Ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, περιγράφοντας πώς στήθηκε το δίκτυο παράνομων παρακολουθήσεων και κάνοντας λόγο για «ενιαίο κέντρο» μεταξύ της ΕΥΠ και του λογισμικού Predator. Αποκάλυψε ότι δέχθηκε το πρώτο επιμολυσμένο μήνυμα ήδη από το τέλος Ιουλίου του 2020, στοχοποιημένος λόγω της ερευνητικής του δημοσιογραφίας.
Το δίκτυο των παράνομων παρακολουθήσεων και οι εμπλεκόμενοι
Στην κατάθεσή του ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης έκανε λόγο για «ενιαίο κέντρο παρακολούθησης μεταξύ ΕΥΠ και Predator», ένα γεγονός που, όπως υποστήριξε, αποδείχθηκε από την έρευνα του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, η οποία βρήκε κοινούς 1 στους 3 στόχους.
Ο κ. Κουκάκης περιέγραψε αναλυτικά πώς χτίστηκε αυτό το δίκτυο των παράνομων παρακολουθήσεων, υπογραμμίζοντας τη συστηματική του οργάνωση.
Σύμφωνα με τον μάρτυρα, η ΕΥΠ είχε ήδη περιέλθει υπό τον Πρωθυπουργό, με τον Γρηγόρη Δημητριάδη να αναζητά το ιδανικό λογισμικό παρακολούθησης μέσω φίλων και γνωστών στον χώρο των συστημάτων ασφαλείας. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την αλυσίδα είχαν οι υπάρχουσες σχέσεις της Ελληνικής Αστυνομίας με τον επιχειρηματία Γιάννη Λαβράνο, ο οποίος από το 2014 προμήθευε την ΕΛ.
ΑΣ. μέσω της εταιρείας Krikel. Το 2018, αυτές οι επαφές συνδέθηκαν με το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη, το οποίο φάνηκε ενθουσιασμένο από τον όγκο δεδομένων που μπορούσαν να αντληθούν.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια μιας σειράς αποκαλύψεων σχετικά με τη χρήση προηγμένων λογισμικών παρακολούθησης, αναδεικνύοντας μια διαρκή πρόκληση στην ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων εθνικής ασφάλειας και των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων στην ιδιωτικότητα.
Τεχνικά, η εξάπλωση τόσο εξελιγμένων εργαλείων, που συχνά αναπτύσσονται από ιδιωτικούς φορείς όπως η Intellexa, έχει καταστήσει την ανίχνευση όλο και πιο δύσκολη, διευρύνοντας τα όρια της νομικής και ηθικής εποπτείας στις ψηφιακές επικοινωνίες.
Ο κ. Κουκάκης ανέφερε επίσης ότι επικεφαλής στην ΕΥΠ τοποθετήθηκε ο Παναγιώτης Κοντολέων, ο οποίος είχε στενές σχέσεις με τον Γιάννη Λαβράνο. Δημιουργήθηκε μια ομάδα, στην οποία συμμετείχε και μια υποδιευθύντρια της ΕΥΠ, Ε.Γ., η οποία φέρεται να έστησε όλο το οικοδόμημα και ήταν στενή συνεργάτιδα του αστυνομικού του Γιάννη Λαβράνου.
Ο μάρτυρας αφιέρωσε μεγάλο μέρος της κατάθεσής του για να εξηγήσει λεπτομερώς τον τρόπο σύνδεσης των προσώπων που βρίσκονται στο εδώλιο με την κυβέρνηση, στο πλαίσιο της δίκης για τις υποκλοπές.
Η στοχοποίηση του Θανάση Κουκάκη και η έρευνα
Ο δημοσιογράφος εξήγησε ότι βρέθηκε υπό παρακολούθηση λόγω της ερευνητικής του δουλειάς. Το 2017, η Τράπεζα της Ελλάδος είχε εκδώσει ένα πόρισμα για την Τράπεζα Πειραιώς, στο οποίο περιγράφονταν αδικήματα όπως παραβίαση capital controls και ξέπλυμα χρήματος.
Μεταξύ των κατηγορουμένων στο πόρισμα ήταν ο Φέλιξ Μπίτζιος, ενώ στην έρευνα προέκυψε και το όνομα του Γιάννη Λαβράνου. Ο κ. Κουκάκης είχε καλύψει την υπόθεση για τους Financial Times.
Το 2019, η Νέα Δημοκρατία, σύμφωνα με τον μάρτυρα, άλλαξε τον ποινικό κώδικα, μετατρέποντας την απιστία από αυτεπαγγέλτως διωκόμενο σε κατ’ έγκληση διωκόμενο αδίκημα για τους τραπεζίτες. Παράλληλα, πέρασε διάταξη που επέτρεπε την αυτόματη αποδέσμευση χρημάτων από εγκληματική δραστηριότητα αν δεν είχε προχωρήσει η δικαστική έρευνα σε δίκη εντός 18 μηνών.
Η πρώτη παρακολούθηση του κ. Κουκάκη από την ΕΥΠ ξεκίνησε την 1η Ιουνίου 2020, σε περίοδο που οι έρευνές του για την Τράπεζα Πειραιώς ήταν σε πλήρη εξέλιξη.
Ο δημοσιογράφος παρατήρησε έντονη δυσλειτουργία στο τηλέφωνό του και, απευθυνόμενος σε πηγή του, ενημερώθηκε ότι παρακολουθούνταν. Του προσκομίστηκαν δύο φωτογραφίες με απομαγνητοφωνημένο κείμενο από συνομιλίες του, στις οποίες αναγραφόταν «ακατάληπτο ακούγονται παιδικές φωνές», γεγονός που τον σόκαρε.
Στις 12 Αυγούστου 2020, υπέβαλε καταγγελία στην ΑΔΑΕ και την ίδια ημέρα η συμβατική παρακολούθηση της ΕΥΠ σταμάτησε. Ωστόσο, ήδη από το τέλος Ιουλίου 2020, είχε δεχθεί το πρώτο επιμολυσμένο μήνυμα από το λογισμικό Predator, το οποίο αναπαριστούσε τον ιστότοπο tvxs και τον παρότρυνε να πατήσει έναν σύνδεσμο.
Τον Δεκέμβριο του 2021, οι εκθέσεις του Citizen Lab και της Meta επιβεβαίωσαν την πώληση του Predator σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, με λίστες ιστοτόπων που χρησιμοποιούνταν για επιμολύνσεις, μεταξύ των οποίων και αυτοί για τους οποίους εργαζόταν ο κ.
Κουκάκης. Τον Φεβρουάριο του 2022, ο δημοσιογράφος παρέδωσε το κινητό του στο Citizen Lab, το οποίο επιβεβαίωσε την επιμόλυνση στις 28 Μαρτίου 2022. Το εργαστήριο του Πανεπιστημίου του Τορόντο, του οποίου η αυθεντία δεν αμφισβητείται, βρήκε το «πιστοποιητικό» ή την «υπογραφή» του Predator στο κινητό του, επιβεβαιώνοντας τρεις επιθέσεις.
Το λογισμικό Predator απαιτεί κλικ στον σύνδεσμο για ενεργοποίηση και εξελίσσεται συνεχώς, απαιτώντας νέα μηνύματα επιμόλυνσης μετά από επανεκκίνηση της συσκευής, όπως αναφέρθηκε στη δίκη για υποκλοπές με Predator.
Οι επιπτώσεις και το μέλλον της δημοσιογραφικής έρευνας
Ο μάρτυρας περιέγραψε τέσσερα επίπεδα στόχων στις παρακολουθήσεις: αυτούς που ενδιέφεραν τους Μπίτζιο και Λαβράνο για την ασφάλειά τους, όσους παρακολουθούσαν για τις δουλειές τους, και δύο ακόμη σετ παρακολουθήσεων από την ΕΥΠ – για υπαλλήλους της και για λογαριασμό του Μεγάρου Μαξίμου.
Ο «πανικός» που τους έπιασε να εξαφανίσουν τα ίχνη τους είναι, κατά τον κ. Κουκάκη, ενδεικτικός των ευθυνών τους.
Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η αποκάλυψη κοινών στόχων μεταξύ της ΕΥΠ και του Predator, όπως προέκυψε από την έρευνα του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, ενισχύει τις ανησυχίες για τη θεσμική διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας. Η κατάθεση του δημοσιογράφου προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο πολυπλοκότητας στην υπόθεση, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ενδελεχή διερεύνηση των διασυνδέσεων.
Η δημοσιογραφική έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη και έχει προχωρήσει σημαντικά, με ανθρώπους που αρχικά ήταν απρόθυμοι να μιλήσουν, πλέον να συνεργάζονται. Ο κ. Κουκάκης πιστεύει ότι η έρευνα θα αποδείξει, πριν το τέλος της δίκης, ότι η Intellexa δεν παρείχε το προϊόν άπαξ, αλλά και υποστήριξη μέχρι την αποξήλωση των servers.
Τόνισε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν γνώση σε κάθε στάδιο, από την επιλογή του στόχου και μετά. Το μεγαλύτερο όφελος του Ταλ Ντίλιαν, σύμφωνα με τον μάρτυρα, ήταν η πρόσβαση σε ευρωπαϊκό έδαφος και η δυνατότητα να στέλνει τα προϊόντα του σε τρίτες χώρες, αποκτώντας τεράστιο βάθος πληροφόρησης.