Ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών συζητήσεων, πιέζοντας για μια κοινή ευρωπαϊκή δανειακή διευκόλυνση, ειδικά για την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ένωσης. Σε μια περίοδο αυξανόμενης γεωπολιτικής αστάθειας, ο Πρωθυπουργός τόνισε ότι η άμυνα αποτελεί το υπέρτατο ευρωπαϊκό δημόσιο αγαθό, απαιτώντας αντίστοιχες ευρωπαϊκές δομές και χρηματοδότηση.
Παράλληλα, εξέφρασε την ανησυχία του για τις επιπτώσεις της πράσινης μετάβασης στην οικονομία και την κοινωνική συνοχή, ζητώντας μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση.
Η ανάγκη για κοινή αμυντική στρατηγική και χρηματοδότηση
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθυνόμενος στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έθεσε με έμφαση το ζήτημα της ενίσχυσης των αμυντικών δαπανών των κρατών μελών. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι πρόσφατες παραβιάσεις του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου από μη επανδρωμένα αεροσκάφη και ρωσικά μαχητικά, έχουν αναδείξει την επιτακτική ανάγκη για συλλογική ασφάλεια.
Ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι, εφόσον η άμυνα είναι ένα κατεξοχήν ευρωπαϊκό αγαθό, τότε απαιτούνται κοινές ευρωπαϊκές δομές και μηχανισμοί χρηματοδότησης για την ανάπτυξη των αμυντικών δυνατοτήτων της Ένωσης. Η πρόταση για κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό, ειδικά στοχευμένο σε ευρωπαϊκά αμυντικά έργα, αποτελεί το κεντρικό του επιχείρημα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη υποβάλει προτάσεις για τη χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων, ώστε να επιτρέψει στα κράτη να δανειστούν περισσότερο για προγράμματα επανεξοπλισμού. Ωστόσο, η ιδέα της κατανομής του χρέους για την απελευθέρωση πρόσθετων κεφαλαίων έχει συναντήσει σημαντικό αδιέξοδο μεταξύ των χωρών μελών.
Ορισμένα διασυνοριακά έργα, όπως τα μέτρα αντιμετώπισης μη επανδρωμένων αεροσκαφών, έχουν μεν προσδιοριστεί, αλλά η υλοποίησή τους παραμένει σε μεγάλο βαθμό ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων. Ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε την ανάγκη αυτά τα πρόσθετα κεφάλαια να συνδέονται με προϋποθέσεις που θα προωθούν την ενιαία προετοιμασία, τις κοινές προμήθειες και την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, όπως τα drones και η τεχνητή νοημοσύνη, επισημαίνοντας τον κομβικό ρόλο των ευρωπαϊκών θεσμών.
Αντιδράσεις και η πορεία προς την ενίσχυση της άμυνας
Η πρόταση για κοινό ευρωπαϊκό χρέος για την άμυνα αντιμετωπίζει παραδοσιακά την αντίσταση από δημοσιονομικά συντηρητικές χώρες, όπως η Ολλανδία, οι οποίες εκφράζουν επιφυλάξεις για νέους κοινούς μηχανισμούς χρέους που θα ενισχύουν την ικανότητα δανεισμού άλλων εθνών.
Παρ’ όλα αυτά, το προσχέδιο κοινής δήλωσης, το οποίο εκπονήθηκε από τους πρέσβεις των 27 κρατών μελών πριν από την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, υποδηλώνει μια συμφωνία του μπλοκ να «προσανατολίσει ολοένα και περισσότερο τις αμυντικές επενδύσεις προς την κοινή ανάπτυξη, παραγωγή και προμήθεια».
Αυτή η διατύπωση αντικατοπτρίζει μια αυξανόμενη αναγνώριση της ανάγκης για στενότερη συνεργασία στον τομέα της άμυνας.
Η συζήτηση για την άμυνα λαμβάνει χώρα σε μια εποχή όπου η Ευρώπη καλείται να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της στην παγκόσμια σκηνή. Η προτροπή του Έλληνα πρωθυπουργού να «πάρουμε περισσότερη ιδιοκτησία πάνω στην ευρωπαϊκή άμυνα» σηματοδοτεί μια στρατηγική στροφή, όπου η συλλογική ασφάλεια δεν μπορεί πλέον να βασίζεται αποκλειστικά σε εθνικές πρωτοβουλίες.
Η δυναμική αυτή συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς η ΕΕ αναζητά βιώσιμες λύσεις για την αντιμετώπιση των νέων απειλών.
Οι προκλήσεις της πράσινης μετάβασης και η ισορροπία
Πέρα από την άμυνα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε ένα σαφές μήνυμα και σχετικά με τις περιβαλλοντικές προτεραιότητες της Ευρώπης. Ενώ η πρόεδρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αντιμετωπίζει αντίσταση από χώρες που φοβούνται ότι οι πράσινες πολιτικές και οι στόχοι κλιματικής ουδετερότητας βλάπτουν τις οικονομίες τους, ο Έλληνας πρωθυπουργός υποστήριξε ότι η «πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός».
Τόνισε ότι πρέπει να υπάρχει μια λεπτή ισορροπία με την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών και να διασφαλίζεται, ή τουλάχιστον να μην παρεμποδίζεται, η κοινωνική συνοχή.
Ο Μητσοτάκης επισήμανε ότι το τελευταίο 10-20% της πράσινης μετάβασης είναι αυτή τη στιγμή «τρομακτικά ακριβό» και ότι δεν υπάρχουν καν οι απαραίτητες τεχνολογίες για την αποτελεσματική υλοποίησή του. Αυτή η δήλωση υπογραμμίζει την ανάγκη για ρεαλισμό και την επένδυση σε καινοτόμες λύσεις, αντί για μια βιαστική προσέγγιση που θα μπορούσε να επιβαρύνει δυσανάλογα τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Η συζήτηση αυτή αναμένεται να ενταθεί, καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να ισορροπήσει τους φιλόδοξους περιβαλλοντικούς στόχους με τις οικονομικές πραγματικότητες και την κοινωνική αποδοχή.