Σύγχυση από πρόσφατες αναρτήσεις οδήγησε την αρχή να διευκρινίσει τις προτεινόμενες αλλαγές, με έμφαση στην κατάργηση της 30ήμερης προθεσμίας για τη γνωστοποίηση συγκεντρώσεων και στην τήρηση της βασικής υποχρέωσης γνωστοποίησης όπως ίσχυε από το 1995, ενώ παράλληλα τονίζεται η ανάγκη για καλύτερη αξιολόγηση των στοιχείων μέσω της γνωστοποίησης συγκεντρώσεων για κάθε υπόθεση.
Στόχος της κατάργησης της προθεσμίας
Η κατάργηση της σταθερής 30ήμερης προθεσμίας προβάλλεται ως μέτρο ώστε η ελληνική ρύθμιση να ευθυγραμμιστεί με το ενωσιακό πλαίσιο όπου δεν υπάρχει αντίστοιχο χρονικό όριο, χωρίς όμως να αλλάζει ο πυρήνας της νομιμότητας των επιχειρήσεων.
Στο κείμενο του σχεδίου προτείνεται επίσης ότι σε περιπτώσεις ελλιπών εντύπων δεν θα ξεκινούν οι προβλεπόμενες προθεσμίες, με σκοπό τη διασφάλιση της πληρότητας των στοιχείων και την ορθή αξιολόγηση της υπόθεσης, κάτι που σύμφωνα με την αρχή θα ενισχύσει την ποιότητα ελέγχου και τις αποφάσεις.
Η ρύθμιση δεν ακυρώνει την υποχρέωση αναστολής της υλοποίησης συγκεντρώσεων ούτε επηρεάζει τις προθεσμίες λήψης αποφάσεων από την Αρχή, στοιχεία που παραμένουν καθοριστικά για τη λειτουργία των ελέγχων.
Κυρώσεις, εργαλεία και πρόσβαση στα δεδομένα
Το σχέδιο εισάγει ρητή δυνατότητα επιβολής προστίμων έως 1% του παγκόσμιου κύκλου εργασιών σε περίπτωση μη παροχής πληροφοριών ή παρεμπόδισης ελέγχων, μια προσαρμογή που ανταποκρίνεται στις επιταγές της Οδηγίας ECN+ και στην ενίσχυση των ελεγκτικών εξουσιών.
Παράλληλα προβλέπεται αναβάθμιση του τεχνολογικού εξοπλισμού της αρχής, με χρήση εργαλείων εξόρυξης δεδομένων και τεχνητής νοημοσύνης για ανίχνευση αθέμιτων πρακτικών, ενώ η πλήρης πρόσβαση στο ΕΣΗΔΗΣ θα διευκολύνει τις διασταυρώσεις στοιχείων και τους ελέγχους, σύμφωνα με τους στόχους των ρυθμίσεων και τις ανάγκες της εποχής.
Η πρόβλεψη για πρόστιμα σε περιπτώσεις παρεμπόδισης των επιτόπιων ελέγχων στοχεύει να ενισχύσει την συμμόρφωση επιχειρήσεων και να θωρακίσει την ικανότητα της Αρχής να διερευνά παραβατικές συμπεριφορές.
Τέλη, πόροι και ανθρώπινο δυναμικό
Η διάταξη για το ανταποδοτικό τέλος 1‰ υπέρ της Επιτροπής αποσαφηνίζει τη βάση υπολογισμού του και επιβεβαιώνει ότι πιθανές απαλλαγές από άλλα τέλη δεν αλλάζουν την εφαρμογή του, επισημαίνοντας τη σημασία της σταθερής χρηματοδότησης για τη λειτουργία της Αρχής.
Το τέλος εφαρμόζεται ήδη από το 2000 και αποτελεί βασική πηγή εσόδων, στοιχείο που συνδέεται με την ανάγκη ενίσχυσης της λειτουργικής αυτοτέλειας της Επιτροπής ώστε να ανταποκρίνεται σε αυξανόμενες απαιτήσεις.
Τέλος, το νομοσχέδιο προβλέπει θεσμοθέτηση αμειβόμενης πρακτικής άσκησης για φοιτητές και ασκούμενους δικηγόρους, κίνηση που στοχεύει στην προσέλκυση νέων επιστημόνων και στην ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού της Αρχής μέσω στοχευμένης εκπαίδευσης, όπως επίσης αναμένεται να διευκολύνει τη διασύνδεση θεωρίας και πρακτικής.