Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με μια δυνητικά νέα κρίση εξάρτησης, αυτή τη φορά στον κρίσιμο τομέα της ηλιακής ενέργειας, με τον κινεζικό κολοσσό Huawei στο επίκεντρο. Καθώς οι χώρες της Ένωσης εντείνουν τις προσπάθειές τους για την πράσινη μετάβαση και την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, η κυριαρχία κινεζικών εταιρειών, ιδίως στον εξοπλισμό των ηλιακών πάνελ, γεννά φόβους για την ασφάλεια των ευρωπαϊκών ενεργειακών δικτύων και την πιθανότητα εξ αποστάσεως χειραγώγησης.
Αξιωματούχοι και εμπειρογνώμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καλώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει άμεσα και δεσμευτικά μέτρα.
η ηγεμονία της κινεζικής τεχνολογίας στον ευρωπαϊκό ήλιο
Ο τομέας της ηλιακής ενέργειας στην Ευρώπη έχει δει μια ραγδαία επέκταση, με τις κινεζικές επιχειρήσεις να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Σύμφωνα με έρευνες του εμπορικού οργανισμού SolarPower Europe, περίπου το 65% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος στην ευρωπαϊκή ηλιακή αγορά ελέγχεται από κινεζικές εταιρείες.
Από αυτές, η Huawei αναδεικνύεται ως ο μεγαλύτερος παίκτης, κατέχοντας ένα σημαντικό μερίδιο της αγοράς στους μετατροπείς ηλιακών συστημάτων. Αυτοί οι μετατροπείς είναι ζωτικής σημασίας, καθώς μετατρέπουν το συνεχές ρεύμα που παράγουν τα φωτοβολταϊκά πάνελ σε εναλλασσόμενο ρεύμα, κατάλληλο για την τροφοδοσία των δικτύων ηλεκτροδότησης.
Η Huawei, μια εταιρεία που στο παρελθόν έχει χαρακτηριστεί ως «υψηλού κινδύνου» προμηθευτής στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, έχει επανέλθει δυναμικά στην ηγετική ομάδα της SolarPower Europe, του πλέον σημαντικού οργανισμού λόμπι του κλάδου στις Βρυξέλλες.
Αυτή η εξέλιξη είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη, δεδομένης μιας εν εξελίξει έρευνας για δωροδοκία στο Βέλγιο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την απαγόρευση συναντήσεων της εταιρείας με αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η ηγετική θέση της Huawei στην αγορά, ακολουθούμενη από μια άλλη κινεζική εταιρεία, την Sungrow, η οποία ελέγχει περίπου το μισό της ηλιακής ισχύος σε σχέση με τη Huawei, υπογραμμίζει την ευρεία εξάρτηση από την Κίνα.

οι κίνδυνοι για την ασφάλεια των ευρωπαϊκών δικτύων
Ο κύριος προβληματισμός γύρω από τους κινεζικούς μετατροπείς εστιάζει στην ασφάλεια των ενεργειακών δικτύων. Δεδομένου ότι αυτοί οι μετατροπείς συνδέονται στο διαδίκτυο, οι ειδικοί σε θέματα κυβερνοασφάλειας προειδοποιούν ότι μπορούν να γίνουν στόχος απομακρυσμένης πρόσβασης και χειραγώγησης.
Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες διακυμάνσεις στην ηλεκτρική ενέργεια, όπως ξαφνικές αυξήσεις ή μειώσεις, που δυνητικά θα μπορούσαν να προκαλέσουν εκτεταμένες διακοπές ρεύματος.
Η Erika Langerová, ερευνήτρια κυβερνοασφάλειας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Πράγας, τόνισε τους σοβαρούς κινδύνους. «Μπορούν να απενεργοποιήσουν τις παραμέτρους ασφαλείας. Μπορούν να τους βάλουν φωτιά», δήλωσε. Ακόμη και η συγχρονισμένη απενεργοποίηση και επανενεργοποίηση χιλιάδων ηλιακών εγκαταστάσεων θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει ολόκληρο το δίκτυο ηλεκτροδότησης λόγω του σύνθετου φαινομένου αυτών των ξαφνικών αλλαγών.
Τέτοια επεισόδια έχουν ήδη παρατηρηθεί, όπως οι διακοπές ρεύματος στην Ισπανία και την Πορτογαλία τον Απρίλιο, οι οποίες προκλήθηκαν από υπερτάσεις στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας.
η ευρύτερη γεωπολιτική και οικονομική διάσταση
Οι προειδοποιήσεις για τους κινεζικούς μετατροπείς δεν αποτελούν μεμονωμένο περιστατικό, αλλά εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ανησυχιών για την τεχνολογική εξάρτηση από την Κίνα. Οι ίδιοι φόβοι είχαν εκφραστεί και σε σχέση με τα δίκτυα 5G της Huawei, την εφαρμογή TikTok ή τον κατασκευαστή σαρωτών αεροδρομίων Nuctech.
Η δυσπιστία απέναντι στην κινεζική τεχνολογία έχει κλιμακωθεί, ειδικά μετά την εφαρμογή κανονισμών από την κυβέρνηση του Πεκίνου που υποχρεώνουν τις κινεζικές εταιρείες να συνεργάζονται με τις υπηρεσίες ασφαλείας, παρέχοντας δεδομένα και αναφορές ευπαθειών.
Αυτό γεννά βάσιμους φόβους στη Δύση για πιθανή παρακολούθηση και κατασκοπεία.
Πέρα από την ασφάλεια, υπάρχει και η οικονομική διάσταση. Η κυριαρχία της Κίνας υπονομεύει την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού τεχνολογικού τομέα. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οι ευρωπαϊκές εταιρείες ήταν ανταγωνιστικές, αλλά έκτοτε έχουν υποχωρήσει έναντι των εντόνως επιδοτούμενων κινεζικών προϊόντων, όπως επισήμανε ο Tobias Gehrke του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων.
Παράλληλα, η Κίνα εφαρμόζει αυστηρούς περιορισμούς στην είσοδο ξένων εταιρειών στην αγορά της, επικαλούμενη λόγους κυβερνοασφάλειας, γεγονός που αναδεικνύει μια σαφή ασυμμετρία στις εμπορικές σχέσεις.
η ευρωπαϊκή απάντηση: από το 5g στους ηλιακούς μετατροπείς
Αντιμέτωπη με αυτές τις προκλήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναπτύσσει ήδη μηχανισμούς για την προστασία των κρίσιμων υποδομών της. Προηγουμένως, είχε δημιουργηθεί μια «εργαλειοθήκη ασφάλειας 5G» για να μειωθεί η εξάρτηση από τη Huawei. Τώρα, βρίσκεται σε εξέλιξη μια παρόμοια πρωτοβουλία, η «εργαλειοθήκη αλυσίδας εφοδιασμού ΤΠΕ», με στόχο να βοηθήσει τις εθνικές κυβερνήσεις να εντοπίσουν αδύναμα σημεία στις ψηφιακές τους υποδομές και να περιορίσουν ή να απαγορεύσουν τη χρήση «προμηθευτών υψηλού κινδύνου».
Οι ηλιακοί πίνακες συγκαταλέγονται πλέον στους βασικούς τομείς στόχους, μαζί με τα συνδεδεμένα αυτοκίνητα και τις έξυπνες κάμερες.
Ήδη, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν λάβει μέτρα. Η Λιθουανία επέβαλε τον περασμένο Νοέμβριο απαγόρευση απομακρυσμένης πρόσβασης από κινεζικές εταιρείες σε εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας άνω των 100 κιλοβάτ, περιορίζοντας ουσιαστικά τη χρήση κινεζικών μετατροπέων.
Τον Σεπτέμβριο, η Τσεχική Δημοκρατία εξέδωσε προειδοποίηση για την απειλή που ενέχουν τα κινεζικά εξαρτήματα με απομακρυσμένη πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένων των ηλιακών μετατροπέων. Στη Γερμανία, αξιωματούχοι ασφαλείας έχουν ήδη ξεκινήσει έρευνα για εξοπλισμό της Huawei, μετά από ανησυχίες για ένα «εξάρτημα διαχείρισης ενέργειας» της εταιρείας.
Δύο μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Ολλανδός φιλελεύθερος Bart Groothuis και η Σλοβάκα κεντροδεξιά Miriam Lexmann, συνέταξαν επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητώντας «άμεσα και δεσμευτικά μέτρα για τον περιορισμό των προμηθευτών υψηλού κινδύνου από τις κρίσιμες υποδομές μας».
Η πρωτοβουλία τους έχει συγκεντρώσει την υποστήριξη πολλών συναδέλφων, αναδεικνύοντας την επείγουσα ανάγκη για ρυθμιστικές παρεμβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ακόμη και με την εφαρμογή προσωρινών μέτρων εν αναμονή της τελικής νομοθεσίας.