- Εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση στην Τροχαία Χαλκιδικής.
- Στη δικογραφία περιλαμβάνονται 31 αστυνομικοί και 60 ιδιώτες.
- Ο διοικητής του τμήματος κατηγορείται για συνέργεια και δωροληψία.
- Οι μέθοδοι περιελάμβαναν «φακελάκια», «προστασία» και διαγραφή παραβάσεων.
- Βεβαιώνονταν ψευδείς παραβάσεις για υψηλά ποσοστά απόδοσης.
Μια πολύμηνη έρευνα των «Αδιάφθορων» της Ελληνικής Αστυνομίας οδήγησε στην εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης εντός της Τροχαίας Χαλκιδικής, με τη σύλληψη τριών αστυνομικών και την κατηγορία του διοικητή του τμήματος. Συνολικά 31 αστυνομικοί περιλαμβάνονται στη δικογραφία για ψευδείς βεβαιώσεις παραβάσεων και διαγραφή προστίμων έναντι ανταλλαγμάτων, αποκαλύπτοντας ένα εκτεταμένο κύκλωμα διαφθοράς.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται να υπογραμμίσει τη συνεχή προσπάθεια των εσωτερικών ελεγκτικών μηχανισμών της Ελληνικής Αστυνομίας να διασφαλίσουν την ακεραιότητα του Σώματος, αντιμετωπίζοντας φαινόμενα διαφθοράς που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Η πολυπλοκότητα και η έκταση της υπόθεσης στη Χαλκιδική αναδεικνύουν την ανάγκη για διαρκή επαγρύπνηση και αυστηρούς ελέγχους, ειδικά σε θέσεις εξουσίας.
Η πολύμηνη έρευνα και οι συλλήψεις
Η πολύμηνη έρευνα που διεξήχθη από την Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., γνωστή ως «Αδιάφθοροι», οδήγησε στην εξάρθρωση μιας εγκληματικής οργάνωσης που δρούσε εντός τμήματος Τροχαίας δήμου της Χαλκιδικής. Η έρευνα ξεκίνησε έπειτα από την καταγγελία ενός 35χρονου επαγγελματία οδηγού, ο οποίος ανέφερε ότι ένας 38χρονος υπαστυνόμος Β΄, φερόμενος ως αρχηγός της ομάδας, του βεβαίωσε παράβαση 850 ευρώ για τον ταχογράφο, ζητώντας στη συνέχεια χρηματικό ποσό σε τραπεζικό λογαριασμό για να μην την καταχωρήσει. Από τις επισυνδέσεις προέκυψε ότι τουλάχιστον από τις αρχές του έτους, τρεις αστυνομικοί με κοινές βάρδιες ως «Συνεργείο Επικίνδυνων Παραβάσεων» είχαν συγκροτήσει την οργάνωση για παράνομο κέρδος.
Οι τρεις μέθοδοι δράσης της εγκληματικής οργάνωσης
Σύμφωνα με την έρευνα των «Αδιάφθορων», οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί εφάρμοζαν τρεις κύριους τρόπους δράσης για να αποκομίζουν χρήματα ή υλικά αγαθά. Ο πρώτος τρόπος ήταν τα «στραβά μάτια» έναντι αμοιβής, ακόμα και σε πραγματικές παραβάσεις, ή η απειλή για ψευδείς παραβάσεις, ώστε να εξαναγκάζουν οδηγούς να καταβάλλουν χρηματικά ποσά. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος όπου ο φερόμενος αρχηγός αναφέρει: «Ήταν για άλλη παράβαση και εγώ του έγραψα άλλα», με τον διοικητή να απαντά «Εντάξει». Σε άλλη περίπτωση, μέλος της οργάνωσης έλαβε ένα φορτηγό με τούβλα και τσιμέντα ως αντάλλαγμα για ανακαίνιση κατοικίας, προκειμένου να μην βεβαιώσει ψευδή παράβαση, δηλώνοντας: «Της έκανε δώρο ένα φορτηγό».
Ο δεύτερος τρόπος δράσης αφορούσε την παροχή «προστασίας» με ετήσια συνδρομή. Οι αστυνομικοί παρείχαν εμπιστευτικές πληροφορίες, όπως σημεία τροχονομικών ελέγχων και κλιμάκια, σε πρόσωπα που τους παρείχαν αθέμιτα ωφελήματα. Σε περίπτωση ελέγχου κάποιου «προστατευόμενου» από αστυνομικό εκτός της οργάνωσης, φρόντιζαν για τη διαγραφή της κλήσης. Ο φερόμενος αρχηγός αναφέρει χαρακτηριστικά: «Κατέβηκα μία μέχρι Πευκοχώρι γιατί σταμάτησε η συνάδελφος τον Π… και ήταν έτοιμη να τον τσακίσει». Τέλος, ο τρίτος τρόπος παράνομης δράσης ήταν η επίσπευση της επιστροφής αφαιρεθέντων στοιχείων κυκλοφορίας, μια διαδικασία που απαιτούσε την άμεση παρέμβαση των εμπλεκομένων.
Ο ρόλος του διοικητή και οι ψευδείς παραβάσεις
Σημαντικό ρόλο στην οργάνωση φέρεται να είχε ο διοικητής του τμήματος, ο οποίος, σύμφωνα με τη δικογραφία, γνώριζε πλήρως τη δράση της ομάδας και με τις αποφάσεις του επέτρεπε την ανεμπόδιστη λειτουργία της. Τα μέλη της ομάδας υπηρετούσαν σχεδόν αποκλειστικά σε κοινές βάρδιες ως «Συνεργείο Επικίνδυνων Παραβάσεων», γεγονός που τους έδινε τη δυνατότητα να αναπτύσσουν ανενόχλητοι τις παράνομες δραστηριότητές τους. Οι διάλογοι αποκάλυψαν επίσης ότι, κατόπιν εντολών του διοικητή, βεβαίωναν ψευδείς παραβάσεις σε Ελαφρά Προσωπικά Ηλεκτρικά Οχήματα (ΕΠΗΟ), όπως η μη χρήση κράνους, με πρόστιμο 30 ευρώ. Στόχος ήταν να εμφανίζουν υψηλά ποσοστά απόδοσης στο αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, αλλά και να δημιουργούν μελλοντικές συναλλακτικές σχέσεις με τους ελεγχόμενους επιβάλλοντας τους πολύ μικρά πρόστιμα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Το περνάμε σαν κράνος, στα νούμερα μετράει. Ούτε ενστάσεις ούτε τίποτα».
Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η συμμετοχή ανώτερου αξιωματικού σε τέτοιου είδους κυκλώματα διαφθοράς πλήττει καίρια το κύρος της Ελληνικής Αστυνομίας και δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τους εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου. Η διάβρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών είναι ένα από τα σημαντικότερα παράπλευρα θύματα τέτοιων υποθέσεων, καθιστώντας την πλήρη διαλεύκανση και την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων επιτακτική ανάγκη για την αποκατάσταση της νομιμότητας.
Οι κατηγορίες και η συνέχεια της υπόθεσης
Ο διοικητής του τμήματος καρατομήθηκε και αντιμετωπίζει κατηγορίες για συνέργεια σε εγκληματική οργάνωση, δωροληψία υπαλλήλου και κατάχρηση εξουσίας. Οι τρεις συλληφθέντες αστυνομικοί κατηγορούνται για εγκληματική οργάνωση, δωροληψία υπαλλήλου κατ’ επάγγελμα και κατάχρηση εξουσίας. Επιπλέον, οι άλλοι 30 αστυνομικοί που περιλαμβάνονται στη δικογραφία, χωρίς να έχουν συλληφθεί, κατηγορούνται κατά περίπτωση για κατάχρηση εξουσίας, ψευδή βεβαίωση, νόθευση και δωροληψία υπαλλήλου. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται επίσης 60 ιδιώτες. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν ενώπιον του εισαγγελέα και του ανακριτή, όπου έλαβαν προθεσμία για να απολογηθούν, σηματοδοτώντας την έναρξη της δικαστικής διαδικασίας για την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης.