- Κομισιόν προτείνει νέες εξουσίες για κεντρικό σχεδιασμό ενεργειακών δικτύων της ΕΕ.
- Στόχος η κάλυψη διπλάσιας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2040 και η απεξάρτηση από ρωσικά καύσιμα.
- Απαιτούνται επενδύσεις €1,2 τρισ. έως το 2040, με εκτιμώμενη εξοικονόμηση €560 δισ.
- Ανησυχίες για υπερβολική επιρροή της ΕΕ και πιθανές καθυστερήσεις στην εφαρμογή.
- Το πακέτο θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ουκρανίας, η οποία είναι ήδη συνδεδεμένη.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε την Τετάρτη την παροχή νομικά κατοχυρωμένων εξουσιών στον εαυτό της για τον σχεδιασμό και την επέκταση των ευρωπαϊκών δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, σε μια προσπάθεια να εκσυγχρονίσει ένα γηράσκον δίκτυο. Στόχος είναι η κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης ενέργειας που προκύπτει από τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, καθώς και η μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και η προστασία από τις διακυμάνσεις των τιμών.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια των πιεστικών αναγκών της Ευρώπης να ανανεώσει και να επεκτείνει τα δίκτυά της, ώστε να ανταποκριθεί στην ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας. Το παρασκήνιο της υπόθεσης περιλαμβάνει την τριπλή πρόκληση του τερματισμού της εξάρτησης από τα εισαγόμενα καύσιμα από τη Ρωσία, της απαλλαγής του ενεργειακού δικτύου από τον άνθρακα και της μείωσης των υψηλών τιμών της ενέργειας, καθιστώντας την αναβάθμιση των υποδομών ζωτικής σημασίας για την οικονομική σταθερότητα και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα της ηπείρου.
Οι προτεινόμενες αλλαγές και οι στόχοι της Κομισιόν
Η πρόταση, μέρος του «Ευρωπαϊκού Πακέτου Δικτύων» που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, περιλαμβάνει σαρωτικές αλλαγές στους ενεργειακούς νόμους της ΕΕ. Η Κομισιόν επιδιώκει να αποκτήσει την εξουσία να διενεργεί «κεντρικό σενάριο» σχεδιασμού κάθε τέσσερα χρόνια, προκειμένου να αξιολογεί τις αναβαθμίσεις που απαιτούνται στο δίκτυο. Αυτό αποτελεί μια σημαντική αλλαγή από το τρέχον αποκεντρωμένο σύστημα σχεδιασμού των δικτύων, όπου η συνεργασία πραγματοποιείται σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης και κυβερνήσεων.
Επιπλέον, το πακέτο προτείνει την επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων για τα δίκτυα και άλλα ενεργειακά έργα, ώστε οι υποδομές να κατασκευάζονται ταχύτερα. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω της τροποποίησης τεσσάρων βασικών νομοθετικών πράξεων: του κανονισμού TEN-E, της Οδηγίας για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, της Οδηγίας για τις Αγορές Ενέργειας και της Οδηγίας για την Αγορά Φυσικού Αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται ακόμη και η χαλάρωση των περιβαλλοντικών κανόνων σχεδιασμού για τα δίκτυα, δεδομένου ότι επί του παρόντος ο σχεδιασμός και η κατασκευή νέων υποδομών διαρκεί περίπου 10 χρόνια.
Το κόστος και τα οφέλη της αναβάθμισης
Η Κομισιόν εκτιμά ότι θα χρειαστούν επενδύσεις ύψους 1,2 τρισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2040 για την πλήρη αναμόρφωση των δικτύων. Ένα μεγάλο μέρος αυτών των κεφαλαίων θα προέλθει από τις εθνικές κυβερνήσεις, ενώ περίπου 30 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν ήδη προβλεφθεί για διασυνοριακές αναβαθμίσεις στον επερχόμενο πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή πιστεύει ότι η προσπάθειά της για ένα πιο αποτελεσματικό και τελικά κερδοφόρο δίκτυο θα προσφέρει ισχυρά κίνητρα σε εταιρείες και επενδυτές, κινητοποιώντας ιδιωτικά κεφάλαια για την κάλυψη του μεγαλύτερου μέρους του κόστους.
Σύμφωνα με την Agora Energiewend, μια δεξαμενή σκέψης για την ενέργεια, η βαθύτερη ολοκλήρωση της αγοράς και ο καλύτερα συντονισμένος σχεδιασμός των υποδομών θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος κατά 560 δισεκατομμύρια ευρώ μεταξύ 2030 και 2050. Αυτό θα μεταφραστεί σε λιγότερη κρατική χρηματοδότηση, εξοικονομώντας χρήματα για τους φορολογούμενους και ενισχύοντας την οικονομική βιωσιμότητα του εγχειρήματος.
Οι αντιδράσεις και οι ανησυχίες
Η ώθηση για μια «από πάνω προς τα κάτω» προσέγγιση έρχεται σε αντίθεση με το υφιστάμενο μοντέλο, όπου η συνεργασία γύρω από τις ενεργειακές υποδομές λαμβάνει χώρα σε εθνικό επίπεδο. Αυτή η αλλαγή έχει προκαλέσει ανησυχίες σε ορισμένους κύκλους, οι οποίοι φοβούνται ότι θα προσδώσει στην εκτελεστική εξουσία της ΕΕ δυσανάλογη επιρροή, εις βάρος των εθνικών φορέων εκμετάλλευσης και των κυβερνήσεων.
Ο Επίτροπος Ενέργειας, Νταν Γιόργκενσεν, αναγνώρισε σε συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη ότι η πρόταση «πράγματι συνεπάγεται περισσότερη εξουσία για την ΕΕ», αλλά απέρριψε τις υποθέσεις ότι πρόκειται για «αρπαγή εξουσίας». Τόνισε ότι «δίνοντας στην ΕΕ περισσότερες αρμοδιότητες για συντονισμό και διευκόλυνση, ενδυναμώνουμε επίσης τα κράτη μέλη να κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο για αυτά». Ωστόσο, η πρόταση για επανεξέταση των οδηγιών για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις αγορές ενέργειας και τις αγορές φυσικού αερίου έχει αποδειχθεί αμφιλεγόμενη, με ομάδες πίεσης να ανησυχούν για καθυστερήσεις και αβεβαιότητα. Όπως μεταδίδει το POLITICO, ο Άντριαν Χιλ, διευθυντής της Electrification Alliance, δήλωσε ότι «η κύρια ανησυχία είναι η καθυστέρηση και η αβεβαιότητα, τόσο για τα κράτη μέλη που προσπαθούν να την ενσωματώσουν όσο και για τις επιχειρήσεις που επιδιώκουν να επενδύσουν». Η Φράουκε Τις, συνδιευθύντρια για την Ευρώπη στην Agora Energiewend, υπογράμμισε ότι «είναι κρίσιμο οι νέες προτάσεις να βασίζονται – και να μην καθυστερούν – την εφαρμογή της ήδη υφιστάμενης νομοθεσίας».
Η επόμενη μέρα και ο ρόλος της Ουκρανίας
Η αναβάθμιση των ευρωπαϊκών δικτύων αναμένεται να έχει ευρύτερες γεωπολιτικές επιπτώσεις. Ο Επίτροπος Γιόργκενσεν δήλωσε ότι θα ωφελήσει επίσης τις προσπάθειες της Ουκρανίας να ενισχύσει τις εγχώριες ενεργειακές προμήθειες της εν μέσω αυξανόμενων ρωσικών επιθέσεων στις μονάδες παραγωγής ενέργειας της χώρας. Η Ουκρανία είναι ήδη συνδεδεμένη με τις ενεργειακές υποδομές της ΕΕ και, μαζί με τη Μολδαβία, θα χρειαστεί να υιοθετήσει το πακέτο δικτύων εάν ενταχθεί στην Ένωση. Αυτό υπογραμμίζει τη στρατηγική σημασία του πακέτου όχι μόνο για την εσωτερική λειτουργία της ΕΕ, αλλά και για την ενεργειακή ασφάλεια και την ενσωμάτωση των γειτονικών χωρών.