- Η συμμετοχή στην πρώτη φάση των εκλογών ανήλθε στο 52,13%, έναντι 70% το 2020.
- Η χούντα επιδιώκει πολιτική νομιμοποίηση μέσω μιας τριφασικής διαδικασίας εν μέσω εμφυλίου.
- Ο ΟΗΕ και η Δύση απορρίπτουν το αποτέλεσμα λόγω αποκλεισμού της αντιπολίτευσης.
- Η Αούνγκ Σαν Σου Κι παραμένει κρατούμενη και το κόμμα της έχει διαλυθεί.
Η στρατιωτική χούντα της Μιανμάρ ανακοίνωσε ότι η συμμετοχή στην πρώτη φάση των εθνικών εκλογών ανήλθε στο 52,13%, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τις προηγούμενες δημοκρατικές αναμετρήσεις. Η διαδικασία, που διεξάγεται εν μέσω γενικευμένου εμφυλίου πολέμου, αποτελεί την πρώτη προσπάθεια του καθεστώτος να νομιμοποιηθεί μετά το βίαιο πραξικόπημα του 2021.
| Χαρακτηριστικό | Στοιχεία Εκλογών 2025-2026 |
|---|---|
| Συμμετοχή (Α' Φάση) | 52,13% |
| Ιστορική Συμμετοχή (2020) | ~70% |
| Ημερομηνία Β' Φάσης | 11 Ιανουαρίου 2026 |
| Ημερομηνία Γ' Φάσης | 25 Ιανουαρίου 2026 |
| Καλυπτόμενοι Δήμοι | 265 από 330 |
| Κυρίαρχο Κόμμα | USDP (Στρατιωτική υποστήριξη) |
Η τρέχουσα εκλογική διαδικασία στη Μιανμάρ αποτελεί το αποκορύφωμα μιας προσπάθειας του στρατιωτικού καθεστώτος να μετασχηματίσει τη δικτατορική του κυριαρχία σε ένα επίφαση πολιτικής νομιμότητας. Από το πραξικόπημα του 2021 και μετά, η χώρα έχει βυθιστεί σε μια περιδίνηση βίας, με τη χούντα να επιχειρεί τώρα να εδραιώσει τον έλεγχό της μέσω μιας τριφασικής εκλογικής αναμέτρησης, η οποία όμως στερείται της συμμετοχής των κύριων δημοκρατικών δυνάμεων.
Ακόμη και σε ανεπτυγμένα δημοκρατικά έθνη, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η συμμετοχή των ψηφοφόρων δεν υπερβαίνει το 50%.
Ζάου Μιν Τουν, Εκπρόσωπος της χούντας στη Μιανμάρ
Η ανάλυση της συμμετοχής και η σύγκριση με το παρελθόν
Σύμφωνα με όσα μεταδίδει το Reuters, ο εκπρόσωπος της χούντας, Ζάου Μιν Τουν, δήλωσε στα κρατικά μέσα ενημέρωσης ότι περισσότεροι από έξι εκατομμύρια πολίτες προσήλθαν στις κάλπες την περασμένη Κυριακή σε 102 δήμους. Το ποσοστό του 52,13% παρουσιάζεται από το καθεστώς ως «πηγή υπερηφάνειας», με τον εκπρόσωπο να σημειώνει προκλητικά ότι ακόμη και σε ανεπτυγμένα δημοκρατικά έθνη η συμμετοχή συχνά δεν ξεπερνά το 50%.
Ωστόσο, η ιστορική σύγκριση αποκαλύπτει μια διαφορετική πραγματικότητα. Στις γενικές εκλογές του 2015 και του 2020, η συμμετοχή είχε αγγίξει το 70%, γεγονός που καταδεικνύει τη μαζική αποχή ή την αδυναμία διεξαγωγής της διαδικασίας σε πολλές περιοχές. Η υποστηριζόμενη από τη χούντα παράταξη, το Κόμμα Αλληλεγγύης και Ανάπτυξης της Ένωσης (USDP), αναμένεται να κυριαρχήσει, καθώς οι περισσότεροι πολιτικοί αντίπαλοι έχουν τεθεί εκτός νόμου.
Διεθνής αμφισβήτηση και το καθεστώς της καταστολής
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και πολλές δυτικές κυβερνήσεις έχουν ήδη χαρακτηρίσει τις εκλογές ως μη ελεύθερες και αναξιόπιστες. Η απαγόρευση της κριτικής κατά της διαδικασίας και η διάλυση του Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία (NLD) καθιστούν την αναμέτρηση μια μονομερή διαδικασία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών στρατηγικής που παρακολουθούν την περιοχή, η χούντα χρησιμοποιεί τις κάλπες ως εργαλείο γεωπολιτικής επιβίωσης, επιδιώκοντας να παρουσιάσει μια εικόνα σταθερότητας στους περιφερειακούς της εταίρους.
Η εμβληματική ηγέτιδα και κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης, Αούνγκ Σαν Σου Κι, παραμένει υπό κράτηση σε άγνωστη τοποθεσία. Οι πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας της είναι ελάχιστες, με τον γιο της να εκφράζει έντονους φόβους για τη ζωή της. Η απουσία της από το πολιτικό προσκήνιο αποτελεί το ισχυρότερο σύμβολο της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης στη Μιανμάρ.
Το χρονοδιάγραμμα και η επόμενη μέρα
Η εκλογική διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς αναμένονται δύο ακόμη γύροι ψηφοφορίας στις 11 και 25 Ιανουαρίου. Συνολικά, οι κάλπες προγραμματίζεται να στηθούν σε 265 από τους 330 δήμους της χώρας, αν και το καθεστώς δεν διαθέτει τον πλήρη έλεγχο σε πολλές από αυτές τις περιοχές λόγω της ένοπλης αντίστασης. Αξίζει να σημειωθεί ότι το νομικό πλαίσιο που θέσπισε η χούντα δεν προβλέπει ελάχιστο όριο συμμετοχής για την εγκυρότητα του αποτελέσματος.
Στους διαδρόμους των διεθνών οργανισμών, επισημαίνεται από διπλωματικούς παράγοντες ότι η επόμενη μέρα θα βρει τη Μιανμάρ ακόμη πιο διχασμένη. Η προσπάθεια νομιμοποίησης μέσω μιας αμφισβητούμενης κάλπης είναι πιθανό να πυροδοτήσει νέο κύκλο έντασης, καθώς οι δυνάμεις της αντίστασης δεν αναγνωρίζουν το αποτέλεσμα. Η γεωπολιτική αστάθεια στη Νοτιοανατολική Ασία αναμένεται να ενταθεί, με τη διεθνή κοινότητα να καλείται να αποφασίσει αν θα αναγνωρίσει το νέο «πολιτικό» προσωπείο της στρατιωτικής ηγεσίας.