Μια σημαντική αλλαγή για τους οφειλέτες του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων εισάγει η κυβέρνηση με το νέο σχέδιο νόμου για τις Κοινωφελείς Περιουσίες. Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προχωρά σε «πάγωμα» και οριστική απαλοιφή των ποινικών διώξεων για χρέη, εφόσον ο οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται ως συνέχεια των προσπαθειών για την αναμόρφωση του πλαισίου ρύθμισης οφειλών και την αντιμετώπιση της υπερχρέωσης, προσφέροντας μια «δεύτερη ευκαιρία» σε φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις. Η τροποποίηση αυτή στοχεύει στην αποσυμφόρηση του δικαστικού συστήματος και στην παροχή μιας σαφέστερης πορείας για τους πτωχευμένους οφειλέτες, ενσωματώνοντας σύγχρονες πρακτικές του δικαίου της αφερεγγυότητας.
Η νέα ρύθμιση για τις ποινικές διώξεις οφειλετών
Με την προσθήκη του νέου άρθρου 198Α στον νόμο 4738/2020, καθορίζονται πλέον με σαφήνεια οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες για την αναστολή και την τελική απαλοιφή των ποινικών διώξεων. Η ρύθμιση αφορά οφειλές προς το Δημόσιο, όπως φόρους και δάνεια, καθώς και καθυστερημένες ασφαλιστικές εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Η κυβέρνηση, μέσω του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, επιδιώκει να δημιουργήσει ένα πιο λειτουργικό περιβάλλον για τους πτωχευμένους.
Συγκεκριμένα, από τη στιγμή που ένας οφειλέτης κηρύσσεται σε πτώχευση ή καταχωρίζεται στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, η ποινική δίωξη για τα εν λόγω χρέη αναστέλλεται άμεσα. Αυτό το «πάγωμα» παραμένει σε ισχύ μέχρι την οριστική απόφαση του δικαστηρίου σχετικά με την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του.
Η ενσωμάτωση ψηφιακών διαδικασιών, όπως αυτές που εφαρμόζονται στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών, αναμένεται να συμβάλει στην επιτάχυνση των διαδικασιών.
Πώς λειτουργεί το «πάγωμα» και η οριστική απαλοιφή
Εάν το δικαστήριο εγκρίνει την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του, τότε η ποινική δίωξη σβήνει οριστικά και δεν μπορεί να επανεκκινηθεί. Αυτό σημαίνει ότι ο οφειλέτης δεν θα αντιμετωπίσει ποινικές κυρώσεις για τις συγκεκριμένες οφειλές. Αντίθετα, αν η απόφαση απαλλαγής ακυρωθεί από ανώτερο δικαστήριο, τότε η ποινική δίωξη επανεκκινεί, με όλες τις συνέπειες που συνεπάγεται αυτό.
Ένα κρίσιμο σημείο της ρύθμισης είναι ότι αν η πτώχευση γίνει πριν από την προθεσμία υποβολής αίτησης ποινικής δίωξης, δεν υποβάλλεται καν αίτηση στον εισαγγελέα. Επίσης, όσο η ποινική δίωξη είναι «παγωμένη», δεν τρέχει ο χρόνος παραγραφής του αδικήματος, διασφαλίζοντας ότι το Δημόσιο δεν χάνει το δικαίωμα δίωξης αν τελικά δεν δοθεί απαλλαγή.
Ο χρόνος παραγραφής αρχίζει ξανά μόνο αφού περάσει ένας χρόνος από τη λήξη της αναστολής. Αυτή η πρόβλεψη προστατεύει τα συμφέροντα του κράτους, ενώ παράλληλα δίνει μια ανάσα στους οφειλέτες.
Παραδείγματα εφαρμογής και επιπτώσεις
Για παράδειγμα, ένας επαγγελματίας που χρωστά 80.000 ευρώ στο Δημόσιο και κινδυνεύει με ποινική δίωξη, αν κηρυχθεί σε πτώχευση, η δίωξη σταματά άμεσα. Εάν το δικαστήριο τον απαλλάξει από τα χρέη, η ποινική του υπόθεση κλείνει οριστικά. Αν όμως η απαλλαγή ακυρωθεί, η δίωξη επανεκκινεί.
Αντίστοιχα, μια επιχείρηση που καθυστερεί ασφαλιστικές εισφορές, αν κηρυχθεί σε πτώχευση πριν την έναρξη της ποινικής διαδικασίας, δεν θα αντιμετωπίσει καμία ποινική ενέργεια. Ακόμη και αν έχει ήδη σταλεί αίτηση, η διαδικασία σταματά.
Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η νέα αυτή ρύθμιση ενισχύει την ασφάλεια δικαίου για τους οφειλέτες και ευθυγραμμίζεται με τις σύγχρονες τάσεις του πτωχευτικού δικαίου, οι οποίες δίνουν έμφαση στην επαναφορά του οφειλέτη στην οικονομική ζωή. Η πρόσφατη Γνωμοδότηση 39/2025 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία απλοποιεί τις διαδικασίες απαλλαγής οφειλών για υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, δείχνει μια συνολική κατεύθυνση προς την ελάφρυνση του διοικητικού βάρους.
Οι προοπτικές και ο χρόνος παραγραφής
Η εφαρμογή του άρθρου 198Α αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στον τρόπο διαχείρισης των χρεών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Η αναστολή των ποινικών διώξεων παρέχει ένα «παράθυρο» προστασίας στους οφειλέτες που βρίσκονται σε διαδικασία πτώχευσης, επιτρέποντάς τους να επικεντρωθούν στην οικονομική τους ανάκαμψη χωρίς την επιπρόσθετη πίεση ποινικών κυρώσεων.
Η πρόβλεψη για την αναστολή της παραγραφής κατά τη διάρκεια του «παγώματος» είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου, εξασφαλίζοντας ότι η δικαιοσύνη μπορεί να αποδοθεί αν η απαλλαγή δεν εγκριθεί.