Η ευρωπαϊκή σκηνή ετοιμάζεται για μια ακόμη σύνοδο κορυφής που προδιαγράφεται γεμάτη εντάσεις και διαφωνίες, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την παραδοσιακή επιδίωξη συναίνεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή τη φορά, οι πιθανές εμπλοκές δεν προέρχονται μόνο από τους συνήθεις «ύποπτους», αλλά και από απρόσμενους παράγοντες, καθώς η ατζέντα είναι φορτωμένη με κρίσιμα ζητήματα.
Από τη χρήση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για την ενίσχυση της Ουκρανίας έως την αναθεώρηση των φιλόδοξων κλιματικών στόχων, οι εθνικές διεκδικήσεις και οι απειλές βέτο κυριαρχούν.
Οι βασικοί παίκτες και οι απαιτήσεις τους
Καθώς οι ευρωπαίοι ηγέτες συγκεντρώνονται, οι εθνικές προτεραιότητες αναδεικνύονται ως ισχυροί μοχλοί πίεσης, απειλώντας την ομαλή λειτουργία των θεσμικών διαδικασιών. Η διάθεση για συμβιβασμούς φαίνεται να δοκιμάζεται έντονα, με κάθε κράτος-μέλος να διεκδικεί το μερίδιό του ή να προστατεύει ζωτικά του συμφέροντα.
Το βέτο της Σλοβακίας και οι οικονομικές πιέσεις
Ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Ρόμπερτ Φίτσο, έχει ήδη σηματοδοτήσει την πρόθεσή του να προκαλέσει τριβές στη σύνοδο. Έχει δηλώσει ότι δεν ενδιαφέρεται για νέα πακέτα κυρώσεων κατά της Ρωσίας, εκτός αν η ΕΕ παρουσιάσει ένα σχέδιο στήριξης για τον δοκιμαζόμενο αυτοκινητοβιομηχανικό τομέα της Σλοβακίας.
Γνωστός για τη φιλική του στάση προς το Κρεμλίνο και τις επισκέψεις του στη Μόσχα, ο Φίτσο έχει επανειλημμένα εκφράσει αντιρρήσεις σε κυρώσεις στο παρελθόν. Παρόλο που συνήθως υποχωρεί μετά από διαπραγματεύσεις και εξασφάλιση παραχωρήσεων, η απειλή του παραμένει πάντα ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί για την Μπρατισλάβα.
Ουγγρική στάση: Αντίσταση σε κυρώσεις και βοήθεια στην Ουκρανία
Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, αποτελεί σταθερά ένα σημαντικό παράγοντα αναστάτωσης στις Συνόδους Κορυφής. Έχει επανειλημμένα εμποδίσει την ομοφωνία, κυρίως σε θέματα που αφορούν τη χορήγηση οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, αναγκάζοντας τα άλλα 26 κράτη μέλη να εκδίδουν κοινές δηλώσεις χωρίς την υπογραφή της χώρας του.
Ο Όρμπαν έχει επίσης εκφράσει κατηγορηματικά την αντίθεσή του στο σχέδιο κατάσχεσης ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, ισχυριζόμενος ότι αυτό θα μπορούσε να πλήξει τις σχέσεις της Βουδαπέστης με τη Μόσχα. Η ΕΕ, από την πλευρά της, αναζητά νομικούς τρόπους για να παρακάμψει το ουγγρικό βέτο σε αυτό το ζήτημα, μια κίνηση που σίγουρα θα προκαλέσει την έντονη αντίδραση του Ούγγρου ηγέτη.
Παραδόξως, ο Όρμπαν αναμένεται να απουσιάζει από μεγάλο μέρος της συνόδου λόγω εθνικής εορτής, με τον Ρόμπερτ Φίτσο να εκπροσωπεί την Ουγγαρία στις συζητήσεις.
Το ακανθώδες ζήτημα των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων
Η πρόταση για την κατάσχεση 140 δισεκατομμυρίων ευρώ σε παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πιο περίπλοκα θέματα της ατζέντας. Ενώ αρχικά η συμφωνία προέβλεπε μόνο τη χρήση των τόκων που προκύπτουν από αυτά τα κεφάλαια, η ιδέα της άμεσης κατάσχεσης έχει κερδίσει έδαφος.
Βέλγιο: Στο επίκεντρο των νομικών ανησυχιών
Ο πρωθυπουργός του Βελγίου, Μπαρτ ντε Βέβερ, βρίσκεται σε μια μοναδική θέση. Η πλειονότητα αυτών των περιουσιακών στοιχείων φιλοξενείται στο Βέλγιο, στον χρηματοπιστωτικό οργανισμό Euroclear των Βρυξελλών. Η βελγική κυβέρνηση εκφράζει σοβαρές ανησυχίες για το ενδεχόμενο να υποστεί το μεγαλύτερο βάρος νομικών και οικονομικών αντιποίνων από τη Μόσχα, σε περίπτωση που η ΕΕ προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση.
Μετά από ημέρες εντάσεων, το Βέλγιο έχει εκφράσει την πρόθεσή του να μην εμποδίσει την πρόταση, ζητώντας ωστόσο νομικές διαβεβαιώσεις ότι ολόκληρο το μπλοκ θα συμμεριστεί τους κινδύνους πριν υπογράψει οποιαδήποτε συμφωνία. Παρόμοιες ανησυχίες σχετικά με την πολυπλοκότητα του σχεδίου έχουν εκφράσει και άλλοι ηγέτες, όπως ο Όρμπαν, ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου Λουκ Φρίντεν και ο πρωθυπουργός της Κροατίας Αντρέι Πλένκοβιτς.
Η γερμανική μάχη για την αυτοκινητοβιομηχανία
Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, προσέρχεται στη σύνοδο με κύρια προτεραιότητα το μέλλον του ισχυρού αυτοκινητοβιομηχανικού τομέα της χώρας του. Έχοντας ήδη δεσμευτεί να βάλει «φρένο» στη «νομοθετική μηχανή» της ΕΕ, ο Μερτς πιέζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ανατρέψει την de facto απαγόρευση των κινητήρων εσωτερικής καύσης, συνυπογράφοντας επιστολή με την Ιταλία που ζητά μια ριζική αναθεώρηση της νομοθεσίας.
Το Βερολίνο έχει την υποστήριξη της Σλοβακίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας και της Πολωνίας —χωρών με ισχυρή βιομηχανία προμηθευτών αυτοκινήτων— καθώς και της Αυστρίας. Η Γαλλία εμφανίζεται επίσης ανοιχτή στο ενδεχόμενο παραχωρήσεων στους κατασκευαστές αυτοκινήτων σχετικά με τον στόχο μηδενικών εκπομπών ρύπων για το 2035, εφόσον τα οχήματα περιλαμβάνουν ένα συγκεκριμένο ποσοστό ευρωπαϊκών εξαρτημάτων.
Η Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει μια αναθεώρηση της νομοθεσίας έως το τέλος του έτους, και το ζήτημα είναι πόσες παραχωρήσεις θα μπορέσει να αποσπάσει ο Μερτς. Αν και η πλήρης κατάργηση της προθεσμίας του 2035 παραμένει πολιτικά δύσκολη, ο Μερτς πιέζει για τροποποιήσεις, κυρίως για την «τεχνολογική ουδετερότητα», η οποία στην πράξη θα επιτρέψει τη χρήση εναλλακτικών καυσίμων και θα διατηρήσει τους κινητήρες εσωτερικής καύσης ζωντανούς και μετά το 2035.
Η συνάντηση αναμένεται να είναι ένα πεδίο μάχης διαπραγματεύσεων όπου κάθε πλευρά θα προσπαθήσει να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα, δοκιμάζοντας την αντοχή της ευρωπαϊκής συνοχής.