Η ανώτατη εξωτερική επιθεώρηση της Γαλλίας κρούει τον κώδωνα για το σχέδιο ανάπλασης του Λούβρου, προτείνοντας να δοθεί προτεραιότητα σε μέτρα ασφάλειας και τεχνικές υποδομές αντί για εντυπωσιακά έργα. 154 σελίδων έκθεση καταγράφει παρατηρήσεις για την περίοδο 2018-2024, ενώ η έκθεση είχε συνταχθεί πριν από την πρόσφατη, τολμηρή κλοπή που συγκλόνισε το μουσείο.
Σε αυτό το πλαίσιο διάχυτη είναι η ανησυχία για χρηματοοικονομικούς κινδύνους του προτεινόμενου προγράμματος.
Κύρια ευρήματα των ελεγκτών
Στο κείμενο των ελεγκτών αναφέρεται ότι τα έσοδα του Λούβρου αυξήθηκαν κατά σχεδόν 50% μεταξύ 2018 και 2024, αλλά τα πρόσθετα κεφάλαια διοχετεύτηκαν κυρίως σε έργα με δημόσια απήχηση, όπως νέες αγορές έργων και περιοδικές εκθέσεις. Παράλληλα, οι υποδομές έμειναν πίσω, γεγονός που οδήγησε τους ελεγκτές να τονίσουν την ανάγκη για αναβάθμιση τεχνικών υποδομών και ζωτικής σημασίας επενδύσεις. αύξηση εσόδων εμφανίζεται ως στοιχείο-κλειδί στην αξιολόγηση.
Η έκθεση επισημαίνει ότι το μουσείο βρέθηκε σε έναν «προϋπολογιστικό αδιέξοδο», απαιτώντας να τεθούν προτεραιότητες στις δαπάνες και όχι να συνεχιστούν όλα τα έργα ταυτόχρονα. Οι ελεγκτές κατέγραψαν ελλείψεις σε υποδομές και προβλήματα συντονισμού που, κατά την άποψή τους, επηρεάζουν τη βιωσιμότητα των μελλοντικών επενδύσεων.
Επιπλέον, σημειώνεται και η σχετική ευπάθεια στον χειρισμό μεγάλων έργων.
Κίνδυνοι και χρηματοδότηση του σχεδίου
Το κυβερνητικό πρόγραμμα που παρουσιάστηκε ως «New Louvre Renaissance» έχει εκτιμώμενο κόστος περίπου 1,15 δισ. ευρώ, ενώ η έκθεση προειδοποιεί για πολλούς κινδύνους υπερβάσεων κόστους λόγω της πολυπλοκότητάς του. Οι ελεγκτές χαρακτηρίζουν το σχέδιο ως φέρον με εύθραυστη χρηματοδοτική βάση, παρότι ο Γάλλος πρόεδρος έχει δηλώσει ότι τα έξοδα θα καλυφθούν από πόρους του μουσείου και ιδιώτες δωρητές. προτεινόμενο κόστος έργου αναδεικνύεται σε σημείο προβληματισμού.
Στο κείμενο επισημαίνεται ότι, παρά την ιδιωτική συνεισφορά, υπάρχει έμμεση επιβάρυνση των δημόσιων οικονομικών μέσω γενναιόδωρων φορολογικών κινήτρων για χορηγούς, γεγονός που οι ελεγκτές θεωρούν μη αμελητέο. Η έκθεση προτείνει να επανεκτιμηθούν τα σενάρια χρηματοδότησης και να προβλεφθούν επιπλέον πρόνοιες για αποκλίσεις του κόστους. φορολογικά κίνητρα χορηγών αναφέρονται ρητά ως παράγοντας.
Ασφάλεια μετά την κλοπή
Η έκθεση είχε συνταχθεί πριν από την μεγάλη κλοπή στην οποία εκλάπησαν αντικείμενα αξίας περίπου 88 εκατ. ευρώ, κοσμήματα που ανήκαν σε πρώην βασιλικές και αυτοκρατορικές οικογένειες, και η υπόθεση ανέδειξε τα κενά ασφάλειας στο μουσείο. Παρά τη σύλληψη υπόπτων, οι κλεμμένες συλλογές δεν έχουν βρεθεί μέχρι στιγμής, ενώ η υπόθεση προκάλεσε δημόσιο διάλογο για την ανάγκη ενίσχυσης της προστασίας των συλλογών. κλοπή κοσμημάτων αποτέλεσε καταλύτη για την επανεκτίμηση κινδύνων.
Μετά το επεισόδιο, η Υπουργός Πολιτισμού Ρασίντα Ντατί ανακοίνωσε έκτακτη επένδυση περίπου 80 εκατ. ευρώ για νέα συστήματα επιτήρησης και παρακολούθησης, μέτρο που στοχεύει άμεσα στην κάλυψη των πιο εμφανών κενών. Η αποκλειστική δημοσιοποίηση των μέτρων και οι λεπτομέρειες του σχεδιασμού παραμένουν υπό συζήτηση, ενώ η διερεύνηση της κλοπής συνεχίζεται. επένδυση σε επιτήρηση ανακοινώθηκε ως άμεσο μέτρο.
Αντιδράσεις της διοίκησης και πολιτικό πλαίσιο
Ο Λούβρος απάντησε στην έκθεση με κριτική προς τη μεθοδολογία των ελεγκτών, υποστηρίζοντας ότι ορισμένα από τα επισημασμένα προβλήματα έχουν ήδη αντιμετωπιστεί και ότι το σχέδιο ανάπλασης είναι αναγκαίο για δομικές λύσεις. Η διοίκηση τόνισε επίσης ότι η οργάνωση αντιμετωπίζει πολύπλοκα ζητήματα διαχείρισης επισκεπτών και συντήρησης συλλογών. αντίδραση της διοίκησης υπογραμμίζει την αντίθεση στην κριτική.
Το μέτωπο της πολιτικής αντιπαράθεσης παραμένει ενεργό, ενώ το προεδρικό γραφείο και το Υπουργείο Πολιτισμού δεν απάντησαν άμεσα σε σχετικό αίτημα σχολιασμού, όπως αναφέρει το POLITICO. Οι ελεγκτές καλούν για διαφανείς επιλογές προτεραιοτήτων, ειδικά σε ό,τι αφορά την ασφάλεια των συλλογών και την ανθεκτικότητα των υποδομών απέναντι στον συνεχή αυξανόμενο αριθμό επισκεπτών.
Η συζήτηση για το αν θα προχωρήσει ολόκληρο το σχέδιο όπως σχεδιάστηκε ή αν θα επανακαθοριστούν οι προτεραιότητες θα καθορίσει τις επόμενες κινήσεις του μουσείου και της κυβέρνησης. προτεραιότητα στην ασφάλεια επανέρχεται ως κεντρική σύσταση, ενώ ανοιχτό παραμένει το ερώτημα για τη βιωσιμότητα της χρηματοδότησης.