Εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης που διακινούσε κοκαΐνη και ακατέργαστη κάνναβη στη Ρόδο και στην Αττική οδήγησε σε οκτώ συλλήψεις, ενώ μεταξύ των συλληφθέντων ήταν τρεις ιερείς που χρησιμοποιούσαν χώρους λατρείας για αποθήκευση, όπως μετέδωσε τηλεοπτικός σταθμός και σύμφωνα με την ΕΡΤ η υπόθεση έχει σημαντικά καταγραφικά στοιχεία.
Στη συνέχεια η Δίωξη Ναρκωτικών προχώρησε σε ελέγχους και κατασχέσεις.
Η Επιχείρηση της Δίωξης
Οι αρχές εντόπισαν τη δράση του κυκλώματος σε περιοχές της χώρας, με χρήση ιερού χώρου για την κρυφή φύλαξη των ναρκωτικών και μελών που ανέλαβαν τη διακίνηση, ενώ έρευνες σε χώρους λατρείας αποκάλυψαν σημαντικές ποσότητες. Εκτός από την Αθήνα, η οργάνωση δρούσε στη περιοχή της Ρόδου και σε άλλες συνοικίες της Αττικής, σύμφωνα με τις διενεργηθείσες ανακρίσεις και καταθέσεις.
Σημειώνεται ότι οι αστυνομικές επιχειρήσεις κάλυψαν πολλαπλές διευθύνσεις και χρόνους παρακολούθησης, με συνεργασία τμημάτων της Δίωξης.
Οι αξιωματικοί κατέθεσαν ότι τα μέλη χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένη ορολογία για τις συναλλαγές και ότι υπήρξαν συνεχείς ανταλλαγές χρημάτων και εμπορευμάτων, ενώ έξι μήνες προπαρακολούθησης προηγήθηκαν μέχρι τη σύλληψη των δραστών. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το ένα κιλό κοκαΐνης προσδιοριζόταν σε 35.000 ευρώ και το ένα κιλό ακατέργαστης κάνναβης γύρω στα 2.500 ευρώ, με τέτοιες τιμές να λειτουργούν ως βασικό στοιχείο της οικονομικής λειτουργίας του κυκλώματος, και υπήρχε καταγραφή επικοινωνιών όπως αποκαλύφθηκε από τη Δίωξη, ενώ υπήρξε καταγραφή και για την τιμή κοκαΐνης σε συναλλαγές.
Ο 46χρονος Ρασοφόρος
Ανάμεσα στους συλληφθέντες περιλαμβάνεται ένας 46χρονος παλαιοημερολογίτης ιερέας, που στο παρελθόν είχε δραστηριότητες ως πρώην μοντέλο και διατηρούσε παρουσίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ είχε και κανάλι με συνταγές στο YouTube, κατά τις αστυνομικές πληροφορίες.
Η δραστηριότητα του στο κοινό είχε προκαλέσει ήδη παλαιότερα εκκλησιαστική αντίδραση που οδήγησε σε μέτρα εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Σύμφωνα με την ΕΡΤ ο 46χρονος αυτοαποκαλείται Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος των Παλαιοημερολογιτών, ενώ οι αρχές τον περιέγραψαν ως μεταφορέας και διακινητής ναρκωτικών, που μετέφερε παρτίδες και έκανε άμεσες πωλήσεις σε χρήστες φορώντας ράσα.
Σε μία από τις ηχογραφημένες συνομιλίες ο ρασοφόρος ενημερώνει την αρχηγό για την ολοκλήρωση παράδοσης, γεγονός που κατέγραψαν οι ανακριτικές αρχές και οδήγησε σε πρόσθετα στοιχεία στη δικογραφία, καθώς υπήρξε συνομιλία με την αρχηγό που ήρθε στη δημοσιότητα.
Λειτουργία του Κυκλώματος
Τα μέλη χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένη ορολογία για να αποκρύπτουν τη φύση των προϊόντων, αποκαλώντας ενδεικτικά κωδικοποιημένες λέξεις όπως συγκεκριμένες ονομασίες για κάθε τύπο ουσίας. Η χρήση τέτοιων λέξεων διευκόλυνε τις συναλλαγές μεταξύ αγοραστών και προμηθευτών χωρίς άμεση αναφορά στα είδη.
Στην πράξη, ο τρόπος διακίνησης περιλάμβανε άμεσες παραδόσεις σε πελάτες με εύκολες συνευρέσεις σε αυτοκίνητα, όπου ο διακινητής παρέδιδε τη δόση και ενημέρωνε την ηγεσία για την ολοκλήρωση της πώλησης, ενώ σε νησιωτική δράση καταγράφηκε σύλληψη στη Ρόδο για παραλαβή βαλίτσας με 2 κιλά 188 γραμμάρια κοκαΐνης, στοιχείο που ενίσχυσε τη δικογραφία και έδειξε το εύρος των αποστολών.
Παρακολούθηση και καταγραφές
Οι αστυνομικές αρχές παρακολουθούσαν τα μέλη του κυκλώματος για μεγάλο διάστημα πριν τις συλλήψεις, με τις καταγραφές των συνομιλιών να αποτελούν κρίσιμη αποδεικτική ύλη, και σύμφωνα με τις αστυνομικές πηγές υπήρξε εμπλοκή υπηρεσιών του κράτους στην παρακολούθηση.
Επιπλέον, οι αξιωματικοί έκαναν αναφορές ότι είχαν παρακολουθηθεί εννέα μέλη του δικτύου σε συνεχή βάση, ενώ στις έρευνες συμμετείχαν κλιμάκια του ελληνικό FBI.
Κατά την προσαγωγή του 46χρονου στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής ο ίδιος, όπως αναφέρουν οι καταθέσεις, ομολόγησε ότι αποθήκευε ναρκωτικά εντός του χώρου λατρείας και ότι έκανε χρήση ουσιών που του προμήθευε η αρχηγός, ενώ παράλληλα ανέφερε πως κέρδιζε ποσά από τις πωλήσεις, δηλώνοντας στοιχεία για τη συμμετοχή του στη δίκτυα διακίνησης.