Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συντάχθηκε με 82 χώρες που ζήτησαν έναν σαφή οδικό χάρτη για την κατάργηση των ορυκτών καυσίμων κατά τις κλιματικές συνομιλίες του ΟΗΕ στην COP30, στο Μπελέμ της Βραζιλίας. Παρά την προβολή της ως κλιματικού ηγέτη, η αδυναμία της να επιτύχει ομοφωνία μεταξύ των 27 κρατών-μελών της υπογραμμίζει τις εσωτερικές της διαιρέσεις, αφήνοντας την εκτός μιας κρίσιμης πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια μιας περιόδου όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση η ίδια υποβλήθηκε σε μια δύσκολη διαδικασία καθορισμού νέων κλιματικών στόχων, η οποία αντιμετώπισε σημαντική αντίθεση από κράτη μέλη που εξαρτώνται έντονα από τον άνθρακα και την ισχυρή αυτοκινητοβιομηχανία.
Αυτή η εσωτερική τριβή αναδεικνύει το πολύπλοκο πολιτικό τοπίο εντός του μπλοκ όσον αφορά την ενεργειακή μετάβαση.
Η απουσία της ΕΕ από την παγκόσμια έκκληση
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τον αυτοανακηρυγμένο της ρόλο ως κλιματικού ηγέτη, δεν συντάχθηκε με τις 82 χώρες που ζήτησαν έναν σαφή οδικό χάρτη για την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα στην COP30, στο Μπελέμ της Βραζιλίας. Αυτή η πρωτοβουλία, που τέθηκε στο επίκεντρο των κλιματικών συνομιλιών του ΟΗΕ, στοχεύει στην άμεση αντιμετώπιση των καυσίμων που οδηγούν την κλιματική αλλαγή, ένα θέμα που σπάνια συζητείται τόσο ευθέως. Δεκάδες κυβερνήσεις ζήτησαν έναν οδικό χάρτη για την σταδιακή κατάργηση του άνθρακα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Δανίας και της Γερμανίας, υποστήριξαν ένθερμα αυτή την κίνηση, με τους υπουργούς τους να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανακοίνωση. Ο Γερμανός Υπουργός Περιβάλλοντος, Κάρστεν Σνάιντερ, κάλεσε τη συνάντηση να «απελευθερωθούμε από τα ορυκτά καύσιμα», τονίζοντας ότι αυτό θα βοηθούσε στην πρόσβαση στην ενέργεια, στη μείωση των τιμών για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, και στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας.
Οι εσωτερικές προκλήσεις και οι διαιρέσεις στην ΕΕ
Για να υποστηρίξει η Ευρωπαϊκή Ένωση την πρωτοβουλία, απαιτείται ομοφωνία και από τα 27 κράτη-μέλη της. Αυτή η απαίτηση αποτελεί συχνά εμπόδιο σε φιλόδοξες κλιματικές πολιτικές, καθώς χώρες με ισχυρούς δεσμούς με τον άνθρακα και την αυτοκινητοβιομηχανία εκφράζουν αντιρρήσεις.
Η Ελλάδα, για παράδειγμα, έχει ξεκινήσει γεωτρήσεις φυσικού αερίου στο Ιόνιο, γεγονός που αναδεικνύει τις διαφορετικές εθνικές προτεραιότητες.
Η εσωτερική διαμάχη εντός της ΕΕ για την κλιματική πολιτική δεν είναι καινούργια. Πρόσφατα, η Ένωση πέρασε από μια δύσκολη διαδικασία για τον καθορισμό νέων κλιματικών στόχων, η οποία συνάντησε σημαντική αντίσταση. Αυτές οι εντάσεις δοκιμάζουν την κλιματική διπλωματία της Ένωσης, ειδικά ενόψει διεθνών συνόδων όπως η COP30.
Επιπτώσεις στην κλιματική διπλωματία και το μέλλον
Η απουσία της ΕΕ από αυτή την κοινή δήλωση δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της κλιματικής της ηγεσίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Τζένιφερ Μόργκαν, πρώην απεσταλμένη της Γερμανίας για το κλίμα, εξέφρασε την απορία της, δηλώνοντας ότι «αυτό είναι απολύτως προς το συμφέρον της ΕΕ» και ότι είναι «αρκετά μπερδεμένη που υπάρχουν προφανώς μερικά κράτη μέλη που είναι νευρικά για αυτό».
Αυτή η στάση μπορεί να υπονομεύσει την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως πρωτοπόρου στην πράσινη μετάβαση, ειδικά σε μια περίοδο όπου οι κλιματικές διαπραγματεύσεις αντιμετωπίζουν πιέσεις για μεταρρυθμίσεις και άμεση δράση. Η αδυναμία να παρουσιαστεί μια ενιαία και φιλόδοξη θέση μπορεί να δώσει λάθος μήνυμα στους διεθνείς εταίρους και να επιβραδύνει την παγκόσμια προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Προοπτικές για την κλιματική δράση της Ευρώπης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ενώ πολλά κράτη μέλη επιθυμούν την ταχεία μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας, η ανάγκη για ομοφωνία και η αντίσταση από βιομηχανικούς κλάδους και χώρες με εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, καθιστούν δύσκολη την υιοθέτηση ριζοσπαστικών αποφάσεων.
Η πίεση από την παγκόσμια κοινότητα και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις αναμένεται να ενταθεί, ωθώντας την ΕΕ να βρει τρόπους να ξεπεράσει τις εσωτερικές της διαφωνίες. Η ικανότητα της Ένωσης να ευθυγραμμίσει τις εθνικές προτεραιότητες με τους κοινούς κλιματικούς στόμους θα καθορίσει την πορεία της στην παγκόσμια σκηνή και την αποτελεσματικότητά της στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.