Η επόμενη μέρα για τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ) παραμένει αβέβαιη, καθώς τα δύο βασικά σενάρια που εξετάζονται για την κάλυψη των αναγκών σε περιοχές με κλειστά καταστήματα ενέχουν σοβαρές δυσκολίες και κινδύνους. Οι προτεινόμενες λύσεις, όπως η συστέγαση με τα ΚΕΠ και η κάλυψη εξόδων από τους δήμους, αντιμετωπίζουν γραφειοκρατικά εμπόδια και ζητήματα συμβατότητας με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η αναζήτηση βιώσιμων λύσεων για την κάλυψη των ταχυδρομικών αναγκών στις περιοχές όπου έχουν κλείσει ή πρόκειται να κλείσουν καταστήματα των ΕΛΤΑ αποτελεί μια άμεση προτεραιότητα, καθώς η εταιρεία βρίσκεται υπό έντονη οικονομική πίεση και προσπαθεί να αναδιαρθρώσει το δίκτυό της.
Αυτή η προσπάθεια έρχεται ως συνέχεια μιας περιόδου σημαντικών αλλαγών και προκλήσεων, συμπεριλαμβανομένου του κλεισίματος δεκάδων καταστημάτων και της ανάγκης για μείωση των λειτουργικών εξόδων.
Οι δύο άξονες του σχεδίου αναδιάρθρωσης
Το σχέδιο της νέας διοίκησης των ΕΛΤΑ για την αναδιάρθρωση του ταχυδρομικού δικτύου βασίζεται σε δύο κύριους άξονες, οι οποίοι αποτελούν το σημείο εκκίνησης της επικείμενης δημόσιας διαβούλευσης. Ο πρώτος άξονας επικεντρώνεται στην εξεύρεση εναλλακτικών φυσικών σημείων εξυπηρέτησης στις περιοχές όπου προγραμματίζεται το κλείσιμο καταστημάτων, με στόχο τη διασφάλιση της συνεχούς πρόσβασης των πολιτών σε βασικές υπηρεσίες.
Ο δεύτερος άξονας προβλέπει ότι, σε περιπτώσεις όπου δεν εντοπίζονται ρεαλιστικές εναλλακτικές λύσεις, τα καταστήματα θα παραμείνουν προσωρινά ανοιχτά μέχρι να καθοριστεί το τελικό μοντέλο λειτουργίας τους. Μάλιστα, η αρχική απόφαση προέβλεπε το κλείσιμο 204 καταστημάτων, με τα 46 να έχουν ήδη αναστείλει τη λειτουργία τους.
Προκλήσεις και κίνδυνοι των προτεινόμενων λύσεων
Οι δύο λύσεις που εξετάζονται για την κάλυψη των αναγκών αυτών, ωστόσο, ενέχουν σοβαρές δυσκολίες και κινδύνους για τα ΕΛΤΑ. Το σενάριο της συστέγασης με τα ΚΕΠ θεωρείται ιδιαίτερα χρονοβόρο, καθώς απαιτεί τη διενέργεια επίσημου διαγωνισμού, πολύπλοκες τροποποιήσεις σε κτιριακές υποδομές και την πλήρη ενοποίηση των πληροφοριακών συστημάτων των δύο υπηρεσιών.
Μέχρι την ολοκλήρωση αυτών των σταδίων, ο οργανισμός δεν μπορεί να μειώσει τα λειτουργικά του κόστη, γεγονός που παρατείνει την οικονομική του πίεση και αποδυναμώνει την παρουσία του σε περιοχές όπου η μετάβαση σε νέα μοντέλα εξυπηρέτησης καθυστερεί.
Το δεύτερο σενάριο προβλέπει την κάλυψη των ενοικίων και των λειτουργικών εξόδων των καταστημάτων από τους δήμους που επιθυμούν να διατηρήσουν το τοπικό ταχυδρομείο. Αν και εμφανίζεται πρακτικό και άμεσα εφαρμόσιμο, εγείρει σημαντικές ανησυχίες ως προς τη συμμόρφωση με τους κανόνες ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Κομισιόν ενδέχεται να κρίνει ότι μια τέτοια ρύθμιση συνιστά μορφή κρατικής ενίσχυσης, γεγονός που μπορεί να ακυρώσει ή να αναστείλει την εφαρμογή της, αφήνοντας τα ΕΛΤΑ εκτεθειμένα σε παρατεταμένη αβεβαιότητα. Αυτές οι ανησυχίες επισημαίνονται από νομικούς κύκλους που παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, τονίζοντας την ανάγκη για προσεκτικό χειρισμό ώστε να αποφευχθούν μελλοντικά προβλήματα.
Οικονομικές επιπτώσεις και η δημόσια διαβούλευση
Η δημόσια διαβούλευση που θα ξεκινήσει τον Δεκέμβριο έρχεται περίπου ένα μήνα μετά το αρχικό σχέδιο για το κλείσιμο 204 καταστημάτων. Από αυτά, τα 46 καταστήματα – κυρίως σε Αττική και Θεσσαλονίκη – έχουν ήδη κατεβάσει ρολά. Για τα υπόλοιπα έχει δοθεί τρίμηνη παράταση, ενώ η διοίκηση, υπό τον μεταβατικό διευθύνοντα σύμβουλο Μάριο Τέμπο, επιχειρεί να καταλήξει σε ένα τελικό και εφαρμόσιμο σχήμα προτού ξεκινήσει τον διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες.
Η οικονομική πίεση είναι εμφανής, με το στρατηγικό σχέδιο 2025-2027 να παρουσιάζει αποκλίσεις και να αναδεικνύει την ανάγκη για ριζικές αλλαγές.
Το μέλλον των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ελλάδα
Η επιτυχής αναδιάρθρωση των ΕΛΤΑ και η εξεύρεση βιώσιμων λύσεων για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών σε όλη την επικράτεια αποτελούν κρίσιμη πρόκληση για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η διοίκηση καλείται να βρει μια ισορροπία μεταξύ της μείωσης του λειτουργικού κόστους και της διασφάλισης της καθολικής πρόσβασης των πολιτών, αποφεύγοντας παράλληλα νομικά και οικονομικά αδιέξοδα.
Η έκβαση της δημόσιας διαβούλευσης και οι τελικές αποφάσεις θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του οργανισμού και την ποιότητα των υπηρεσιών που θα προσφέρει τα επόμενα χρόνια.