Η πρόταση μετατροπής δανείων σε ελβετικό φράγκο σε ευρώ φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της ισχυρής ανατίμησης του φράγκου, ωστόσο σημαντικά σημεία της ρύθμισης περιορίζουν το εύρος της ανακούφισης. Στο πλαίσιο αυτό περίπου 21.000 πολίτες εντάσσονται στη ρύθμιση και προβλέπεται κούρεμα 15% έως 50% για μέρος των οφειλετών.
Πώς ορίζονται τα κριτήρια υπαγωγής
Η ρύθμιση διαμορφώνει κατηγορίες πληρωμών με βάση εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία, γι’ αυτό οι όροι δεν θα είναι ίσοι για όλους, αφού μόνο μικρό ποσοστό δικαιούται την πλήρη βελτίωση. Στο κείμενο της πρότασης γίνεται διάκριση με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια που καθορίζουν το επίπεδο της διευκόλυνσης.
Η εφαρμογή της βελτιωμένης ισοτιμίας υπολογίζεται στη σημερινή αξία του χρέους και όχι εκ των υστέρων, με αποτέλεσμα να μην επιδιορθώνονται ζημίες του παρελθόντος. Γι’ αυτό το λόγο η ρύθμιση δεν θεωρείται αναδρομική και αφήνει ανέπαφη τη ζημία που συσσωρεύτηκε επί χρόνια, όπως επισημαίνουν εκπρόσωποι δανειοληπτών. αναδρομική εφαρμογή
Ακόμη, ο νόμος επιτρέπει επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής μέχρι πέντε χρόνια, κίνηση που μειώνει προσωρινά τη μηνιαία επιβάρυνση χωρίς να μειώνει απαραίτητα το συνολικό ποσό. Σε πολλές περιπτώσεις επιμήκυνση έως πέντε έτη σημαίνει απλώς διάχυση της οφειλής σε μεγαλύτερη χρονική περίοδο.
Κενά και περιορισμοί της παρέμβασης
Το μέγιστο «κούρεμα» 50% αφορά πολύ περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων, επομένως οι περισσότεροι δανειολήπτες θα δουν μικρότερες μειώσεις που συχνά δεν αντισταθμίζουν την αύξηση του υπολοίπου μετατροπής. Στην πράξη υψηλότερη βελτίωση 50% θα ωφελήσει λίγους με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Το νομοσχέδιο διατηρεί εξάλλου όλες τις εμπράγματες εξασφαλίσεις, χωρίς να προβλέπει ειδικές ρυθμίσεις για όσους κινδυνεύουν με έξωση, γεγονός που επιτείνει την αβεβαιότητα για ευάλωτα νοικοκυριά. Η κατοχή εξασφαλίσεων παραμένει εμπράγματες εξασφαλίσεις αμετάβλητες στο πλαίσιο της ρύθμισης και δεν υπάρχουν νέες θεσμικές προστασίες.
Για όσους δεν τηρούν τις υποχρεώσεις προβλέπεται προσφυγή σε εξωδικαστικό μηχανισμό, ωστόσο η μετατροπή γίνεται στην τρέχουσα αναφορά ισοτιμίας και χωρίς επιπλέον βελτιώσεις. Η πρακτική της εξωδικαστικός μηχανισμός δεν εγγυάται αυτόματα μείωση του κεφαλαίου, ενώ εξωδικαστική ρύθμιση συχνά καταλήγει σε ρυθμίσεις που μειώνουν μόνο τη δόση.
Προβλέψεις για το κόστος των οφειλετών
Η παράταση της διάρκειας πληρωμής μειώνει την επιβάρυνση του μήνα, αλλά αυξάνει το συνολικό κόστος λόγω τόκων και επιμηκύνσεων, με αποτέλεσμα πολλοί να καταλήξουν να πληρώσουν περισσότερα σε βάθος χρόνου. Συνεπώς μηνιαία δόση μειωμένη δεν σημαίνει απαραίτητα μικρότερο συνολικό χρέος.
Επιπλέον, η εκ βάθρων διατήρηση του κεφαλαίου σε πολλές περιπτώσεις σημαίνει ότι η μετατροπή στην τρέχουσα ισοτιμία αφήνει σε υψηλά επίπεδα το υπόλοιπο του δανείου σε ευρώ, παρά τις επιμέρους μειώσεις. Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο μακροχρόνιας δέσμευσης για τους οφειλέτες που δεν εντάσσονται στις πιο ευνοϊκές κατηγορίες, με υψηλό υπόλοιπο μετά μετατροπή για πολλούς.
Τελικώς, η ρύθμιση αντιμετωπίζει ένα δομικό πρόβλημα χωρίς να το εξαφανίζει, καθώς η έμφαση στην τρέχουσα αποτίμηση και η απουσία γενικών προστασιών αφήνουν ακάλυπτα τμήματα των δανειοληπτών. Σε αυτό το πλαίσιο περιορισμένη αποτελεσματικότητα νομοσχεδίου αναμένεται να επιβαρύνει όσους έχουν ήδη μακροχρόνιες υποχρεώσεις.