Η ΜΚΟ Oxfam αποκάλυψε σήμερα ότι τα ετήσια κέρδη των δισεκατομμυριούχων των χωρών της G20, ύψους 2,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, υπερβαίνουν κατά πολύ το 1,65 τρισεκατομμύριο δολάρια που απαιτείται για να βγουν από την ανέχεια 3,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως.
Η οργάνωση καλεί τη σύνοδο της G20, που διεξάγεται αυτό το σαββατοκύριακο στη Νότια Αφρική, να υιοθετήσει μέτρα για την καταπολέμηση των ανισοτήτων και την ελάφρυνση του χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών.
Αυτή η αποκάλυψη έρχεται σε μια περίοδο όπου οι παγκόσμιες οικονομικές ανισότητες εντείνονται, με τον πλούτο να συσσωρεύεται σε όλο και λιγότερα χέρια, παρά τις συνεχιζόμενες κρίσεις που πλήττουν τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς. Το ζήτημα της φτώχειας και της ανισοκατανομής του πλούτου αποτελεί κεντρικό θέμα στις διεθνείς συζητήσεις, με οργανισμούς όπως η Oxfam να αναδεικνύουν συστηματικά την ανάγκη για πολιτικές παρεμβάσεις.
Τα κέρδη των δισεκατομμυριούχων και το κόστος της φτώχειας
Σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιοποίησε σήμερα η ΜΚΟ Oxfam, το ετήσιο κόστος για να βγουν από την ανέχεια οι 3,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι που ζουν σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας ανέρχεται σε 1,65 τρισεκατομμύρια δολάρια. Το ποσό αυτό είναι σημαντικά μικρότερο από τα αθροιστικά κέρδη ύψους 2,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που κατέγραψαν την περασμένη χρονιά οι δισεκατομμυριούχοι στις είκοσι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου (G20).
Η ανάλυση της Oxfam, βασιζόμενη σε στοιχεία του περιοδικού Forbes, επισημαίνει ότι πέρα από τα κέρδη των 2,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2024, οι δισεκατομμυριούχοι στις 19 χώρες μέλη της G20 είδαν την περιουσία τους να αυξάνεται συνολικά στα 15,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας άνοδο 16,5%.
Αυτή η ραγδαία αύξηση του πλούτου των υπερπλουσίων έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την οικονομική πραγματικότητα των νεότερων γενιών, οι οποίες δυσκολεύονται να προσεγγίσουν τον πλούτο των γονέων τους.
Οι προτάσεις της Oxfam και η σύνοδος της G20
Η βρετανική οργάνωση παροτρύνει τη σύνοδο της G20, που διεξάγεται αυτό το σαββατοκύριακο στη Νότια Αφρική, να ακολουθήσει το παράδειγμα της χώρας αυτής, καταπολεμώντας τις αβυσσαλέες ανισότητες και ελαφρύνοντας το άχθος του χρέους που υπονομεύει τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Η Oxfam ενστερνίζεται την πρόταση της Νότιας Αφρικής για τη δημιουργία μιας διεθνούς συμβουλευτικής επιτροπής για την καταπολέμηση των ανισοτήτων, παρόμοιας με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (GIEC).
Αυτό που ανησυχεί τους αναλυτές και τις ΜΚΟ είναι η αδράνεια των διεθνών οργανισμών μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, με την Oxfam να υπογραμμίζει την ανάγκη για άμεση δράση. Η πρόταση για τη δημιουργία μιας διεθνούς συμβουλευτικής επιτροπής, παρόμοιας με την GIEC για το κλίμα, δείχνει την επιτακτική ανάγκη για συντονισμένη παγκόσμια προσπάθεια στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων.
Ο εκτελεστικός διευθυντής της Oxfam, Αμίταμπ Μπεχάρ, σχολίασε ότι «αν η νοτιοαφρικανική G20 δημιουργήσει νέα διεθνή συμβουλευτική επιτροπή για τις ανισότητες, θα πρόκειται για τεράστιο βήμα στον αγώνα για την αντιμετώπιση της κρίσης των ανισοτήτων». Η οργάνωση καλεί επίσης τους πλούσιους του κόσμου να «φορολογηθούν με δίκαιο τρόπο για να συμβάλουν να τερματιστεί η φτώχεια και να καταπολεμηθεί η απορρύθμιση του κλίματος».
Παράλληλα, η Oxfam κατηγορεί την κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία μποϊκοτάρει τη σύνοδο του Γιοχάνεσμπουργκ, πως εφαρμόζει «καταστροφικές πολιτικές – από τους απερίσκεπτους τελωνειακούς δασμούς ως τις αντιδραστικές φοροαπαλλαγές, περνώντας από τις δημοσιονομικές περικοπές – οι οποίες αυξάνουν τις ανισότητες».
Η επόμενη μέρα για τις παγκόσμιες ανισότητες
Η G20, που αποτελείται από 19 κράτη, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Αφρικανική Ένωση, αντιπροσωπεύει το 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ και τα δύο τρίτα του πληθυσμού του πλανήτη, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία των αποφάσεών της. Η Νότια Αφρική ελπίζει ότι η σύνοδος που φιλοξενεί, η πρώτη στην Αφρική, θα επιφέρει σημαντική πρόοδο στην επίλυση προβλημάτων που αφορούν τις αφρικανικές χώρες και τον λεγόμενο «παγκόσμιο νότο», προτού οι ΗΠΑ αναλάβουν την εναλλασσόμενη προεδρία της G20 το 2026.
Η πίεση για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων αναμένεται να ενταθεί, καθώς οι οικονομικές διαφορές συνεχίζουν να διευρύνονται παγκοσμίως.