Μια ανεξάρτητη σοσιαλίστρια, η Κατρίν Κόννολι, βρίσκεται στην κορυφή των δημοσκοπήσεων, έτοιμη να κερδίσει την προεδρία της Ιρλανδίας. Με σαφείς αντιρρήσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, καθώς και μια έντονη κριτική στάση απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ, η υποψηφιότητά της έχει θέσει την Κόννολι σε ευθεία αντιπαράθεση με την επίσημη θέση της ιρλανδικής κυβέρνησης.
Η εκλογή της, αν επιβεβαιωθεί, θα σηματοδοτήσει μια συνέχιση της τάσης για προέδρους που αμφισβητούν το πολιτικό κατεστημένο, σε μια θέση που, αν και κατά κύριο λόγο τελετουργική, έχει αποκτήσει αυξημένη φωνή στα χρόνια.
Η πορεία προς την προεδρία και το μεταβαλλόμενο αξίωμα
Η Κατρίν Κόννολι, πρώην δήμαρχος του Γκάλγουεϊ και επί εννέα χρόνια σοσιαλίστρια βουλευτής της αντιπολίτευσης, έχει καταγράψει ένα σημαντικό προβάδισμα έναντι της αντιπάλου της, Χέδερ Χάμφρεϊς, πρώην υπουργού από το κεντρώο κόμμα Fine Gael. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν την Κόννολι με ποσοστό στήριξης 55,7%, έναντι 31,6% για την Χάμφρεϊς.
Παρόλο που τα αποτελέσματα αναμένονται το Σάββατο, η 68χρονη Κόννολι εμφανίζεται με αυτοπεποίθηση, σαν η νίκη να είναι ήδη δεδομένη.
Η πιθανή επικράτηση της Κόννολι δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένης της εξέλιξης του ρόλου της ιρλανδικής προεδρίας. Από μια θέση που κάποτε προοριζόταν για βετεράνους πολιτικούς υποστηριζόμενους από το κυρίαρχο κόμμα Fianna Fáil, η νίκη της δικηγόρου ανθρωπίνων δικαιωμάτων Μέρι Ρόμπινσον το 1990 άνοιξε τον δρόμο για προέδρους που προέρχονται από την αντιπολίτευση ή εκτός των παραδοσιακών πολιτικών κύκλων.
Αυτή η αλλαγή αντικατοπτρίζει την προτίμηση των ψηφοφόρων για έναν πρόεδρο που, αν και δεν εμπλέκεται στην καθημερινή διακυβέρνηση, μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο στο κατεστημένο, ειδικά στον τρέχοντα κυβερνητικό συνασπισμό υπό το Fianna Fáil. Η Κόννολι θα διαδεχθεί έναν άλλον σοσιαλιστή από το Γκάλγουεϊ, τον Μάικλ Ντ.
Χίγκινς, ο οποίος τα τελευταία 14 χρόνια διεύρυνε σημαντικά το εύρος των δηλώσεων και των δράσεων που επιτρέπονται στον πρόεδρο.
Διεθνείς θέσεις που προκαλούν συζητήσεις
Όπως και ο προκάτοχός της, η Κόννολι είναι ιδιαίτερα επικριτική απέναντι στο Ισραήλ για τη σύγκρουση στη Γάζα, μια στάση που βρίσκει ευρεία απήχηση σε μια χώρα που παραδοσιακά συμπάσχει με τους Παλαιστινίους. Ωστόσο, η Κόννολι έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο, υποστηρίζοντας το δικαίωμα της Χαμάς να διαδραματίσει μελλοντικό ρόλο σε ένα παλαιστινιακό κράτος.
Αυτή η δήλωση προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Πρωθυπουργού Μίχαλ Μάρτιν και του Υπουργού Εξωτερικών Σάιμον Χάρις, ηγετών των κομμάτων που αποτελούν την ιρλανδική κυβέρνηση.
Η στάση της έναντι του ΝΑΤΟ και της ευρύτερης ευρωπαϊκής ασφάλειας, ειδικά σε σχέση με την Ουκρανία, είναι αυτή που αναμένεται να προκαλέσει τις πιο άβολες στιγμές για την ιρλανδική κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται σε δύσκολη θέση μεταξύ της επίσημης ουδετερότητας του κράτους και της στήριξής της στις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ενισχύσει την Ουκρανία.
Σε μια εκδήλωση στην Νταμπλίν, η Κόννολι δέχτηκε ερωτήσεις αφού συνέκρινε τα τρέχοντα σχέδια της Γερμανίας για αύξηση των αμυντικών δαπανών με τον ναζιστικό μιλιταρισμό της δεκαετίας του 1930. Παρά τις αντιδράσεις, παραμένει σταθερή στην αντίθεσή της στα σχέδια της ΕΕ, γνωστά ως ReArm Europe, για αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 800 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σκληρή κριτική στον Ντόναλντ Τραμπ
Στην τελική τηλεοπτική προεδρική συζήτηση, η Κόννολι ερωτήθηκε πώς θα αντιμετώπιζε μια ενδεχόμενη επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και αν θα τον αμφισβητούσε ευθέως για την υποστήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ και τον πόλεμο στη Γάζα. Η απάντησή της ήταν ξεκάθαρη: «Η γενοκτονία υποστηρίχθηκε και χρηματοδοτήθηκε από αμερικανικά χρήματα».
Δήλωσε ότι αν επρόκειτο για μια απλή συνάντηση γνωριμίας, θα τηρούσε το πρωτόκολλο, αλλά αν η συζήτηση αφορούσε τη γενοκτονία, τότε η στάση της θα ήταν εντελώς διαφορετική, υπογραμμίζοντας την προθυμία της να προκαλέσει και να μιλήσει ανοιχτά για αμφιλεγόμενα θέματα.
Στήριξη από την αντιπολίτευση και διπλωματικές ανησυχίες
Η επικράτηση της Κόννολι στην προεκλογική εκστρατεία οφείλεται εν μέρει στην ικανότητά της να εξασφαλίσει την υποστήριξη όλων των αντιπολιτευόμενων κομμάτων της ιρλανδικής αριστεράς, συμπεριλαμβανομένου του εθνικιστικού Sinn Féin, το οποίο επέλεξε να μην κατεβάσει δικό του υποψήφιο.
Η αρχηγός του Sinn Féin, Μέρι Λου ΜακΝτόναλντ, και η επικεφαλής της κυβέρνησης στη Βόρεια Ιρλανδία, Μισέλ Ο’Νιλ, έχουν εμφανιστεί στο πλευρό της Κόννολι στην προεκλογική της εκστρατεία, επιδεικνύοντας μια σημαντική ενότητα.
Ωστόσο, η υποψηφιότητά της δεν είναι χωρίς αντιφάσεις. Αξιοσημείωτη είναι η απουσία των πρώην υψηλού προφίλ συμμάχων της, των σοσιαλιστών ριζοσπαστών Μικ Γουάλας και Κλερ Ντέιλι, οι οποίοι ήταν γνωστοί ως «Μικ της Μόσχας» και «Κλερ του Κρεμλίνου». Το 2018, η Κόννολι είχε συμμετάσχει μαζί τους σε περιοδεία σε περιοχές της Συρίας που ελέγχονταν από την κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ.
Η ίδια έχει επανειλημμένα απαντήσει σε ερωτήσεις για αυτή την περιοδεία, απορρίπτοντας τις ως απόπειρες «ενοχής εξ επιρροής».
Φόβοι για τη διεθνή εικόνα
Βετεράνοι της ιρλανδικής διπλωματικής υπηρεσίας έχουν εκφράσει φόβους ότι μια ενδεχόμενη προεδρία της Κόννολι θα μπορούσε να δημιουργήσει σύγχυση διεθνώς σχετικά με τις πραγματικές θέσεις της ιρλανδικής κυβέρνησης. Τονίζουν την οικονομική εξάρτηση της Ιρλανδίας από εκατοντάδες πολυεθνικές των ΗΠΑ και την ισχυρή στήριξη της ΕΕ στη χώρα μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ο Μπόμπι ΜακΝτόνα, πρώην πρέσβης της Ιρλανδίας στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ, περιέγραψε τις δηλώσεις της Κόννολι ως «ουσιαστικά αντι-ΕΕ» και την κριτική της για την αύξηση των γερμανικών αμυντικών δαπανών ως «φαντασιόπληκτη» και «παράλογη». Ο ΜακΝτόνα προειδοποίησε ότι, παρόλο που η κυβέρνηση μπορεί να αγνοήσει τις θέσεις της, αυτές θα έχουν «διεθνή απήχηση και θα μπορούσαν να βλάψουν τη φήμη και τα συμφέροντα της Ιρλανδίας».