- Ο Νάσρι Άσφουρα προηγείται στις προεδρικές εκλογές της Ονδούρας με 41% των ψήφων.
- Οι εκλογές διεξήχθησαν εν μέσω έντονων καταγγελιών για απάτη και διεθνών ανησυχιών.
- Ο Ντόναλντ Τραμπ στήριξε τον Άσφουρα και ανέφερε χάρη στον πρώην πρόεδρο Ερνάντες.
- Οι υποψήφιοι εξετάζουν την επαναφορά διπλωματικών σχέσεων με την Ταϊβάν.
- Η Ονδούρα αντιμετωπίζει χρόνιες προκλήσεις φτώχειας και πολιτικής αστάθειας.
Σε μια άκρως πολωμένη αναμέτρηση, ο Νάσρι Άσφουρα, υποψήφιος του συντηρητικού Εθνικού Κόμματος, προηγείται στις προεδρικές εκλογές της Ονδούρας, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν τη Δευτέρα από το Reuters. Ο Άσφουρα, ο οποίος έχει λάβει την ανοιχτή υποστήριξη του Ντόναλντ Τραμπ, συγκεντρώνει 41% των καταμετρημένων ψήφων, εν μέσω καταγγελιών για πιθανή απάτη και διεθνών ανησυχιών για τη διαφάνεια της διαδικασίας.
Οι προεδρικές εκλογές στην Ονδούρα διεξάγονται σε ένα βαθιά πολωμένο κλίμα, αντικατοπτρίζοντας τις χρόνιες πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις που χαρακτηρίζουν τη χώρα, η οποία έχει βιώσει πραξικοπήματα και υψηλά επίπεδα φτώχειας. Η αναμέτρηση αυτή δεν αφορά μόνο την ανάδειξη ενός νέου προέδρου, αλλά και την κατεύθυνση μιας χώρας που προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της εδραίωσης της δημοκρατίας, ενώ παράλληλα βρίσκεται στο επίκεντρο διεθνών διπλωματικών και γεωπολιτικών παιχνιδιών.
Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα και οι βασικοί υποψήφιοι
Με την καταμέτρηση να έχει ξεπεράσει το 40% των ψήφων, ο Νάσρι Άσφουρα, πρώην δήμαρχος της Τεγουσιγάλπα και υποψήφιος του συντηρητικού Εθνικού Κόμματος, έχει λάβει προβάδισμα με 41%. Ο Άσφουρα, ηλικίας 67 ετών, βρίσκεται στην πρώτη θέση, ενώ ο υποψήφιος του Φιλελεύθερου Κόμματος, Σαλβαδόρ Νασράλα, ακολουθεί με περίπου 39%. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Ρίξι Μονκάδα του κυβερνώντος κόμματος LIBRE, με 20% των ψήφων. Οποιοσδήποτε υποψήφιος κερδίσει την απλή πλειοψηφία, θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας για την περίοδο 2026-2030. Τα προκαταρκτικά αυτά στοιχεία επιβεβαιώνουν την αρχική εικόνα που είχε διαμορφωθεί, όπως είχε αναφέρει νωρίτερα το ρεπορτάζ του Reuters.
Οι καταγγελίες για απάτη και οι διεθνείς ανησυχίες
Οι εκλογές της Κυριακής, στις οποίες εκλέχθηκαν επίσης 128 μέλη του Κογκρέσου, εκατοντάδες δήμαρχοι και χιλιάδες άλλοι δημόσιοι λειτουργοί, διεξήχθησαν σε ένα έντονα πολωμένο κλίμα. Οι τρεις κορυφαίοι υποψήφιοι αντάλλαξαν κατηγορίες για πιθανή απάτη, με τη Μονκάδα να έχει δηλώσει ότι δεν θα αναγνωρίσει τα επίσημα αποτελέσματα. Η Γενική Εισαγγελία της Ονδούρας, η οποία ευθυγραμμίζεται με το κυβερνών κόμμα, κατηγόρησε τα κόμματα της αντιπολίτευσης για σχεδιασμό εκλογικής απάτης, ισχυρισμό που εκείνα αρνούνται. Εισαγγελείς έχουν ξεκινήσει έρευνα για ηχογραφήσεις που φέρεται να δείχνουν υψηλόβαθμο πολιτικό του Εθνικού Κόμματος να συζητά σχέδια με έναν μη αναγνωρισμένο στρατιωτικό αξιωματικό για την επηρεασμό των εκλογών. Το Εθνικό Κόμμα υποστηρίζει ότι οι ηχογραφήσεις αυτές δημιουργήθηκαν με τεχνητή νοημοσύνη. Επιπλέον, ο στρατός της Ονδούρας δέχτηκε κριτική επειδή ζήτησε από το Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο (CNE) αντίγραφα των φύλλων καταμέτρησης την ημέρα των εκλογών, κάτι που παραβιάζει τη νομοθεσία της χώρας. Οι εντάσεις αυτές συνέβαλαν σε μια αυξανόμενη δυσπιστία του κοινού προς τις εκλογικές αρχές και τη διαδικασία γενικότερα, ένα ζήτημα που απασχόλησε και την προεκλογική περίοδο, όπως φαίνεται από προηγούμενα δημοσιεύματα για τις εκλογές εν μέσω καταγγελιών.
Αυτό που ανησυχεί τους διεθνείς παρατηρητές είναι η σταθερότητα της δημοκρατικής διαδικασίας σε μια χώρα με ιστορικό πολιτικής αστάθειας. Ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών (OAS) εξέφρασε ανησυχίες για την εκλογική διαδικασία, ενώ η πλειοψηφία των μελών του, σε έκτακτη συνεδρίαση την προηγούμενη εβδομάδα, κάλεσε την κυβέρνηση της απερχόμενης Προέδρας Σιομάρα Κάστρο να διεξαγάγει εκλογές χωρίς εκφοβισμό, απάτη και πολιτικές παρεμβάσεις. Ο Υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κρίστοφερ Λάνταου, προειδοποίησε επίσης ότι οι ΗΠΑ θα ανταποκριθούν «άμεσα και αποφασιστικά σε οποιονδήποτε υπονομεύσει την ακεραιότητα της δημοκρατικής διαδικασίας στην Ονδούρα».
Ο ρόλος του Ντόναλντ Τραμπ και οι διπλωματικές προεκτάσεις
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έριξε το βάρος του στην κούρσα, εκφράζοντας την στήριξή του στον Άσφουρα μέσω αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δηλώνοντας ότι μπορεί να συνεργαστεί μαζί του για την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών. Μάλιστα, ο Τραμπ δήλωσε την Παρασκευή ότι θα δώσει χάρη στον πρώην πρόεδρο της Ονδούρας, Χουάν Ορλάντο Ερνάντες, ο οποίος εκτίει ποινή 45 ετών στις ΗΠΑ για διακίνηση ναρκωτικών και όπλων. Ο Ερνάντες, ο οποίος ηγήθηκε της Ονδούρας από το 2014 έως το 2022, ήταν επίσης μέλος του Εθνικού Κόμματος, όπως είχε αναφέρει και το ρεπορτάζ για τη στήριξη του Τραμπ. Αυτή η δήλωση του Τραμπ για τον Ερνάντες, ο οποίος είχε καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα, προκάλεσε αντιδράσεις.
Τόσο ο Άσφουρα όσο και ο Νασράλα έχουν δηλώσει ότι ενδέχεται να επαναφέρουν τις διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν, οι οποίες είχαν διακοπεί το 2023. Μια τέτοια κίνηση θα σηματοδοτούσε τη μεγαλύτερη διπλωματική οπισθοδρόμηση για την Κίνα στην περιοχή εδώ και δεκαετίες, δεδομένου του συνεχιζόμενου αγώνα για τη διεθνή αναγνώριση της Ταϊβάν, ένα ζήτημα που επηρεάζει και άλλες χώρες της περιοχής, όπως φάνηκε και από τις εξελίξεις στον Άγιο Βικέντιο.
Η επόμενη μέρα για την Ονδούρα
Η Ονδούρα, όπου έξι στους δέκα πολίτες ζουν σε συνθήκες φτώχειας, έχει μακρά ιστορία πολιτικής αστάθειας, συμπεριλαμβανομένου ενός πραξικοπήματος το 2009. Η απερχόμενη πρόεδρα, Σιομάρα Κάστρο, η πρώτη γυναίκα που κυβέρνησε τη χώρα, αύξησε τις δημόσιες επενδύσεις και τις κοινωνικές δαπάνες. Η οικονομία της χώρας έχει αναπτυχθεί με μέτριο ρυθμό, ενώ η φτώχεια και η ανισότητα έχουν μειωθεί, αν και παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει επαινέσει την συνετή δημοσιονομική διαχείριση της κυβέρνησής της. Ωστόσο, η Κάστρο έχει δεχθεί κριτική από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τη διατήρηση παρατεταμένης κατάστασης έκτακτης ανάγκης σε ορισμένες περιοχές και για τη συνεχή εξάρτηση από τον στρατό για την αστυνόμευση, μια προσέγγιση παρόμοια με αυτή του προκατόχου της, Ερνάντες. Η έκβαση των εκλογών θα καθορίσει την πορεία της χώρας σε αυτά τα κρίσιμα ζητήματα, καθώς ο νέος πρόεδρος θα κληθεί να διαχειριστεί ένα πολύπλοκο πλέγμα εσωτερικών και εξωτερικών προκλήσεων.