Το MacBook Pro M5 εισάγει σημαντικές τεχνικές αναβαθμίσεις σε σχέση με την προηγούμενη γενιά, χωρίς όμως εξωτερικές αλλαγές στο σχεδιασμό. Στο άρθρο αυτό συγκεντρώνουμε τα τεχνικά δεδομένα για να φανεί με σαφήνεια τι διαφέρει στο εσωτερικό των δύο μοντέλων και ποιες αλλαγές επηρεάζουν την καθημερινή χρήση.
Κεντρική επεξεργαστική εξέλιξη
Η νέα σειρά βασίζεται σε έναν επεξεργαστή που κατασκευάζεται με διαδικασία τριών νανομέτρων τρίτης γενιάς, διατηρώντας την αρχιτεκτονική των 10 πυρήνων συνολικά (4 υψηλής απόδοσης και 6 αποδοτικούς). Οι μετρήσεις που ανακοινώθηκαν δείχνουν βελτίωση έως και 20% σε πολυνηματικές εργασίες και περίπου 15% σε επιδόσεις ενός πυρήνα.
Αυτή η αύξηση ταχύτητας μεταφράζεται σε μικρότερο χρόνο για σύνθετες εργασίες όπως μεταγλωττίσεις, rendering ή ταυτόχρονη εκτέλεση πολλαπλών εφαρμογών. Σε πρακτικά σενάρια, το νέο SoC ολοκληρώνει βαριές διεργασίες πιο γρήγορα, μειώνοντας τον συνολικό χρόνο εργασίας.
Παρά τις βελτιώσεις, η αρχιτεκτονική διατήρησε τον ίδιο αριθμό πυρήνων, κάτι που δείχνει πως οι αλλαγές είναι κυρίως στο βαθμό βελτιστοποίησης της κατασκευής και στην αρχιτεκτονική του πυρήνα.
Γραφικά και ενσωματωμένη τεχνητή νοημοσύνη
Η νέα έκδοση τονίζει την ενίσχυση των γραφικών με επιπλέον λειτουργίες σε κάθε πυρήνα της GPU, γεγονός που φέρνει έως και 30% αύξηση στη γενική απόδοση γραφικών και μέχρι 45% βελτίωση σε εφαρμογές ray tracing.
Επιπλέον, ο ενσωματωμένος Neural Engine παραμένει με 16 πυρήνες, αλλά έχει επανασχεδιαστεί ώστε να επιταχύνει εργασίες μηχανικής μάθησης. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις, ο νέος κινητήρας είναι έως και 3,5 φορές ταχύτερος σε διεργασίες όπως η παραγωγή εικόνας ή η εκτέλεση μοντέλων γλώσσας.
Οι βελτιώσεις αυτές διευκολύνουν την εκτέλεση εφαρμογών AI τοπικά, χωρίς εξάρτηση από απομακρυσμένες υπηρεσίες, ιδιαίτερα όταν οι εφαρμογές απαιτούν γρήγορη, επαναληπτική επεξεργασία δεδομένων.
Ταχύτητα αποθήκευσης και χωρητικότητες
Η διαφορά στο υποσύστημα αποθήκευσης είναι από τις πλέον εμφανείς: το SSD του νέου μοντέλου φτάνει σε σειριακή ανάγνωση τα 6.323 MB/s και σε εγγραφή τα 6.068 MB/s, σε σύγκριση με τις 2.031 MB/s ανάγνωση και 3.293 MB/s εγγραφή του προηγούμενου μοντέλου.
Πρόκειται για σημαντικά ταχύτερα αποτελέσματα που επιταχύνουν την εργασία με μεγάλα αρχεία.
Επιπλέον, η μέγιστη διαθέσιμη χωρητικότητα αυξήθηκε στα 4 TB από 2 TB στο παρελθόν, ενώ οι βασικές επιλογές ξεκινούν από 512 GB με ενδιάμεσες ρυθμίσεις στα 1 TB και 2 TB. Αυτό δίνει μεγαλύτερη ευελιξία σε επαγγελματίες που διαχειρίζονται μεγάλα project.
Θερμική διαχείριση και αυτονομία
Ο σχεδιασμός με ένα μόνο ανεμιστήρα διατηρήθηκε, κάτι που συντηρεί την συμπαγή εμφάνιση αλλά περιορίζει την ικανότητα απαγωγής θερμότητας σε παρατεταμένες φορτίσεις. Σε εντατικές δοκιμές, ο επεξεργαστής μπορεί να αγγίξει θερμοκρασίες κοντά στους 99 °C, με πιθανότητα ενεργοποίησης throttling σε ακραίες εργασίες.
Παράλληλα, και τα δύο μοντέλα δηλώνουν έως 24 ώρες αναπαραγωγής βίντεο και περίπου 16 ώρες πλοήγησης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τον κατασκευαστή. Η μεγαλύτερη αποδοτικότητα του M5 σημαίνει ότι πολλές εργασίες ολοκληρώνονται γρηγορότερα, γεγονός που συχνά εξισορροπεί τη σχετική αύξηση στην κατανάλωση ενέργειας.
Σώμα, οθόνη και συνδεσιμότητα
Στο εξωτερικό, το νέο μοντέλο διατηρεί το γνώριμο αλουμινένιο περίβλημα και την οθόνη Liquid Retina XDR των 14,2 ιντσών με ανάλυση 3.024 x 1.964 πίξελ, μέγιστο φωτισμό 1.600 nits σε HDR και ρυθμό ανανέωσης ProMotion 120 Hz. Το βάρος και το πάχος παραμένουν στα 1,55 kg και 1,55 cm αντίστοιχα, διατηρώντας την ίδια εργονομία.
Σε επίπεδο θύρων, δεν υπάρχουν αλλαγές: τρεις θύρες Thunderbolt 4, HDMI, υποδοχή SDXC, MagSafe για φόρτιση και έξοδος 3,5 mm με υποστήριξη για ακουστικά υψηλής αντίστασης. Η ασύρματη σύνδεση βασίζεται σε WiFi 6E και Bluetooth 5.3, χωρίς μετάβαση στο WiFi 7 σε αυτή τη γενιά, στοιχείο που μπορεί να είναι κρίσιμο για χρήστες με ανάγκες εξαιρετικά υψηλών ταχυτήτων δικτύου.
Οι αλλαγές στο εσωτερικό έχουν σαφή επίδραση στην εμπειρία χρήστη: ταχύτερο SSD, βελτιωμένα γραφικά και ενισχυμένη υποστήριξη για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης κάνουν το M5 πιο ικανό σε απαιτητικά workflows, ενώ ο ίδιος σχεδιασμός και τα ίδια όρια θερμικής διαχείρισης κρατούν το πλαίσιο συνεχούς σύγκρισης με το M4.
Εάν προτεραιότητά σας είναι ο χρόνος επεξεργασίας, η εργασία με μεγάλα αρχεία ή η εκτέλεση τοπικών μοντέλων AI, οι αριθμητικές βελτιώσεις του M5 είναι σαφείς. Σε αντίθεση, όσοι στηρίζονται κυρίως στην φορητότητα χωρίς ανάγκη για κορυφαίες επιδόσεις ίσως βρουν το M4 ακόμη ικανοποιητικό.
Η τελική επιλογή εξαρτάται από το είδος των καθημερινών εργασιών και τον προϋπολογισμό, αλλά τα τεχνικά στοιχεία δείχνουν ότι το M5 αποτελεί ουσιαστική αναβάθμιση στο εσωτερικό του συστήματος χωρίς να μεταβάλει σημαντικά την εξωτερική εμπειρία χρήσης.