- 75χρονος δικηγόρος καταδικάστηκε για υπεξαίρεση 142.000 ευρώ από κληροδότημα νοσοκομείου Χανίων.
- Επί δέκα χρόνια εισέπραττε ενοίκια 1.200 ευρώ μηνιαίως, τα οποία διοχέτευε σε προσωπικό λογαριασμό.
- Ομολόγησε την πράξη, επικαλούμενος προσωπική ανάγκη, αλλά η εισαγγελέας απέρριψε τον ισχυρισμό.
- Έχει επιστρέψει μόνο 20.000 ευρώ από το συνολικό ποσό μέχρι στιγμής.
Ένας 75χρονος δικηγόρος, πρώην νομικός σύμβουλος του Νοσοκομείου Χανίων, κρίθηκε ένοχος την Τετάρτη για υπεξαίρεση ποσού 142.000 ευρώ. Ο κατηγορούμενος φέρεται να εισέπραττε επί δέκα χρόνια ενοίκια από κεντρικό ακίνητο των Χανίων, ιδιοκτησίας κληροδοτήματος του ιδρύματος, χωρίς ποτέ να τα αποδώσει.
Η υπόθεση της υπεξαίρεσης στα Χανιά αναδεικνύει την ανάγκη για ενισχυμένους ελεγκτικούς μηχανισμούς και διαφάνεια στη διαχείριση των κληροδοτημάτων και των περιουσιακών στοιχείων των δημόσιων φορέων. Τέτοια περιστατικά υπογραμμίζουν τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν η εμπιστοσύνη προς πρόσωπα με θεσμικό ρόλο δεν συνοδεύεται από αυστηρές διαδικασίες λογοδοσίας, ειδικά σε περιπτώσεις διαχείρισης σημαντικών κεφαλαίων.
Η καταδίκη και η ομολογία
Την Τετάρτη, το δικαστήριο έκρινε ένοχο έναν 75χρονο Χανιώτη δικηγόρο για υπεξαίρεση ποσού 142.000 ευρώ. Ο δικηγόρος, ο οποίος εργαζόταν ως νομικός σύμβουλος του Νοσοκομείου Χανίων, φέρεται να εισέπραττε κάθε μήνα, επί μία δεκαετία, ενοίκιο για ένα κεντρικό ακίνητο των Χανίων. Το ακίνητο αυτό ανήκε σε κληροδότημα του Νοσοκομείου, ωστόσο ο ίδιος δεν απέδωσε ποτέ τα χρήματα στο ίδρυμα. Όπως μεταδίδει το zarpanews, ο συνταξιούχος σήμερα δικηγόρος ομολόγησε την πράξη του, ισχυριζόμενος πως βρέθηκε σε μεγάλη προσωπική ανάγκη και δεσμεύτηκε για την πλήρη επιστροφή του ποσού, αν και μέχρι στιγμής έχει επιστρέψει μόνο 20.000 ευρώ.
Η μεθοδολογία της υπεξαίρεσης και οι αποκαλύψεις
Η υπεξαίρεση αφορά την περίοδο από το 2010 έως το 2020, δηλαδή από τον θάνατο της ιδιοκτήτριας του ακινήτου μέχρι τη στιγμή που αποκαλύφθηκε η δράση του δικηγόρου. Ο διοικητής του ιδρύματος, Γιώργος Μπέας, κατέθεσε ότι διαπιστώθηκε πως τα χρήματα κατευθύνονταν σε προσωπικό λογαριασμό του δικηγόρου. «Βρήκαμε ότι τα χρήματα κατευθύνονταν σε δικό του προσωπικό λογαριασμό», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μπέας, προσθέτοντας ότι ο δικηγόρος συνέχισε να λαμβάνει τα χρήματα ακόμα και μετά τη συνταξιοδότησή του το 2016, χρηματοδοτώντας μάλιστα την ανέγερση σπιτιού. Η μισθώτρια του ακινήτου επιβεβαίωσε ότι πλήρωνε ανελλιπώς 1.200 ευρώ τον μήνα στον δικηγόρο, ο οποίος της παρουσιαζόταν ως εντολοδόχος του Νοσοκομείου.
Η θέση της εισαγγελέως και η απόρριψη των ισχυρισμών
Η εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την ενοχή του δικηγόρου, υποστηρίζοντας ότι ενήργησε με δόλο για δέκα ολόκληρα χρόνια, ιδιοποιούμενος παράνομα τα χρήματα. Τόνισε πως ο ίδιος παραδέχτηκε την πράξη του. Αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι βρέθηκε σε έκτακτη ανάγκη και πήρε δάνειο, η εισαγγελέας αντέτεινε πως αυτό δεν ισχύει, καθώς η απόφαση αυτή δεν ήταν στιγμιαία αλλά ανανεωνόταν κάθε μήνα για μια δεκαετία, προτείνοντας την απόρριψη του σχετικού ισχυρισμού του. «Το ποσό που επεστράφη είναι ελάχιστο», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι ακόμα και η προσπάθεια να πουλήσει περιουσιακό του στοιχείο για να αποπληρώσει το χρέος, έγινε όψιμα, πιθανόν για μια καλύτερη ποινική μεταχείριση. Παρόμοιες υποθέσεις υπεξαίρεσης, όπως αυτή που αφορά τον πρώην επικεφαλής της Καθολικής Επισκοπής Σύρου, αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα και τη σοβαρότητα τέτοιων οικονομικών εγκλημάτων που πλήττουν τη δημόσια εμπιστοσύνη.
Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η συγκεκριμένη υπόθεση αποτελεί ένα ηχηρό παράδειγμα των συνεπειών που επιφέρει η κατάχρηση εμπιστοσύνης σε θέσεις ευθύνης, ειδικά όταν πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που προορίζεται για κοινωφελείς σκοπούς. Η μακρά διάρκεια της υπεξαίρεσης και η συστηματική φύση της πράξης ενισχύουν την άποψη περί δόλιας ενέργειας, ανεξάρτητα από τους προσωπικούς ισχυρισμούς του δράστη.
Οι αντιδράσεις και τα επόμενα βήματα
Η καταδίκη του 75χρονου δικηγόρου στέλνει ένα σαφές μήνυμα σχετικά με την ατιμωρησία σε υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος, ιδίως όταν εμπλέκονται δημόσιοι ή κοινωφελείς φορείς. Το Νοσοκομείο Χανίων αναμένεται να συνεχίσει τις νομικές ενέργειες για την πλήρη ανάκτηση του υπολειπόμενου ποσού των 122.000 ευρώ, ενώ η υπόθεση πιθανόν να αποτελέσει σημείο αναφοράς για την ενίσχυση των εσωτερικών ελέγχων σε παρόμοιους οργανισμούς.