- Η ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών αναπτύχθηκε κατά 5,8% στο 9μηνο του 2025.
- Τα συνολικά πονταρίσματα έφτασαν τα 12,025 δισ. ευρώ, με τα έσοδα (GGR) στα 2,22 δισ. ευρώ.
- Η άνοδος οφείλεται κυρίως στο online στοίχημα και τις επιδόσεις του ΟΠΑΠ.
- Η συνεισφορά στα κρατικά έσοδα ανήλθε σε 836,47 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο.
Η ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών κατέγραψε ήπια ανοδική πορεία κατά το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2025, με τα συνολικά πονταρίσματα να φτάνουν τα 12,025 δισ. ευρώ. Η αύξηση αυτή, της τάξης του 5,8%, οφείλεται κυρίως στην ενισχυμένη δραστηριότητα των διαδικτυακών παρόχων και στις σταθερές επιδόσεις των προϊόντων του ΟΠΑΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ).
Η εντυπωσιακή αυτή εξέλιξη στην αγορά τυχερών παιχνιδιών έρχεται ως συνέχεια της ευρύτερης ψηφιοποίησης της οικονομίας και της αυξανόμενης διείσδυσης των διαδικτυακών υπηρεσιών στην καθημερινότητα των καταναλωτών. Η τάση αυτή, που ενισχύθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, έχει μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο οι παίκτες προσεγγίζουν τα τυχερά παιχνίδια, στρεφόμενοι όλο και περισσότερο στις πλατφόρμες του online στοιχήματος και των καζίνο.
Η εντυπωσιακή ανάπτυξη της αγοράς τυχερών παιχνιδιών
Κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2025, τα συνολικά πονταρίσματα στην ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών ανήλθαν σε 12,025 δισ. ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 5,8% σε σύγκριση με τα 11,37 δισ. ευρώ του αντίστοιχου περσινού διαστήματος. Τα συνολικά έσοδα προ εισφορών (GGR) έφθασαν τα 2,22 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 8,3% έναντι των 2,05 δισ. ευρώ του προηγούμενου έτους.
Αυτή η δυναμική υπογραμμίζει την ανθεκτικότητα και την επέκταση του κλάδου, με το GGR να αποτελεί τον πλέον ενδεικτικό δείκτη της αγοράς.
Αναλυτικά στοιχεία και επιδόσεις ανά κλάδο
Από τα συνολικά έσοδα, 1,09 δισ. ευρώ προήλθαν από τον ΟΠΑΠ, έναντι 1,043 δισ. ευρώ στο 9μηνο του 2024, επιβεβαιώνοντας τη σταθερή του πορεία. Παράλληλα, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται νόμιμα στο διαδικτυακό αθλητικό στοίχημα και τα online καζίνο παρουσίασαν ισχυρή επίδοση, με τα καθαρά έσοδα προ εισφορών να διαμορφώνονται σε 849,79 εκατ. ευρώ από 746,57 εκατ. ευρώ πέρυσι, σημειώνοντας εντυπωσιακή αύξηση 13,8%.
Αυτή η διψήφια άνοδος επιβεβαιώνει ότι το διαδικτυακό παιχνίδι συνεχίζει να προσελκύει ένα αυξανόμενο πλήθος παικτών. Στα επίγεια καζίνο, το GGR ανήλθε σε 198,9 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 7,5% σε σχέση με τα 185,1 εκατ. ευρώ στο 9μηνο του 2024, επιβεβαιώνοντας τη σταδιακή ανάκαμψη του δικτύου.
Αυτό που ανησυχεί τους αναλυτές της αγοράς είναι η διαρκής μετατόπιση των προτιμήσεων των παικτών προς τις ψηφιακές πλατφόρμες, γεγονός που απαιτεί συνεχή προσαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου και των επιχειρηματικών μοντέλων. Η ενίσχυση της Allwyn με τον ΟΠΑΠ, καθώς και η επικείμενη διάσπαση του ΟΠΑΠ, δείχνουν την τάση για μεγαλύτερη συγκέντρωση και διεθνοποίηση στον κλάδο, με στόχο την εκμετάλλευση των ευκαιριών που δημιουργεί η ψηφιακή εποχή.
Η σημαντική συνεισφορά στα κρατικά έσοδα
Η συνεισφορά των τυχερών παιχνιδίων στα κρατικά έσοδα παραμένει σημαντική, αποτελώντας μια σταθερή πηγή χρηματοδότησης για το Δημόσιο. Στο 9μηνο του 2025, καταβλήθηκαν 503,22 εκατ. ευρώ σε δικαιώματα προς το Δημόσιο και 333,25 εκατ. ευρώ σε φόρους επί των κερδών των παικτών, φτάνοντας συνολικά τα 836,47 εκατ. ευρώ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στα επίγεια καζίνο δεν επιβάλλεται φορολογία στα κέρδη των παικτών, μια διάκριση που επηρεάζει τη συνολική εικόνα. Η υπέρβαση στις εισπράξεις φόρων γενικότερα, όπως και η εξάρτηση του κράτους από τους έμμεσους φόρους, αναδεικνύουν την κρισιμότητα αυτών των εσόδων για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Η επόμενη μέρα για τον κλάδο
Η συνεχής ανάπτυξη της αγοράς τυχερών παιχνιδιών, ιδίως στον διαδικτυακό τομέα, δημιουργεί νέες προκλήσεις και ευκαιρίες για τους παρόχους και τους ρυθμιστικούς φορείς. Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) καλείται να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, διασφαλίζοντας την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία των παικτών.
Η περαιτέρω ψηφιοποίηση και η διεθνής ενοποίηση των εταιρειών αναμένεται να διαμορφώσουν το τοπίο του κλάδου τα επόμενα χρόνια, με την Ελλάδα να διατηρεί μια ισχυρή θέση στην ευρωπαϊκή αγορά.