- Ο Μακρόν προειδοποιεί ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία αντιμετωπίζει «ζήτημα ζωής ή θανάτου» λόγω της Κίνας.
- Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας με την ΕΕ είναι «μη βιώσιμο», φτάνοντας τα 306 δισ. ευρώ το 2024.
- Ο Γάλλος πρόεδρος καλεί την Κίνα να αυξήσει τις εισαγωγές και τις επενδύσεις στην Ευρώπη.
- Προτείνει «εκεχειρία» με αμοιβαία κατάργηση επιθετικών εμπορικών πολιτικών.
- Η Γαλλία θα αναλάβει την προεδρία της G7 το 2026 και ο Μακρόν εξετάζει πρόσκληση του Σι Τζινπίνγκ.
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα «ζήτημα ζωής ή θανάτου», σύμφωνα με τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος κάλεσε την Κίνα να συμβάλει στην επίλυση του προβλήματος μέσω αυξημένων εισαγωγών από την Ευρώπη και ισορροπημένων επενδύσεων. Ο Μακρόν, μιλώντας στην οικονομική εφημερίδα Les Echos, τόνισε ότι το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας είναι «μη βιώσιμο», καθώς «σκοτώνει τους πελάτες της» στην Ευρώπη, όπως μεταδίδει το POLITICO.
Η δήλωση του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν έρχεται σε μια περίοδο που οι σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κίνας χαρακτηρίζονται από έντονες οικονομικές και εμπορικές πιέσεις. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία, όπως υπογραμμίζει, βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, πιεσμένη τόσο από τον υπερανταγωνισμό της Κίνας όσο και από τον προστατευτισμό των Ηνωμένων Πολιτειών, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για αναπροσαρμογή των εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων.
Η «μάχη» της ευρωπαϊκής βιομηχανίας
Ο Εμανουέλ Μακρόν, επιστρέφοντας από την τέταρτη επίσημη επίσκεψή του στο Πεκίνο από το 2018, δήλωσε στην Les Echos ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία αντιμετωπίζει ένα «ζήτημα ζωής ή θανάτου». Η δήλωση αυτή αντικατοπτρίζει την βαθιά ανησυχία για την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού παραγωγικού ιστού έναντι των παγκόσμιων οικονομικών δυνάμεων. Ο Γάλλος πρόεδρος κάλεσε την Κίνα να ακολουθήσει το παράδειγμα των ευρωπαϊκών επενδύσεων που έγιναν στην κινεζική αγορά πριν από 25 χρόνια, επενδύοντας ενεργά στην Ευρώπη.
Τα αριθμητικά δεδομένα της ανισορροπίας
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την σοβαρότητα της εμπορικής ανισορροπίας. Το 2024, το εμπορικό έλλειμμα της Ευρώπης με την Κίνα ανήλθε σε 306 δισεκατομμύρια ευρώ, με τις εξαγωγές να φτάνουν τα 213 δισεκατομμύρια ευρώ έναντι εισαγωγών ύψους 519 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αντίστοιχα, το 2023, το επενδυτικό απόθεμα της Ευρώπης στην Κίνα ήταν 232 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη μόλις 65 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο Μακρόν υπογράμμισε ότι αυτό το εμπορικό πλεόνασμα είναι «μη βιώσιμο» και ότι η Κίνα «σκοτώνει τους δικούς της πελάτες» μη εισάγοντας επαρκώς από την Ευρώπη. Αυτό που ανησυχεί τους αναλυτές είναι ότι η διαρκής αυτή ανισορροπία υπονομεύει την οικονομική σταθερότητα και την ανάπτυξη και των δύο πλευρών, δημιουργώντας ένα περιβάλλον αθέμιτου ανταγωνισμού.
Προτάσεις και προειδοποιήσεις για το μέλλον
Ο Γάλλος πρόεδρος τόνισε ότι οι κινεζικές επιχειρήσεις πρέπει να έρθουν στην Ευρώπη, όπως η EDF και η Airbus πήγαν στην Κίνα, δημιουργώντας αξία και ευκαιρίες. Ωστόσο, προειδοποίησε ότι οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη «δεν πρέπει να είναι αρπακτικές», δηλαδή να μην αποσκοπούν στην ηγεμονία και τη δημιουργία εξαρτήσεων. Ο Μακρόν, ο οποίος θα αναλάβει την προεδρία της G7 την 1η Ιανουαρίου 2026 και θα φιλοξενήσει τη σύνοδο κορυφής στο Εβιάν της Γαλλίας τον Ιούνιο του ίδιου έτους, εξετάζει το ενδεχόμενο να προσκαλέσει τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ στη σύνοδο, με στόχο την αποκατάσταση του παγκόσμιου κύρους της G7.
Η επόμενη μέρα στις σχέσεις ΕΕ-Κίνας
Στην ίδια συνέντευξη, ο Μακρόν προειδοποίησε ότι η Ευρώπη ενδέχεται να αναγκαστεί να επιβάλει δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές, όπως έκαναν οι ΗΠΑ επί Ντόναλντ Τραμπ, κατηγορώντας το Πεκίνο ότι «πλήττει την καρδιά του ευρωπαϊκού μοντέλου καινοτομίας και βιομηχανίας». Ωστόσο, αντί για περαιτέρω αντιπαράθεση, ο Γάλλος πρόεδρος πρότεινε μια «εκεχειρία» με το Πεκίνο, η οποία θα περιλαμβάνει την «αμοιβαία κατάργηση των επιθετικών πολιτικών», όπως οι περιορισμοί στις εξαγωγές μηχανών ημιαγωγών από την ευρωπαϊκή πλευρά και οι περιορισμοί στις εξαγωγές σπάνιων γαιών από την κινεζική πλευρά. Αυτή η πρόταση δείχνει μια προσπάθεια για αποκλιμάκωση των εντάσεων και εύρεση κοινού εδάφους σε μια περίοδο που η σκλήρυνση της εμπορικής στάσης της ΕΕ έναντι της Κίνας είναι εμφανής.