Η αμερικανική αρχή προστασίας καταναλωτή ανακοίνωσε επίσημα την κατάργηση ενός μητρώου που στόχευε επιχειρήσεις μη τραπεζικού τομέα με παραβάσεις καταναλωτικών νόμων. Η κίνηση, που είχε προταθεί νωρίτερα φέτος, αιτιολογήθηκε με εκτιμήσεις ότι το κόστος λειτουργίας υπερτερεί των οφελών για το κοινό, ενώ η απόφαση έχει ήδη προκαλέσει εντονότατες αντιδράσεις από φορείς και οργανώσεις.
Τι ανακοίνωσε η εποπτική αρχή
Σε σχετική κυβερνητική ειδοποίηση η υπηρεσία ανέφερε την απόφασή της να αποσύρει το συγκεκριμένο μητρώο για «παραβάτες» στον χρηματοπιστωτικό χώρο. Το βήμα αυτό εντάσσεται σε ευρύτερες προσπάθειες περιορισμού των εξουσιών που είχε διευρύνει η προηγούμενη διοίκηση, με στόχο την αναπροσαρμογή του ρυθμιστικού ρόλου της αρχής.
Η ανακοίνωση, που κοινοποιήθηκε στις 28 Οκτωβρίου και δημοσιοποιήθηκε από μέσα ενημέρωσης όπως το Reuters, καταγράφει επίσης ότι το μέτρο είχε πρώτα προταθεί τον Μάιο και στη συνέχεια τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση πριν την οριστική αναίρεση.
Αιτίες της απόφασης και οικονομικός υπολογισμός
Η δικαιολόγηση της απόφασης στηρίχθηκε σε ανάλυση κόστους-οφέλους, όπου σημειώθηκε ότι το μητρώο θα επικάλυπτε υπάρχοντα πολυ-πολιτειακά συστήματα καταγραφής, μειώνοντας την προστιθέμενη αξία του. Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, η κατάργηση υπολογίζεται να μειώσει τα λειτουργικά έξοδα κατά περίπου $360 ανά εταιρεία.
Από την πλευρά της υπηρεσίας, ο συνδυασμός επικάλυψης συστημάτων και σχετικά χαμηλού εκτιμώμενου οφέλους οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση του μητρώου δεν ήταν οικονομικά δικαιολογημένη. Η τεχνική λεπτομέρεια της μελέτης αναφέρεται στην επίπτωση κατά εταιρεία και στην αναμενόμενη αποτελεσματικότητα του μηχανισμού.
Αντιδράσεις από την αγορά και οργανώσεις
Επαγγελματικοί φορείς του κλάδου και αρκετές πολιτειακές ρυθμιστικές αρχές χαιρέτησαν την κατάργηση, επισημαίνοντας την πιθανή γραφειοκρατική επιβάρυνση και τις επαναλήψεις δεδομένων μεταξύ συστημάτων. Σε δημόσιες τοποθετήσεις τους τόνισαν πως η αλλαγή μειώνει το διοικητικό βάρος για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε πολλαπλές πολιτείες.
Αντίθετα, η οργάνωση Better Markets προειδοποίησε ότι σχεδόν το μισό της αγοράς δανεισμού στις ΗΠΑ ελέγχεται πλέον από φορείς εκτός τραπεζικού τομέα και ότι η κατάργηση του μητρώου ενδέχεται να αυξήσει τους κινδύνους για καταναλωτές και τη σταθερότητα του συστήματος.
Η οργάνωση επεσήμανε την αξία ενός αποτρεπτικού μηχανισμού σε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων παραβάσεων.
Σχέσεις με άλλες ρυθμιστικές κινήσεις
Η ανακοίνωση συνέπεσε με νομικές και πολιτικές κινήσεις της ίδιας εποπτικής αρχής, που τον τελευταίο καιρό έχει ανατρέψει πολιτικές της προηγούμενης διοίκησης. Συγκεκριμένα, η υπηρεσία εξέδωσε νέα νομική καθοδήγηση σχετικά με την πολιτική για τα ιατρικά χρέη και τις πιστωτικές αναφορές, ανατρέποντας προηγούμενη γραμμή που επέτρεπε στις πολιτείες να απαγορεύουν την καταγραφή τέτοιων χρεών.
Παράλληλα, με τη στήριξη της εποπτικής αρχής ένα δικαστήριο τον Ιούλιο είχε ακυρώσει κανονισμούς που εμπόδιζαν την καταγραφή ιατρικών χρεών στις πιστωτικές αναφορές. Οι κινήσεις αυτές δείχνουν μια ευρύτερη αναπροσαρμογή της κανονιστικής στρατηγικής στο πεδίο της καταναλωτικής χρηματοδότησης.
Τι σημαίνει για καταναλωτές και επιχειρήσεις
Για τις επιχειρήσεις, η κατάργηση σημαίνει άμεση μείωση κόστους συμμόρφωσης και λιγότερες γραφειοκρατικές διαδικασίες, ειδικά για όσες δραστηριοποιούνται σε πολλές πολιτείες. Ωστόσο, οργανώσεις που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των καταναλωτών επισημαίνουν πως η απουσία ενός κεντρικού μηχανισμού περιορίζει τα εργαλεία ελέγχου σε περίπτωση συστηματικών παραβιάσεων.
Αν και η υπηρεσία δεν απάντησε άμεσα σε αιτήματα για σχόλιο, το ζήτημα παραμένει στο επίκεντρο δημόσιων συζητήσεων για το μέλλον της εποπτείας στον χρηματοπιστωτικό τομέα και για το πώς θα προστατευτούν οι καταναλωτές από κακώς λειτουργούσες πρακτικές.
Η κίνηση αυτή αποτελεί ένα ακόμη επεισόδιο στη συνεχιζόμενη αναδιάρθρωση του ρόλου των ρυθμιστικών αρχών στις ΗΠΑ, με επιπτώσεις που θα ξεδιπλωθούν σταδιακά σε νόμους, δικαστικές αποφάσεις και στην αγορά. Με τα δεδομένα που έχουν δημοσιοποιηθεί μέχρι τώρα, η ισορροπία ανάμεσα στην αποδοτικότητα και στην προστασία καταναλωτών παραμένει το κύριο σημείο τριβής.