Ο ομοσπονδιακός δικαστής των ΗΠΑ, Τζέιμς Μπόασμπεργκ, ανακοίνωσε την Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025, ότι επαναφέρει την επί μακρόν καθυστερημένη δικαστική διαδικασία για να διαπιστώσει εάν αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ παραβίασαν εν γνώσει τους δικαστική εντολή.
Η υπόθεση αφορά την απέλαση εκατοντάδων ανδρών στο Ελ Σαλβαδόρ τον περασμένο Μάρτιο, ενέργεια που είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και νομικές διαμάχες.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται ως συνέχεια μιας μακράς νομικής διαμάχης που αναδεικνύει τα όρια της προεδρικής εξουσίας και τις δικαστικές αρμοδιότητες, ειδικά σε θέματα μετανάστευσης και απελάσεων. Η υπόθεση έχει τις ρίζες της σε μια σειρά γεγονότων που ξεκίνησαν τον περασμένο Μάρτιο, όταν πραγματοποιήθηκαν οι επίμαχες απελάσεις, και αναζωπυρώνει τις συζητήσεις για την λογοδοσία των κυβερνητικών αξιωματούχων.
Η αναβίωση της διαδικασίας περιφρόνησης
Όπως μεταδίδει το Reuters, ο ομοσπονδιακός δικαστής των ΗΠΑ, Τζέιμς Μπόασμπεργκ, δήλωσε την Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025, ότι επαναφέρει την επί μακρόν καθυστερημένη δικαστική διαδικασία για να διαπιστώσει εάν αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ παραβίασαν εν γνώσει τους δικαστική εντολή.
Ο δικαστής ζήτησε ένορκες καταθέσεις από τους αξιωματούχους για να εξακριβωθεί αν αψήφησαν την εντολή του Μαρτίου να ανακαλέσουν αεροσκάφη που απέλαυναν εκατοντάδες άνδρες από το έδαφος των ΗΠΑ. Μια τριμελής επιτροπή εφετείου είχε αναστείλει την έρευνα νωρίτερα φέτος, ωστόσο ένα μεγαλύτερο πάνελ εφετών αποφάσισε την Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2025, ότι ο Μπόασμπεργκ «παραμένει ελεύθερος να απαιτήσει από την κυβέρνηση να προσδιορίσει τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων που διέταξαν τις δυνητικά περιφρονητικές ενέργειες και να εξετάσει προσεκτικά τα επόμενα βήματα».
Οι κατηγορίες και οι αντιδράσεις
Οι δηλώσεις του δικαστή Μπόασμπεργκ αναζωογόνησαν την αντιπαράθεσή του με την κυβέρνηση Τραμπ σχετικά με τα όρια της προεδρικής εξουσίας. Η διεξαγωγή διαδικασιών ποινικής περιφρόνησης, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε πρόστιμα ή άλλες μορφές επίπληξης, έχει προκαλέσει την οργή των συμμάχων του Τραμπ, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι ο δικαστής έχει υπερβεί τις αρμοδιότητές του.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει διαφωνήσει με την ερμηνεία του Μπόασμπεργκ για την απόφαση του εφετείου, ισχυριζόμενο ότι στερείται δικαιοδοσίας να διεξάγει διαδικασίες περιφρόνησης. Επιπλέον, το Υπουργείο Δικαιοσύνης υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν αψήφησε εν γνώσει της καμία δικαστική εντολή.
Η αγορά και οι νομικοί κύκλοι παρακολουθούν στενά αυτή την υπόθεση, καθώς οι αποφάσεις που θα ληφθούν θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προηγούμενο για τη σχέση μεταξύ της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας στις ΗΠΑ. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η έκβαση αυτής της διαμάχης θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το εύρος της προεδρικής ασυλίας και της λογοδοσίας των αξιωματούχων σε περιπτώσεις που αφορούν την εφαρμογή δικαστικών εντολών.
Αυτή η νομική διαμάχη έρχεται σε μια περίοδο που η πολιτική του Τραμπ για τον περιορισμό του ασύλου βρίσκεται επίσης στο μικροσκόπιο, όπως θα εξετάσει το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.
Το ιστορικό της υπόθεσης και οι επιπτώσεις
Ο δικαστής Μπόασμπεργκ εκδίκαζε μια αγωγή που κατατέθηκε εκ μέρους φερόμενων μελών συμμοριών από τη Βενεζουέλα, οι οποίοι απομακρύνθηκαν από τις ΗΠΑ βάσει του σπάνια επικαλούμενου νόμου περί εχθρών αλλοδαπών (Alien Enemies Act). Τον Απρίλιο του 2025, ο Μπόασμπεργκ είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση Τραμπ φάνηκε να ενήργησε «κακόπιστα» όταν οργάνωσε βιαστικά τρεις πτήσεις απέλασης στις 15 Μαρτίου 2025, την ίδια στιγμή που ο ίδιος διεξήγαγε επείγουσες δικαστικές διαδικασίες για να αξιολογήσει τη νομιμότητα της ενέργειας.
Οι άνδρες από τη Βενεζουέλα, που βρίσκονταν στο επίκεντρο της δικαστικής διαμάχης, αφέθηκαν ελεύθεροι από φυλακή του Ελ Σαλβαδόρ το καλοκαίρι του 2025 και επέστρεψαν στη Βενεζουέλα στο πλαίσιο ανταλλαγής κρατουμένων με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ.
Τα επόμενα βήματα και οι προσδοκίες
Ο δικαστής Μπόασμπεργκ ζήτησε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης να υποβάλει μια πρόταση έως τις 24 Νοεμβρίου 2025, περιγράφοντας τα προτεινόμενα επόμενα βήματα. Αντίστοιχη πρόταση ζητήθηκε και από τους δικηγόρους που εκπροσωπούν τους απελαθέντες άνδρες. Η απόφαση αυτή, καθώς και άλλες δικαστικές υποθέσεις που αφορούν την εξουσία του προέδρου και τη μεταναστευτική πολιτική, υπογραμμίζουν τις συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ των κλάδων της κυβέρνησης των ΗΠΑ και την προσπάθεια για την επιβολή του κράτους δικαίου.