία χαρακτήρα». Περιέγραψε μια δημόσια σύγκρουση που ακολούθησε την ενημέρωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Νίκου Ανδρουλάκη, για την παρακολούθησή του. Τέλος, ο κ. Ράμμος αποκάλυψε ότι η Αρχή εντόπισε την πιστωτική κάρτα από την οποία «αγοράστηκαν» τα μολυσμένα μηνύματα, αλλά το στοιχείο αυτό δεν αξιοποιήθηκε για να «ξηλωθεί το πουλόβερ» της υπόθεσης.
Ανεπαρκείς έλεγχοι και θεσμικά κενά
Συνολικά, η κατάθεση του Χρήστου Ράμμου σκιαγράφησε μια εικόνα θεσμικών εμποδίων, άρνησης συνεργασίας και ανεπαρκών διαδικασιών, που δεν επέτρεψαν ποτέ μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση των παρακολουθήσεων. Ενώ η ΑΔΑΕ διενεργούσε δειγματοληπτικούς ελέγχους και εντόπιζε τυπικά τις διατάξεις άρσης, η έλλειψη πρόσβασης στους πλήρεις φακέλους και η άρνηση συνεργασίας από την ΕΥΠ καθιστούσαν τον ρόλο της Αρχής διακοσμητικό σε ουσιαστικό επίπεδο. Ο κ. Ράμμος τόνισε ότι, παρά τις προσπάθειες, η διασταύρωση της λίστας των παρακολουθούμενων της ΕΥΠ και του Predator δεν έγινε, καθώς απορρίφθηκε η εισήγησή του, ενώ σημείωσε και την αντιδεοντολογική ενέργεια μέλους της ΑΔΑΕ που ενημέρωσε την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την πορεία της έρευνας.
🛡️ Το παρόν άρθρο έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα και δεν υποκαθιστά την επίσημη νομική ή φοροτεχνική συμβουλή