Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου επιβεβαίωσε πρόσφατα ότι, όταν αξιολογεί την οικονομική ευθύνη δημόσιων λειτουργών, δεν δεσμεύεται από αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων. Η κρίση αυτή αναδεικνύει την αυτοτελή αρμοδιότητα του ανώτατου δημοσιονομικού δικαστηρίου να κρίνει τι ποσό βαρύνει το Δημόσιο και ποιος πρέπει να το καλύψει.
Η απόφαση της Ολομέλειας
Η υπόθεση που έφτασε στην Ολομέλεια αναφερόταν σε αίτηση αναίρεσης μετά από απόρριψη αγωγής από Τμήμα του Συνεδρίου. Η κρίση της ολομέλειας ήταν ότι το Πρώτο Τμήμα είχε εφαρμόσει ορθά το νόμο και τις αρχές του δεδικασμένου σε σχέση με καταλογιστικές αποφάσεις.
Στην πρακτική της απόφαση τονίζεται ότι μια προηγούμενη, αμετάκλητη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορεί να θεμελιώνει με νομική βεβαιότητα τη νομιμότητα του καταλογισμού, την ευθύνη του ελεγχόμενου και το ύψος του ελλείμματος. Αυτό σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται σε άλλο δικαστήριο να επαναφέρει τα ίδια ζητήματα προς εκ νέου κρίση.
Διαχωρισμός ρόλων μεταξύ δημοσιονομικού και ποινικού ελέγχου
Το δικαστήριο τόνισε ότι το Σύνταγμα ορίζει πως το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι το αρμόδιο όργανο για την εκτίμηση των ζημιών του Δημοσίου από τους δημόσιους λογαριασμούς. Έτσι, ακόμη και αν ένα ποινικό δικαστήριο υπολογίσει μικρότερο ποσό ή απαλλάξει έναν εμπλεκόμενο, αυτό δεν ακυρώνει την κρίση του Συνεδρίου.
Η διάκριση στηριζόταν και στη φύση των δικαστικών διαδικασιών: το ποινικό δίκαιο αξιολογεί εάν υφίσταται ποινική ευθύνη και συχνά απαιτεί διαφορετικά αποδεικτικά μέσα και κριτήρια (π.χ. δόλος), ενώ το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει την ύπαρξη και το μέγεθος της οικονομικής ζημίας για το Δημόσιο.
Παραδείγματα για την εφαρμογή της αρχής
Συγκεκριμένα παραδείγματα εξηγούν τον τρόπο εφαρμογής: Αν ένας υπάλληλος καταλογιστεί ότι προκάλεσε έλλειμμα 50.000 ευρώ, το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να διατηρήσει τον καταλογισμό αυτόν ακόμη και αν, σε μεταγενέστερη ποινική κρίση, το ποσό κριθεί μικρότερο.
Παρόμοια, εάν ένας πρώην διαχειριστής δήμου βαρύνθηκε με καταλογισμό 100.000 ευρώ και στη συνέχεια απαλλαχθεί ποινικά λόγω αμφιβολιών για δόλο, η ποινική απαλλαγή δεν οδηγεί αυτόματα σε αναίρεση του οικονομικού καταλογισμού από το Συνέδριο.
Συνέπειες για δημοσίους υπαλλήλους και δημόσια διοίκηση
Η απόφαση υπενθυμίζει ότι ένας ποινικός απαλλακτικός χαρακτηρισμός δεν εξασφαλίζει απαλλαγή από δημοσιονομικές υποχρεώσεις. Η δημοσιονομική ευθύνη παραμένει ανεξάρτητη και μπορεί να επιβληθεί ακόμη και όταν δεν συντρέχει ποινική καταδίκη.
Για τη δημόσια διοίκηση αυτό σημαίνει ότι οι καταλογισμοί που έχουν γίνει μετά από έλεγχο των λογαριασμών διατηρούν την ενεργή νομική αποτελεσματικότητά τους, ενώ οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αναζητούν αποκατάσταση μόνο μέσω των προβλεπόμενων διαδικασιών που αφορούν το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο ή τα διοικητικά μέσα προσφυγής.
Η πρακτική αξία της απόφασης έγκειται στο ότι ξεκαθαρίζει τον ρόλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως εγγυητή του δημόσιου χρήματος, ορίζοντας σαφώς ότι η δημοσιονομική κρίση παραμένει στην αποκλειστική του δικαιοδοσία και δεν υποχωρεί απέναντι σε μεταγενέστερες ποινικές κρίσεις.