Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς οι ηγέτες των κρατών μελών ετοιμάζονται να εκφράσουν τις ανησυχίες τους για την επιθετική πράσινη ατζέντα του μπλοκ. Οι συζητήσεις για έναν νέο φιλόδοξο στόχο μείωσης των εκπομπών έως το 2040, μια βασική δέσμευση για τη δεύτερη θητεία της Προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, εγκυμονούν τον κίνδυνο να ανοίξει ένα «κουτί της Πανδώρας» απαιτήσεων που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την πράσινη μετάβαση και τη σκληρά κερδισμένη περιβαλλοντική κληρονομιά της Ένωσης.
Η καγκελαρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιδίδεται σε έναν λεπτό ελιγμό, προσπαθώντας να συμβιβάσει τις οικονομικές και πολιτικές πιέσεις που ασκούνται από έναν αυξανόμενο αριθμό χωρών, χωρίς όμως να επιτρέψει την αποδυνάμωση των αυστηρών κλιματικών νόμων που θεσπίστηκαν κατά την πρώτη πενταετία της φον ντερ Λάιεν στην ηγεσία του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ.
Η σύνοδος κορυφής της Πέμπτης θεωρείται ως μια ευκαιρία είτε για την εδραίωση των στόχων είτε για την έναρξη μιας ολικής αναθεώρησης των υφιστάμενων πολιτικών.
Οι προκλήσεις των φιλόδοξων κλιματικών στόχων
Ο προτεινόμενος στόχος για το 2040 προβλέπει μείωση των εκπομπών κατά έως και 90% κάτω από τα επίπεδα του 1990, μια φιλόδοξη δέσμευση που βρίσκεται στον πυρήνα της στρατηγικής της φον ντερ Λάιεν για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη έως το 2050. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτών των στόχων συναντά σημαντικές αντιστάσεις.
Οι ανησυχίες των κρατών μελών περιστρέφονται γύρω από το οικονομικό κόστος και τον αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών τους, ειδικά σε μια περίοδο παγκόσμιων οικονομικών προκλήσεων.
Η Πρόεδρος της Κομισιόν έχει ήδη αφιερώσει μεγάλο μέρος της δεύτερης θητείας της στην αναπροσαρμογή πράσινων νόμων που πρότεινε τα προηγούμενα πέντε χρόνια, χαλαρώνοντας απαιτήσεις για εταιρείες και υποσχόμενη πιο ευέλικτους κανόνες. Παρόλα αυτά, η προσέγγιση αυτή, η οποία περιλαμβάνει ακόμη και την εξωτερική ανάθεση ενός μέρους των απαιτούμενων περικοπών εκπομπών στο εξωτερικό, δεν έχει μέχρι στιγμής κατευνάσει τους ηγέτες.
Το μέτωπο της αντίστασης και οι εθνικές απαιτήσεις
Πριν από τη σύνοδο κορυφής, δεκαεννέα χώρες ζητούσαν ακόμη μεγαλύτερη απορρύθμιση αγοράς από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ένα δυναμικό λόμπι, συμπεριλαμβανομένων του πρωθυπουργού της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ και της πρωθυπουργού της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, έχει διατυπώσει εκτεταμένες απαιτήσεις για αποδυνάμωση των υφιστάμενων μέτρων του μπλοκ, ως αντάλλαγμα για την υποστήριξη του στόχου του 2040.
Οι χώρες μέλη εκδηλώνουν συγκεκριμένες απαιτήσεις: η Πολωνία επιδιώκει την καθυστέρηση ενός φόρου άνθρακα στα ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές και τη θέρμανση, ενώ η Ιταλία έχει ζητήσει αλλαγές στον σταδιακό τερματισμό των κινητήρων εσωτερικής καύσης της ΕΕ.
Η Γαλλία, από την πλευρά της, θα προτιμούσε να αποφύγει έναν νέο στόχο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που θα περιθωριοποιούσε τον πυρηνικό της στόλο, και η Γερμανία επιθυμεί μια λιγότερο επαχθή πορεία απαλλαγής από τον άνθρακα για τη βαριά βιομηχανία της.
Ο ρόλος των βασικών παραγόντων και το διακύβευμα της Συνόδου
Την ευθύνη για την επιτυχία της συνόδου φέρουν η Πρόεδρος φον ντερ Λάιεν και ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, όπως τόνισε η Λίντα Κάλχερ, διευθύντρια του think tank Strategic Perspectives. Ο Κόστα, ο οποίος προεδρεύει της συζήτησης, κάλεσε τους ηγέτες να συζητήσουν πώς μπορεί το μπλοκ να συγκεράσει τις κλιματικές προσπάθειες με την οικονομική ανταγωνιστικότητα, αντί να εστιάσουν στον ίδιο τον στόχο.
Ωστόσο, αυτή η πρόσκληση ενέχει τον κίνδυνο ενός «φαινόμενου χριστουγεννιάτικου δέντρου», όπου κάθε ηγέτης θα προσδένει τις δικές του «αγαπημένες» πολιτικές στον κλιματικό στόχο. Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος πίεσε για τη συζήτηση των ηγετών, θεωρείται κομβικός παράγοντας.
Η Επιτροπή έχει ήδη προσφέρει στη Γαλλία σημαντικές παραχωρήσεις, συμπεριλαμβανομένης μιας μεγάλης αύξησης των δασμών στον χάλυβα, με τη στάση του Μακρόν να μπορεί να καθορίσει την έκβαση των συνομιλιών.
Το εύθραυστο μέλλον της πράσινης ατζέντας
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έχει ήδη δαπανήσει μεγάλο μέρος της δεύτερης θητείας της στην αναθεώρηση πράσινων νόμων που πρότεινε τα προηγούμενα πέντε χρόνια. Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει αν οι προσφερθείσες παραχωρήσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν υποσχέσεις για προσαρμογές υφιστάμενων κλιματικών νόμων για την αντιμετώπιση οικονομικών ανησυχιών χωρίς ουσιαστική αποδυνάμωση, θα αποδειχθούν επαρκείς.
Οι λεπτομέρειες των όσων θα συμφωνηθούν θα είναι καθοριστικής σημασίας.
Όπως σχολίασε ο Σιμόνε Ταγκλιαπιέτρα, ανώτερος συνεργάτης του think tank Bruegel, το κατά πόσο αυτές οι προσαρμογές θα διευκολύνουν απλώς τη συμμόρφωση ή, αντίθετα, θα αποδυναμώσουν τις κλιματικές προσπάθειες του μπλοκ, είναι το σημαντικότερο διακύβευμα.
«Συνολικά, ναι, εισερχόμαστε σε επικίνδυνη περιοχή», προειδοποίησε, υποδηλώνοντας την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ της φιλοδοξίας για κλιματική προστασία και των πιέσεων για οικονομική ανάπτυξη.