Ένα νέο κεφάλαιο στη ρύθμιση της καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος ανοίγει σε επίπεδο ΕΕ μετά την τελική γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA) για τις αρμοδιότητες της AMLA. Η έκθεση, καρπός ευρείας διαβούλευσης με δεκάδες φορείς και εθνικές αρχές, περιγράφει λεπτομερώς την αρχιτεκτονική ενός κεντρικού συστήματος εποπτείας, που θα επηρεάσει ρητά την λειτουργία τραπεζών και μη τραπεζικών φορέων στην Ελλάδα.
Τι προβλέπει το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο
Στο επίκεντρο της πρότασης της EBA βρίσκεται η δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος αξιολόγησης κινδύνου για όλους τους εποπτευόμενους. Το σύστημα αυτό θα βαθμολογεί τον εγγενή, τον εναπομένοντα και τον συνολικό κίνδυνο ξεπλύματος χρήματος με κοινά κριτήρια για κάθε χώρα της ΕΕ.
Η AMLA, που θα εδρεύει στη Φρανκφούρτη, αναμένεται να αναλάβει άμεση εποπτεία για ένα περιορισμένο αριθμό ομίλων υψηλού ρίσκου. Η πρόταση περιλαμβάνει σαφή όρια επιλογής: δραστηριοποίηση σε τουλάχιστον έξι κράτη μέλη και διαχείριση σημαντικού όγκου πελατών ή συναλλαγών ανά χώρα.
Χρονοδιάγραμμα εφαρμογής
Η εναρκτήρια εφαρμογή του νέου κανονιστικού πλαισίου προβλέπεται να ολοκληρωθεί έως τον Ιούλιο του 2027, με μια μεταβατική περίοδο περίπου πέντε ετών που θα επιτρέψει σε εποπτικές αρχές και ιδρύματα να προσαρμόσουν διαδικασίες και συστήματα.
Σε πλήρη λειτουργία, η AMLA αναμένεται να έχει υπό άμεση εποπτεία περίπου 40–50 χρηματοπιστωτικούς ομίλους στην ΕΕ, αριθμός που ενδέχεται να περιλαμβάνει και ελληνικές οντότητες με διεθνή παρουσία.
Πρακτικές συνέπειες για την Ελλάδα
Η Ελλάδα, με τραπεζικές ομάδες και χρηματοπιστωτικούς παρόχους που λειτουργούν σε πολλές χώρες, θα βρεθεί σε θέση προσαρμογής. Η Τράπεζα της Ελλάδος και οι άλλες αρμόδιες αρχές θα χρειαστεί να εναρμονίσουν εποπτικές πρακτικές με τα ενιαία ευρωπαϊκά κριτήρια αξιολόγησης κινδύνου.
Για τον ιδιωτικό τομέα —εμπορικές τράπεζες, εταιρείες πληρωμών, ασφαλιστές, μεσίτες ακινήτων— η αλλαγή σημαίνει εντονότερη έμφαση σε διαδικασίες ταυτοποίησης και επαλήθευσης πελατών, καθώς και επενδύσεις σε ψηφιακές υποδομές συμμόρφωσης.
Δέουσα επιμέλεια και ανταλλαγή πληροφοριών
Η EBA προτείνει σαφή διάκριση μεταξύ απλοποιημένης δέουσας, κανονικής και ενισχυμένης δέουσας επιμέλειας, με υποχρέωση συλλογής και επαλήθευσης συγκεκριμένων δεδομένων από αξιόπιστες πηγές. Αυτό θα καθορίσει τυποποιημένες απαιτήσεις αναφορικά με τα στοιχεία πελατών και τις διαδικασίες Know Your Customer.
Επιπλέον, προβλέπεται κοινό πλαίσιο για την ανταλλαγή κρίσιμων πληροφοριών εντός χρηματοοικονομικών ομίλων, με ρητή προστασία προσωπικών δεδομένων, ώστε να διευκολύνεται η ενιαία ανίχνευση ύποπτων κινήσεων σε επίπεδο ομίλου.
Πλαίσιο κυρώσεων και επιβολής
Η EBA εισηγείται ένα ενιαίο σύστημα κυρώσεων με τέσσερις βαθμίδες σοβαρότητας και τη χρήση περιοδικών ποινών (Periodic Penalty Payments) ως εργαλείο συμμόρφωσης. Οι παραβάσεις υψηλότερης σοβαρότητας θα επιφέρουν υποχρεωτικά χρηματικές ποινές.
Για την Ελλάδα, όπου μέχρι σήμερα η επιβολή κυρώσεων σε θέματα AML εμφανίζεται αποσπασματική στην εφαρμογή της, η υιοθέτηση των νέων ευρωπαϊκών κριτηρίων αναμένεται να βελτιώσει τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των εποπτικών αποφάσεων.
Τι θα χρειαστεί ο ιδιωτικός τομέας
Επιχειρήσεις που υπόκεινται σε υποχρεώσεις AML θα πρέπει να επενδύσουν σε συστήματα πληροφορικής, προστασία δεδομένων και εκπαίδευση προσωπικού για να ανταποκριθούν στα νέα πρότυπα. Η ενίσχυση της συνεργασίας με την ελληνική FIU (Αρχή για το Ξέπλυμα Χρήματος) θα είναι κεντρική προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια.
Η αναπροσαρμογή των εσωτερικών πολιτικών, η εφαρμογή κοινών προτύπων ανταλλαγής πληροφοριών εντός ομίλων και η έγκαιρη προσαρμογή στις νέες διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου θα καθορίσουν το ρυθμό συμμόρφωσης.
Η μετάβαση σε ένα πιο ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας υπό την AMLA αλλάζει τον χάρτη της ρυθμιστικής εποπτείας για το ξεπλύμα χρήματος. Η Ελλάδα καλείται να προσαρμοστεί τεχνολογικά και θεσμικά, ώστε τράπεζες και επιχειρήσεις να συμμορφωθούν με τα νέα πρότυπα και να διασφαλίσουν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα.