Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να αναδείξει στην ατζέντα της επικείμενης Συνόδου MED9 μία σημαντική πρωτοβουλία για την Ανατολική Μεσόγειο. Η ελληνική πρόταση αφορά τη δημιουργία ενός φόρουμ συνεργασίας που θα συγκεντρώσει πέντε παράκτιες χώρες της περιοχής: την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Τουρκία και τη Λιβύη.
Ο απώτερος σκοπός αυτού του διαλόγου είναι η συστηματική αντιμετώπιση κρίσιμων ανοιχτών ζητημάτων, τα οποία επί χρόνια επιβαρύνουν τις σχέσεις και την σταθερότητα στην ευαίσθητη αυτή γεωπολιτική ζώνη.
Διπλωματική Πρωτοβουλία για Περιφερειακή Σταθερότητα
Η κίνηση του Έλληνα Πρωθυπουργού σηματοδοτεί μια προσπάθεια διεύρυνσης των διπλωματικών οδών στην Ανατολική Μεσόγειο, μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από σύνθετες προκλήσεις και έντονες γεωπολιτικές δυναμικές. Η συμμετοχή όλων των αναφερόμενων χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας και της Λιβύης, υποδηλώνει μια διάθεση για συμπεριληπτικό διάλογο, μακριά από αποκλεισμούς, με στόχο την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων.
Το πλαίσιο της Συνόδου MED9 προσφέρει το κατάλληλο βήμα για την παρουσίαση και συζήτηση μιας τόσο ευρείας πρωτοβουλίας, αναδεικνύοντας την ελληνική προσέγγιση σε ζητήματα περιφερειακής ασφάλειας και συνεργασίας.
Η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί κομβικό σημείο στον παγκόσμιο χάρτη, τόσο λόγω των ενεργειακών της πόρων όσο και της στρατηγικής της θέσης. Η παρουσία πέντε χωρών στο ίδιο τραπέζι, με εκ διαμέτρου αντίθετες προσεγγίσεις σε ορισμένα ζητήματα, αποτελεί από μόνη της ένα επιτυχημένο στοίχημα για την έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων.
Η Αθήνα επιδιώκει να δημιουργήσει ένα μηχανισμό που θα επιτρέψει στις παράκτιες χώρες να συζητήσουν ανοιχτά, οικοδομώντας σταδιακά γέφυρες εμπιστοσύνης και συμφωνίες επί της ουσίας.
Οι Κρίσιμες Πτυχές των Ανοιχτών Ζητημάτων
Στην καρδιά των προβλημάτων που καλείται να αντιμετωπίσει το προτεινόμενο φόρουμ βρίσκονται τρεις βασικοί άξονες, οι οποίοι αποτελούν πηγή εντάσεων και διαφωνιών εδώ και δεκαετίες. Πρώτον, η οριοθέτηση των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) παραμένει ένα από τα πλέον ακανθώδη ζητήματα.
Η ορθή και σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο χάραξη των θαλασσίων ζωνών είναι ζωτικής σημασίας για την εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων πόρων, κυρίως υδρογονανθράκων, και έχει άμεσες επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και την κυριαρχία των κρατών.
Δεύτερον, το θέμα της συνδεσιμότητας απασχολεί έντονα την περιοχή. Αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο την ανάπτυξη υποδομών μεταφορών και ενέργειας, όπως οι αγωγοί φυσικού αερίου, αλλά και τη γενικότερη διασύνδεση των οικονομιών και των κοινωνιών. Η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, καθιστώντας τη συνεργασία σε αυτόν τον τομέα απαραίτητη προϋπόθεση για την ευρύτερη σταθερότητα.
Τρίτον, το μεταναστευτικό ζήτημα εξακολουθεί να είναι μια βαθιά ανθρωπιστική κρίση και ένα περίπλοκο πρόβλημα ασφάλειας και διαχείρισης συνόρων. Οι χώρες της περιοχής, ειδικά οι παράκτιες, βρίσκονται συχνά στην πρώτη γραμμή υποδοχής μεταναστευτικών ροών, με σημαντικό κόστος σε ανθρώπινο δυναμικό και πόρους.
Μια συντονισμένη προσπάθεια για την αντιμετώπιση των αιτιών, την οργάνωση της υποδοχής και την αποτελεσματική διαχείριση των ροών είναι επιτακτική.
Ο Δρόμος προς την Αμοιβαία Κατανόηση
Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι απλώς μια διπλωματική κίνηση, αλλά μια στρατηγική τοποθέτηση υπέρ της ειρηνικής επίλυσης διαφορών και της δημιουργίας ενός περιβάλλοντος συνεργασίας. Η συμπερίληψη χωρών με τις οποίες η Ελλάδα έχει ιστορικές διαφορές, όπως η Τουρκία, αλλά και με τις οποίες υπάρχουν εξαρτώμενες σχέσεις λόγω γεωγραφίας, όπως η Λιβύη, υπογραμμίζει την προσέγγιση της Αθήνας για έναν ανοιχτό διάλογο που δεν θα αφήνει κανέναν απ’ έξω.
Η επιτυχία ενός τέτοιου φόρουμ θα εξαρτηθεί από την πολιτική βούληση των συμμετεχόντων να προσεγγίσουν τα ζητήματα με πνεύμα συναινετικό και με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο. Η επίλυση των παραπάνω ζητημάτων θα μπορούσε να οδηγήσει σε ενισχυμένη σταθερότητα, οικονομική ανάπτυξη και μια πιο ασφαλή Ανατολική Μεσόγειο για όλους τους λαούς της περιοχής.
Η ελληνική πρόταση ανοίγει τον δρόμο για μια νέα εποχή περιφερειακής διπλωματίας, όπου οι κοινές προκλήσεις αντιμετωπίζονται με κοινές λύσεις.