Ένας στους τρεις νέους εγκαταλείπει τον αθλητισμό, ακόμη και με σημαντικές προοπτικές, αναδεικνύοντας ένα βαθύτερο πρόβλημα πίεσης και προσδοκιών. Η περίπτωση του Χάρη, που εξομολογήθηκε την ανάγκη για διάλειμμα, δεν είναι μεμονωμένη, αλλά αποτελεί σύμπτωμα μιας γενικότερης τάσης που αγγίζει ακόμη και τους ταλαντούχους αθλητές.
Η έλλειψη εσωτερικού κινήτρου και η υπερβολική δομή από μικρή ηλικία φαίνεται να είναι οι βασικοί παράγοντες.
Το φαινόμενο της εγκατάλειψης του αθλητισμού
Το περιστατικό του Χάρη, ενός 14χρονου ταλαντούχου μπασκετμπολίστα που ένιωθε «άδειος» και ζήτησε διάλειμμα από τον αθλητισμό, δεν είναι καθόλου μεμονωμένο. Αντίθετα, αντικατοπτρίζει μια αυξανόμενη τάση μεταξύ των εφήβων αθλητών, ακόμη και εκείνων με προοπτικές για επαγγελματική καριέρα.
Πολλοί λυγίζουν από το άγχος και τις προσδοκίες, είτε αυτές εκφράζονται ρητά από γονείς και προπονητές είτε πλάθονται αόρατα στο μυαλό τους, ανεβάζοντας διαρκώς έναν αόρατο πήχυ.
Τα ψυχρά δεδομένα και οι αιτίες
Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν το φαινόμενο, καθώς μελέτες σε ευρωπαϊκές χώρες της τελευταίας δεκαετίας συγκλίνουν σε δύο βασικά συμπεράσματα. Παρότι δεν υπάρχει ακόμη μια μεγάλη «δεξαμενή» ερευνών, οι μεμονωμένες μελέτες δείχνουν ότι η ψυχολογική πίεση και η απουσία εσωτερικού κινήτρου οδηγούν στην εγκατάλειψη.
- Ένας στους τρεις νέους εγκαταλείπει τον αθλητισμό, ακόμη και σε περιπτώσεις με σημαντικές προοπτικές.
- Η πιο δύσκολη ηλικία για τους αθλητές είναι τα 12-13 έτη, όπου συμβαίνει η μετάβαση από το δημοτικό στο γυμνάσιο και το επίκεντρο μετατοπίζεται στους φίλους.
- Η αναζήτηση του «εγώ» μέσα στο σύνολο και η ανάπτυξη αυτοπεποίθησης είναι κρίσιμες σε αυτή την περίοδο.
- Το εσωτερικό κίνητρο (η αγάπη για το άθλημα) είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της συμμετοχής σε ανταγωνιστικό επίπεδο.
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι τυχαίο. Ιστορικά, η μετάβαση από την ελεύθερη, αυθόρμητη αλάνα στον πλήρως δομημένο αθλητισμό από πολύ μικρή ηλικία, έχει αλλάξει ριζικά την εμπειρία των παιδιών. Εμείς, ως τελευταία γενιά που ίσως πρόλαβε την αλάνα, παρατηρούμε μια αποστείρωση του παιχνιδιού, όπου η χαρά αντικαθίσταται από την εκπλήρωση ενός προγράμματος.
Αυτή η υπερβολική δομή μπορεί να οδηγήσει σε ψυχολογικό burn out, κάνοντας τον αθλητισμό να μοιάζει με «αγγαρεία».
Ο αντίκτυπος στην ψυχολογία των παιδιών
Ο κ. Μάνος Τσαγκαράκης, αθλητικός ψυχολόγος στον PAO BC Academy, τονίζει ότι το δομημένο πλαίσιο από μικρή ηλικία μπορεί να «κάψει» τα παιδιά ψυχολογικά. Όταν ο αθλητισμός αντιμετωπίζεται ως μια ακόμη δραστηριότητα στο πρόγραμμα, συχνά λόγω γονικής πίεσης, χάνει την αγνή, ελεύθερη χαρά του παιχνιδιού.
Η έλλειψη ανάπτυξης της αίσθησης ικανότητας και η απουσία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος, ειδικά από τους γονείς, οδηγούν σε απομάκρυνση από το σύστημα.
Ένα συνηθισμένο πρόβλημα είναι η δυσκολία των παιδιών να νιώσουν αποδεκτά από την ομάδα, φοβούμενα το λάθος και κρατώντας τον εαυτό τους πίσω. Αυτό συχνά προέρχεται από ένα «αποστειρωμένο» οικογενειακό περιβάλλον, όπου τα παιδιά δεν ωθούνται στη δημιουργία αυτόνομων σχέσεων.
Οι γονείς, αν και έχουν κάνει σημαντικά βήματα προόδου, καλούνται να κάνουν ένα βήμα πίσω για να επιτρέψουν στο παιδί να αναπτυχθεί.
Στην εμπειρία μας, η σύγκριση με προηγούμενες γενιές αποκαλύπτει μια σημαντική αύξηση των ψυχολογικών πιέσεων. Ενώ παλαιότερα η φράση «σκάσε και κολύμπα» μπορεί να είχε τη θέση της, σήμερα τα παιδιά αντιμετωπίζουν πρωτόγνωρα άγχη, από την έκθεση στα social media μέχρι την αδυναμία διαχείρισης του κενού χρόνου.
Αυτή η συνεχής εγρήγορση και η απουσία της «βαρεμάρας», ενός βασικού συστατικού της δημιουργικότητας, αποτελούν πλέον κεντρικό ζήτημα. Η υπερπροστασία από «αρνητικά» συναισθήματα όπως η ήττα, η λύπη ή ο θυμός, στερεί από τα παιδιά την ευκαιρία να αναπτύξουν συναισθηματική ανθεκτικότητα.
Ο ρόλος των γονέων στην ψυχολογική ανάπτυξη των αθλητών
Η εκτίμησή μας είναι ότι οι γονείς αποτελούν τη «συγκολλητική ουσία» στην ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού. Είναι κομβικό η οικογένεια να εισάγεται στη διαδικασία της ψυχολογικής ανάπτυξης, καθώς το παιδί είναι η απόληξη ενός συστήματος. Παρότι παρατηρούμε πρόοδο στους γονείς, έχουμε δει παιδιά να είναι πιο συναισθηματικά «δουλεμένα» από τους ίδιους τους γονείς τους, κάτι που ανατρέπει τις ισορροπίες.
Είναι απαραίτητο οι γονείς να μη φοβούνται την ήττα ή τη στενοχώρια του παιδιού. Αντίθετα, πρέπει να το αφήνουν να βιώσει και να εκφράσει τα συναισθήματά του. Η επιδίωξη μιας ασταμάτητης χαράς και θετικής ψυχολογίας, χωρίς την αποδοχή των δυσάρεστων συναισθημάτων, οδηγεί σε αυξημένο άγχος και κατάθλιψη.
Η «σκληρή old school νοοτροπία» μπορεί να αποφύγει τις δυσκολίες του τώρα, αλλά δεν προετοιμάζει τα παιδιά για το μέλλον. Το «σκάσε και κολύμπα» μπορεί να είναι παραγωγικό μόνο αν συνδυάζεται με σωστές ψυχολογικές έννοιες και ένα υποστηρικτικό πλαίσιο.