Η εμφάνιση της Άννας Μενενάκου στην εκπομπή Καλύτερα Αργά προκάλεσε συζήτηση γύρω από την ποσότητα και τον τρόπο παρουσίασης του βίαιου περιεχομένου στην τηλεόραση. Στην κουβέντα επισήμανε ότι η επανάληψη δυσάρεστων σκηνών σε 24ωρη ροή δημιουργεί ένα έντονο κοινωνικό πρόβλημα και ζητάει μεγαλύτερη ευαισθησία από όσους επιλέγουν το πρόγραμμα, αφού ο θεατής συχνά εκτίθεται σε τηλεοπτική βία χωρίς διακοπή.
Η παρέμβαση στην εκπομπή
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην εκπομπή, η παρουσιάστρια τοποθετήθηκε με σαφήνεια για την ποιότητα των θεμάτων που επιλέγονται να προβάλλονται. Η τοποθέτηση δεν περιορίστηκε σε γενικές παρατηρήσεις· υπήρξε αναφορά στο πώς το τηλεοπτικό περιεχόμενο διαμορφώνει την καθημερινότητα των τηλεθεατών και τον διάλογο στην κοινωνία.
Η εκπομπή Καλύτερα Αργά φιλοξένησε την τοποθέτηση αυτή σε ώρα υψηλής τηλεθέασης, γεγονός που ενίσχυσε τον δημόσιο σχολιασμό για τα κριτήρια επιλογής θεμάτων. Παράλληλα, τέθηκε ερώτημα για την ευθύνη των παραγωγών απέναντι σε μια κοινωνία που βλέπει επαναλαμβανόμενες σκηνές βίας από το πρωί έως το βράδυ, με αποτέλεσμα την κόπωση του κοινού και τη μείωση της ικανότητας κριτικής.
Επιδράσεις στο κοινό
Στο επίπεδο της κοινής γνώμης, ο συνεχής βομβαρδισμός με έντονα επεισόδια μπορεί να δημιουργήσει αποπροσανατολισμό και αδιαφορία για σοβαρά ζητήματα, ενώ ταυτόχρονα επιτείνει τον συναισθηματικό φόρτο των θεατών. Η συζήτηση έθιξε το πώς οι θεατές αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα μέσω του μικρού οθόνης και ποια είναι τα όρια της ευθύνης των μέσων.
Ενδεικτικά, αναφέρθηκε ότι η συνεχής κάλυψη σε όλα τα προγράμματα οδηγεί σε μια μοναδική, συχνά μονοδιάστατη εικόνα των γεγονότων και υπογραμμίστηκε η ανάγκη για διαφορετικές προσεγγίσεις από τις τηλεοπτικές εκπομπές ώστε να αποφευχθεί η υπερβολική έκθεση των θεατών.
Η θέση της ίδιας της Μενενάκου
Η Άννα Μενενάκου, ως καλεσμένη στην εκπομπή, περιέγραψε την προσωπική της δυσφορία απέναντι στην επαναλαμβανόμενη παρουσία βίαιων θεμάτων στα τηλεοπτικά δίκτυα και τόνισε την ανάγκη για πιο μετρημένο ρεπερτόριο. Η τοποθέτηση της ανέδειξε το θέμα όχι μόνο ως αισθητικό, αλλά και ως ηθικό ζήτημα που αφορά την κοινωνία στο σύνολό της, προτρέποντας σε συζήτηση για την πολιτική επιλογή των εκπομπών.
Η παρέμβαση έκλεισε με έναν προβληματισμό για τον ρόλο της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας στην εποχή μας, αφήνοντας ανοιχτό το πεδίο σε περαιτέρω δημόσιο διάλογο πάνω στο πώς θα μπορούσαν να διαμορφωθούν πιο ισορροπημένα προγράμματα χωρίς να υποβαθμίζεται η ποιότητα.
Η συζήτηση στην τηλεόραση αναμένεται να συνεχιστεί καθώς αυξάνεται το ενδιαφέρον για το θέμα της τηλεοπτικής ευθύνης.