Μια θύελλα συναισθημάτων σάρωσε τη Μόσχα μετά την οριστική απόφαση του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει σκληρές κυρώσεις στις κορυφαίες ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες. Η κίνηση αυτή προκάλεσε άμεσες και αντικρουόμενες αντιδράσεις από το Κρεμλίνο και τους συμμάχους του, που κυμάνθηκαν από την κατηγορηματική άρνηση των επιπτώσεων και την έντονη οργή, έως μια συγκρατημένη διάθεση για διαπραγματεύσεις, παρά τις αμετακίνητες θέσεις της Ρωσίας για την Ουκρανία.
Η εξέλιξη αυτή σηματοδότησε μια νέα κλιμάκωση στις σχέσεις Ρωσίας-ΗΠΑ, φέρνοντας στο προσκήνιο τόσο την εσωτερική ρητορική του Κρεμλίνου όσο και την πολυπλοκότητα των διπλωματικών προσπαθειών που βρίσκονται σε εξέλιξη, ή τουλάχιστον βρίσκονταν μέχρι πρότινος.
Οι κυρώσεις αφορούν βασικούς παίκτες της ρωσικής ενεργειακής βιομηχανίας, όπως η Rosneft και η Lukoil, και έχουν στόχο να πλήξουν την οικονομική της ισχύ.
Κυρώσεις και η Ρωσική Αντίδραση: Άρνηση και Οργή
Η απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών να στοχεύσει τους ρωσικούς ενεργειακούς κολοσσούς βρήκε τη Μόσχα σε ένα εύρος αντιδράσεων. Η εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, υιοθέτησε μια στάση εντελούς υποτίμησης των κυρώσεων. Δήλωσε χαρακτηριστικά ότι η Ρωσία «δεν θα αντιμετωπίσει ιδιαίτερες δυσκολίες» και ότι η χώρα έχει «αναπτύξει μια ισχυρή ανοσία στους περιορισμούς της Δύσης», τονίζοντας την πρόθεση για σταθερή οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα.
Η δήλωσή της αυτή, που απέφυγε κάθε αναφορά στον Αμερικανό Πρόεδρο, αντικατοπτρίζει την επίσημη γραμμή του Κρεμλίνου να υποβαθμίζει τον αντίκτυπο των δυτικών μέτρων.
Εντελώς διαφορετικός ήταν ο τόνος του πρώην Προέδρου της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, ο οποίος εξέφρασε την έντονη οργή του μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο Μεντβέντεφ χαρακτήρισε τις ΗΠΑ ως «αντίπαλο» και τη συγκεκριμένη κίνηση του Τραμπ ως «πράξη πολέμου κατά της Ρωσίας».
Τόνισε δε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος, παρά την προηγούμενη ρητορική του, «ενεπλάκη τώρα στον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας», καθιστώντας την σύγκρουση «δική του». Η δήλωση αυτή υπογραμμίζει την βαθιά απογοήτευση και την αίσθηση προδοσίας που επικρατεί σε ορισμένα ρωσικά κυβερνητικά κλιμάκια απέναντι στις ενέργειες της Ουάσιγκτον.
Διπλωματικά Παιχνίδια και οι «Κόκκινες Γραμμές» της Μόσχας
Παρά την ένταση, η Μαρία Ζαχάροβα άφησε ανοιχτό το παράθυρο της διπλωματίας, δηλώνοντας ότι η Ρωσία παραμένει πρόθυμη να συνεργαστεί με το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ για την εφαρμογή συμφωνιών που υποτίθεται ότι επιτεύχθηκαν κατά τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ Πούτιν και Τραμπ στις 16 Οκτωβρίου.
Αυτή η δήλωση υποδηλώνει μια προσπάθεια για συνέχιση του διαλόγου, ακόμη και εν μέσω των κυρώσεων, ίσως ως μια μορφή διαπραγματευτικής τακτικής.
Η προοπτική μιας ειρηνευτικής συνόδου στην Βουδαπέστη, την οποία είχε προτείνει ο Τραμπ με στόχο την προώθηση μιας κατάπαυσης του πυρός στην Ουκρανία, βρέθηκε, ωστόσο, σε αδιέξοδο. Ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, απέρριψαν εκ νέου τις συζητήσεις για εκεχειρία, υποστηρίζοντας ότι πρέπει πρώτα να εξαλειφθούν οι «βασικές αιτίες» του πολέμου.
Αυτή η φράση, που αποτελεί κωδική ονομασία για την απομάκρυνση του Ουκρανού Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, την αποστρατιωτικοποίηση της χώρας και την αποτροπή της ένταξής της στο ΝΑΤΟ, αποτελεί πάγια και «μαξιμαλιστική» απαίτηση της Μόσχας.
Η Αμετακίνητη Στάση του Κρεμλίνου και η Ελπίδα της Ουγγαρίας
Οι αμετακίνητες απαιτήσεις της Μόσχας οδήγησαν τελικά τις ΗΠΑ στην αναβολή της προγραμματισμένης συνόδου στην Ουγγαρία. Παρόλα αυτά, αξιωματούχοι στη Βουδαπέστη, οι οποίοι διατηρούν στενούς δεσμούς τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία, εξέφρασαν την ελπίδα τους για τη διεξαγωγή της συνάντησης.
Ο Ούγγρος Υπουργός Εξωτερικών, Πέτερ Σιγιάρτο, δήλωσε ότι «οι προετοιμασίες συνεχίζονται και το μόνο ζήτημα είναι ο χρόνος, όχι η πρόθεση», υπογραμμίζοντας μια διαφορετική οπτική της κατάστασης από την πλευρά της Ουγγαρίας.
Ωστόσο, αυτή η αισιόδοξη στάση έρχεται σε αντίθεση με τη συνεχιζόμενη σκληρή ρητορική του Κρεμλίνου. Η Ζαχάροβα επανέλαβε ότι η Ρωσική Ομοσπονδία «προχωρά με συνέπεια από τον μη διαπραγματεύσιμο χαρακτήρα των στόχων της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης», όπως δηλώθηκαν τον Φεβρουάριο του 2022.
Επέμεινε ότι η Ουκρανία πρέπει να καταστεί ουδέτερο, μη ευθυγραμμισμένο, μη πυρηνικό κράτος, «αποναζιστικοποιημένο και αποστρατιωτικοποιημένο», καθώς μόνο έτσι θα διασφαλιστεί η διαρκής ειρήνη. Αυτό επιβεβαιώνει ότι οι ρωσικές προϋποθέσεις για ειρήνη παραμένουν σταθερές, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη κάθε ουσιαστική διπλωματική πρόοδο.